Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Αντιγραφή στις εξετάσεις

Υπάρχουν χαρακτηριστικά προσωπικότητας που συσχετίζονται με την αντιγραφή στις εξετάσεις;

 


Η αντιγραφή στις εξετάσεις έχει ερευνηθεί διεξοδικά από τους κοινωνικούς ψυχολόγους. Σε μια πρώιμη έρευνα από τον MacKinnon (1933), ζητήθηκε από ορισμένα άτομα να επιλύουν μια σειρά από προβλήματα, ενώ γνώριζαν ότι οι απαντήσεις περιέχονταν σε βιβλία που ήταν δίπλα τους. Τους επιτρεπόταν να ανατρέξουν μόνο σε λίγα παραδείγματα από το βιβλίο και έπειτα έπρεπε να λύσουν τα υπόλοιπα μόνοι τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται. Το ερώτημα ήταν: ποιος θα αντέγραφε και θα αναζητούσε περισσότερες απαντήσεις στο βιβλίο από όσες επιτρεπόταν; Ο MacKinnon διέκρινε μεταξύ αντιγραφέων και μη αντιγραφέων:

·         Οι αντιγραφείς έτειναν να εκφράζουν θυμό απέναντι στη δοκιμασία περισσότερο από τους μη αντιγραφείς.

·         Οι μη αντιγραφείς κατηγορούσαν τους εαυτούς τους που δεν έλυσαν τα προβλήματα περισσότερο από τους αντιγραφείς.

·         Οι μη αντιγραφείς έτειναν να εκφράζουν λεκτικά το εκάστοτε πρόβλημα και να αναπτύσσουν εναλλακτικές στρατηγικές στα πλαίσια της προσπάθειας επίλυσής του.

·         Οι αντιγραφείς ήταν πιο καταστροφικοί ή επιθετικοί (κλωτσούσαν το πόδι του τραπεζιού ή χτυπούσαν τις γροθιές τους στο τραπέζι).

·         Οι μη αντιγραφείς συμπεριφέρονταν πιο νευρικά και έμοιαζαν περισσότερο ανήσυχοι.

Αρκετές εβδομάδες αργότερα, οι φοιτητές ερωτήθηκαν αν είχαν αντιγράψει. Εκείνοι που δεν είχαν αντιγράψει το είπαν ευθαρσώς˙ εκείνοι που είχαν αντιγράψει είτε το αρνήθηκαν είτε το παραδέχτηκαν αλλά είπαν ότι ένιωθαν ενοχές γι’ αυτό. Περαιτέρω έρευνες έδειξαν ότι τέτοια αισθήματα ενοχής αποτελούσαν αποφασιστικό παράγοντα για τον καθορισμό του κατά πόσο ένα άτομο είχε αντιγράψει ή όχι: το 84% των μη αντιγραφέων είπαν ότι θα ένιωθαν ενοχές αν επρόκειτο να αντιγράψουν. Εκείνοι που δεν αντέγραψαν ανέφεραν τη μεγαλύτερη ενοχή στη σκέψη της αντιγραφής˙ εκείνοι που είχαν αντιγράψει ανέφεραν τη μικρότερη ενοχή. Ο MacKinnon υπέθεσε ότι η τάση για αντιγραφή αποτελούσε προδιάθεση –ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας που ήταν εγγενές στον «αντιγραφέα» (σελ. 693).

Συνοπτικά, πολλοί άνθρωποι πρόθυμα παραδέχονται ότι προβαίνουν σε κάθε είδους περιστασιακή, ανήθικη ή παράνομη συμπεριφορά. Τα μη βίαια εγκλήματα όπως η απάτη, η φοροδιαφυγή, οι ασφαλιστικές απάτες, οι μικροκλοπές από καταστήματα και η αντιγραφή στις εξετάσεις, τα οποία μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες για τους άλλους, είναι ευρέως διαδεδομένα στην κοινωνία μας. Κάποιες φορές οι κοινωνικοί ψυχολόγοι ασχολούνται με αυτά τα πεδία, αναζητώντας όχι μόνο αίτια αλλά και λύσεις, όπως το σχεδιασμό διαφημιστικών εκστρατειών, κοινοτικών παρεμβάσεων και αποτρεπτικών παραγόντων βάσει τεχνικών παρακολούθησης (σελ. 694).

 

Πηγή:

Hogg & Vaughan. 2010. Κοινωνική Ψυχολογία. Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου