Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Έχουν διαφορετικούς στόχους νέοι και ηλικιωμένοι;

Σύμφωνα με μια έρευνα της Carstensen et al. διατυπώθηκε η Θεωρία κοινωνικοσυναισθηματικής επιλεκτικότητας. Εξετάζει τους τρόπους με τους οποίους τα κοινωνικά κίνητρα μεταβάλλονται με το πέρασμα του χρόνου. 

 

Οι άνθρωποι έχουν συναίσθηση των ευκαιριών και των περιορισμών που σχετίζονται με διαφορετικά σημεία της ζωής. Η ερευνήτρια εξήγησε πώς οι στόχοι, τα κίνητρα και οι κοινωνικές προτιμήσεις των ανθρώπων αλλάζουν με βάση τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τον χρόνο ζωής που τους απομένει. Η αντίληψη του διαθέσιμου χρόνου καθορίζει το είδος των κοινωνικών σχέσεων και στόχων που επιδιώκουν οι άνθρωποι.

Ένας 20χρονος σκέφτεται ότι έχει μπροστά του πολλές δεκαετίες οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, ενώ ένας 85χρονος αναγνωρίζει ότι μπαίνει ή βρίσκεται ήδη στην τελευταία δεκαετία της ζωής του. Αυτή η συναίσθηση του χρόνου ασκεί επίδραση στους στόχους που βάζει κάποιος.

Για τον νεότερο ενήλικα φαίνεται λογικό να επικεντρώνεται στο μέλλον, επενδύοντας σε μακροπρόθεσμους στόχους, ενώ για τον ηλικιωμένο δεν είναι και τόσο λογικό αυτό.

Ο ηλικιωμένος είναι πιο πιθανό να επιλέξει έναν ή δύο στόχους που θα έχουν άμεσο θετικό αντίκτυπο στη ζωή του και να εστιάσει την ενέργειά του σε αυτούς.

Η θεωρία προβλέπει ποιοι στόχοι που συνεπάγονται σημαντικές συναισθηματικές εμπειρίες αποκτούν μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην τρίτη ηλικία.

Ο γηραιότερος ενήλικας προβλέπεται πως θα έχει σχετικά λιγότερα κίνητρα να αποκτήσει πληροφορίες για τον κόσμο και να απλώσει καινούργια κοινωνικά δίκτυα, αλλά και σχετικά περισσότερα κίνητρα για θετικές συναισθηματικές εμπειρίες, που μπορεί να επιτευχθούν με τη διατήρηση προσωπικά σημαντικών σχέσεων με την οικογένεια και τους παλιούς φίλους.

Ο γηραιότερος ενήλικας θα έχει περισσότερες πιθανότητες να επενδύσει ενέργεια σε ένα μικρό, επίλεκτο σύνολο κοινωνικών σχέσεων που θα επαυξάνει τη συναισθηματική εμπειρία.

Στην έρευνα της Carstensen et al. εξέτασαν τη Θεωρία κοινωνικοσυναισθηματικής επιλεκτικότητας. Στόχος ήταν να εξετάσουν την υπόθεση ότι τα ηλικιωμένα άτομα θα εστίαζαν την προσοχή στο να αυξήσουν τις τρέχουσες συναισθηματικές εμπειρίες ενώ οι νεότεροι ενήλικες σε πιθανότητα για το μέλλον.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας διαπιστώθηκε ότι οι ενήλικες της τρίτης ηλικίας επικέντρωσαν τις σκέψεις τους στις συναισθηματικές ιδιότητες των ανθρώπων του καταλόγου και έδωσαν λιγότερη προσοχή στο κατά πόσο μια συνάντηση με ένα δεδομένο άτομο θα τους παρείχε πληροφορίες πολύτιμες για το μέλλον. 

Οι ηλικιωμένοι ενήλικες αναγνωρίζοντας πως βρίσκονταν στα τελευταία έτη της ζωής τους φάνηκε να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στις κοινωνικές εμπειρίες που θα απέφεραν άμεσες συναισθηματικές απολαβές.

Επομένως, όταν ο χρόνος ζωής φαίνεται αρκετός και άφθονος, οι άνθρωποι εστιάζουν σε στόχους πληροφόρησης, μάθησης και διερεύνησης, ενώ όταν ο στόχος γίνεται αντιληπτός ως περιορισμένος (κυρίως στην τρίτη ηλικία), οι άνθρωποι στρέφονται σε στόχους συναισθηματικής ικανοποίησης και εγγύτητας, αναζητώντας θετικά συναισθήματα και αποφυγή της αρνητικότητας. 

 

Πηγή:

Cervone, D. & Pervin, L.A (2013). Προσωπικότητα. Έρευνα και εφαρμογές. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Τα βρέφη- ειδικοί και οι καθρεφτικοί νευρώνες

Σύμφωνα με τον Andrew Meltzoff, η ικανότητα του βρέφους να μεταβιβάσει τη γνώση αποτελεί ένα από τα πολλά παραδείγματα του τρόπου με τον οποίον τα αποκαλούμενα βρέφη –«ειδικοί» μπορούν να διδάξουν δεξιότητες σε άλλα βρέφη

 

Σύμφωνα με τις έρευνες του Meltzoff και των συνεργατών του, οι ικανότητές του αποκτώνται από τα βρέφη –«ειδικούς» διατηρούνται και αξιοποιούνται αργότερα σε εντυπωσιακό βαθμό. Η μάθηση μέσω της έκθεσης σε μια εμπειρία αρχίζει πολύ ενωρίς στη ζωή. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι ακόμη και βρέφη επτά εβδομάδων, αν παρατηρήσουν μια καινούργια συμπεριφορά ενός αγνώστου, μπορούν αργότερα να μιμηθούν τη συμπεριφορά αυτή. Π.χ. αν δουν έναν ενήλικα να βγάζει τη γλώσσα του, μπορούν να τον μιμηθούν.

Ορισμένοι ερευνητές της ανάπτυξης υποστηρίζουν ότι η ικανότητα των μικρών παιδιών να μιμούνται ίσως είναι εγγενής. Μάλιστα, έρευνες έχουν πρόσφατα εντοπίσει μια ομάδα νευρώνων στον εγκέφαλο που φαίνεται να σχετίζεται με την εγγενή ικανότητα για μίμηση.

Οι κατοπτρικοί νευρώνες είναι νευρώνες που ενεργοποιούνται όχι μόνον όταν ένα άτομο μιμείται μια συμπεριφορά, αλλά και όταν το άτομο απλώς παρατηρεί έναν άλλον να εκτελεί την ίδια συμπεριφορά. Π.χ. οι έρευνες για τη λειτουργία του εγκεφάλου δείχνουν ενεργοποίηση της εσωτερικής μετωπικής εγκεφαλικής έλικας, τόσο όταν το άτομο εκτελεί ένα συγκεκριμένο έργο όσο και όταν παρατηρεί ένα άλλο άτομο να διεκπεραιώνει αυτό το έργο. Οι κατοπτρικοί νευρώνες ίσως βοηθούν το βρέφος να κατανοήσει τις δράσεις των άλλων και να διαμορφώσει την προσωπική του θεωρία του νου.

Η δυσλειτουργία των κατοπτρικών νευρώνων ίσως σχετίζεται με την εμφάνιση διαταραχών σχετικών με τη θεωρία του νου στο βρέφος, όπως και με τον αυτισμό, μια ψυχολογική διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από σημαντικά συναισθηματικά και γλωσσικά προβλήματα.

Η άποψη ότι μέσω της παρατήρησης της συμπεριφοράς των άλλων παιδιών, τα βρέφη μαθαίνουν και αποκτούν νέες συμπεριφορές, δεξιότητες και ικανότητες έχει αρκετές εφαρμογές. Αφενός, η παραπάνω υπόθεση υποδεικνύει ότι η αλληλεπίδραση ανάμεσα στα βρέφη δεν προσφέρει μόνον κοινωνικά οφέλη˙ θα μπορούσε να επιδρά εξίσου και στη μελλοντική γνωστική τους ανάπτυξη. Ακόμη σημαντικότερο είναι ότι τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι το βρέφος μπορεί να ωφεληθεί από τη συμμετοχή του σε μονάδες παιδικής φροντίδας, όπως ο παιδικός σταθμός και το νηπιαγωγείο.

 

Feldman, S.R. 2019. Αναπτυξιακή ψυχολογία. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Η βιο-οικολογική προσέγγιση στην ανάπτυξη

Η βιο-οικολογική προσέγγιση υποστηρίζει την ύπαρξη 4 επιπέδων στο περιβάλλον, τα οποία ασκούν ταυτόχρονες επιδράσεις στη συμπεριφορά του ατόμου. Ο Bronfenbrenner πιστεύει ότι η ολοκληρωμένη κατανόηση της ανάπτυξης του ατόμου δεν είναι δυνατή αν δεν λάβουμε υπόψη το πώς το άτομο επηρεάζεται από αυτά τα 4 επίπεδα.

 

Το μικροσύστημα είναι το καθημερινό, άμεσο περιβάλλον στο οποίο ζουν τα παιδιά κάθε μέρα. Οι γονείς και άλλα άτομα που φροντίζουν το παιδί, φίλοι και δάσκαλοι ασκούν επιδράσεις, οι οποίες θεωρούνται μέρος του μικρού συστήματος. Όμως, το παιδί δεν αποτελεί παθητικό δέκτη αυτών των επιδράσεων.

Το μεσοσύστημα συνίσταται από συσχετίσεις ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία του μικροσυστήματος. Όπως οι κρίκοι σε μια αλυσίδα, το μεσοσύστημα συνδέει το παιδί με τους γονείς, τους μαθητές με τους δασκάλους, τους υπαλλήλους με τους εργοδότες και τους φίλους μεταξύ τους.

Το εξωσύστημα αντιπροσωπεύει γενικότερες επιδράσεις που περιλαμβάνουν θεσμούς της κοινωνίας, όπως η τοπική κυβέρνηση, η Κοινότητα, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, οι χώροι λατρείας και τα τοπικά μέσα ενημέρωσης.

Το μακροσύστημα αντιπροσωπεύει τις ευρύτερες πολιτισμικές επιδράσεις στο άτομο. Στοιχεία του μακροσυστήματος είναι η κοινωνία, σε γενικές γραμμές το είδος διακυβέρνησης, θρησκευτικά και πολιτικά συστήματα αξιών, όπως και άλλοι γενικοί παράγοντες.

 

Τέλος, το χρονοσύστημα εμπλέκεται σε όλα τα προαναφερθέντα επίπεδα. Περιλαμβάνει τις επιδράσεις στην ανάπτυξη των παιδιών που σχετίζονται με το πέρασμα του χρόνου, όπως τα ιστορικά γεγονότα (για παράδειγμα, η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους το 2001), αλλά και με πιο σταδιακές ιστορικές αλλαγές, (όπως η αλλαγή στο ποσοστό των γυναικών που εργάζονται έξω από το σπίτι).

Η βιο-οικολογική προσέγγιση, δίνει έμφαση στη διασύνδεση των ποικίλων επιρροών στην ανάπτυξη. Επειδή τα διάφορα επίπεδα συσχετίζονται το ένα με το άλλο, μια αλλαγή σε ένα τμήμα του συστήματος επηρεάζει τα υπόλοιπα.

Αντίθετα, πιθανές αλλαγές σε ένα από τα περιβαλλοντικά επίπεδα μπορεί να μην ασκήσουν σημαντικές επιδράσεις, αν τα άλλα επίπεδα παραμένουν σχετικώς σταθερά.

Με παρόμοιο τρόπο η βιο-οικολογική προσέγγιση δείχνει ότι οι επιδράσεις στα διάφορα μέλη της οικογένειας έχουν τουλάχιστον διπλή κατεύθυνση: οι γονείς μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των παιδιών, αλλά και τα παιδιά μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των γονέων τους. Τέλος, η βιο-οικολογική προσέγγιση υπογραμμίζει τη σημασία ευρύτερων πολιτισμικών παραγόντων που ασκούν επιδράσεις στην ανάπτυξη.

Οι αρχές του ατομικισμού, της κυρίαρχης δυτικής φιλοσοφίας δίνουν έμφαση στην ατομική ταυτότητα, τη μοναδικότητα, την ελευθερία και την αξία του ατόμου.

Συλλογικότητα είναι η αντίληψη-ιδέα ότι η καλή φυσική και ψυχική κατάσταση-ευεξία της ομάδας είναι σημαντικότερη από αυτήν του ατόμου. Τα άτομα που έχουν μεγαλώσει σε συλλογικές κοινωνίες τείνουν να δίνουν έμφαση στην ευημερία της ομάδας, στην οποία ανήκουν, μερικές φορές ακόμη και εις βάρος της δικής τους ευημερίας.

Αξιολόγηση της βιο-οικολογικής προσέγγισης

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η προσέγγιση δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στους βιολογικούς παράγοντες. Παρόλα αυτά η βιο-οικολογική προσέγγιση είναι σημαντική στη μελέτη της παιδικής ανάπτυξης, καθώς προβάλλει την ιδέα των πολλαπλών επιπέδων στα οποία το περιβάλλον επηρεάζει την ανάπτυξη των παιδιών.

 

Feldman, S.R. 2019. Αναπτυξιακή ψυχολογία. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Το φαινόμενο Σκρουτζ και η θεωρία διαχείρισης του τρόμου

Πώς αντιδρούν οι άνθρωποι όταν έρχονται αντιμέτωποι με τη θνητότητά τους; Οι υπενθυμίσεις της ύπαρξης του θανάτου πόσο επηρεάζουν τη συμπεριφορά μας;

Η επαφή με τη θνητότητα μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη φιλοκοινωνική συμπεριφορά, όπως η γενναιοδωρία, η ενσυναίσθηση και το νοιάξιμο για τους άλλους. Η υπενθύμιση ότι οι ζωές μας τελειώνουν με τον θάνατο οδηγεί τους ανθρώπους σε περισσότερες φιλανθρωπικές συμπεριφορές. 

 

Ο Σκρουτζ, ο ήρωας της Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας του Ντίκενς, συναντά το φάντασμα των Χριστουγέννων που του δείχνει πως η σκληρότητα και ο εγωισμός του έχουν επηρεάσει δυσμενώς τη δική του ζωή αλλά και τις ζωές των άλλων. Ο Σκρουτζ βλέποντας μια εικόνα από το δικό του μέλλον συνειδητοποιεί τον χαρακτήρα του και μετατρέπεται σε ένα άτομο με ευεργεσία και συμπόνια απέναντι στους άλλους. «Ο Ντίκενς μας λέει ότι θα πρέπει κανείς να τοποθετεί την καλοσύνη και το ενδιαφέρον προς τους άλλους πάνω από τον εγωισμό και τον υλικό πλούτο, αλλιώς τον περιμένει ένας άδοξος και μοναχικός θάνατος» (σελ. 687).

Επομένως, η συνειδητοποίηση της θνητότητας οδηγεί τους ανθρώπους σε φιλο-κοινωνικές συμπεριφορές. Οι αυξημένες φιλο-κοινωνικές συμπεριφορές αποτελούν έναν τρόπο διαχείρισης του υπαρξιακού φόβου της θνητότητας. Σύμφωνα με τη θεωρία διαχείρισης του τρόμου, οι άνθρωποι έχουν το κίνητρο να μειώσουν τον τρόμο που προκαλείται από το αναπόφευκτο του θανάτου.

Σε μια έρευνα των Jonas et al. (σελ. 687) μελετήθηκε η επίδραση της θεωρίας της διαχείρισης του τρόμου, παίρνοντας συνεντεύξεις από πεζούς που περπατούσαν προς ένα γραφείο τελετών του οποίου η επιγραφή έλεγε ‘’νεκροθάλαμος του Howe’’. Κάποιες συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν τρία οικοδομικά τετράγωνα μακριά από το γραφείο τελετών, ενώ κάποιες διεξήχθησαν ακριβώς μπροστά από το γραφείο τελετών και σε πλήρη θέα της επιγραφής. Μετά τη συνέντευξη, οι πεζοί βαθμολόγησαν διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις ως προς το όφελος που παρείχαν στους ανθρώπους. Οι φιλανθρωπικές οργανώσεις βαθμολογήθηκαν πιο ευνοϊκά όταν οι πεζοί βρίσκονταν μπροστά από το γραφείο τελετών.

«Όπως ο Σκρουτζ, είδαν τα Χριστούγεννα που θα ‘ρθουν»… (Hogg & Vaughan, 2010, σελ. 687).

 

Πηγή:

Hogg & Vaughan. 2010. Κοινωνική Ψυχολογία. Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Αντιγραφή στις εξετάσεις

Υπάρχουν χαρακτηριστικά προσωπικότητας που συσχετίζονται με την αντιγραφή στις εξετάσεις;

 


Η αντιγραφή στις εξετάσεις έχει ερευνηθεί διεξοδικά από τους κοινωνικούς ψυχολόγους. Σε μια πρώιμη έρευνα από τον MacKinnon (1933), ζητήθηκε από ορισμένα άτομα να επιλύουν μια σειρά από προβλήματα, ενώ γνώριζαν ότι οι απαντήσεις περιέχονταν σε βιβλία που ήταν δίπλα τους. Τους επιτρεπόταν να ανατρέξουν μόνο σε λίγα παραδείγματα από το βιβλίο και έπειτα έπρεπε να λύσουν τα υπόλοιπα μόνοι τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται. Το ερώτημα ήταν: ποιος θα αντέγραφε και θα αναζητούσε περισσότερες απαντήσεις στο βιβλίο από όσες επιτρεπόταν; Ο MacKinnon διέκρινε μεταξύ αντιγραφέων και μη αντιγραφέων:

·         Οι αντιγραφείς έτειναν να εκφράζουν θυμό απέναντι στη δοκιμασία περισσότερο από τους μη αντιγραφείς.

·         Οι μη αντιγραφείς κατηγορούσαν τους εαυτούς τους που δεν έλυσαν τα προβλήματα περισσότερο από τους αντιγραφείς.

·         Οι μη αντιγραφείς έτειναν να εκφράζουν λεκτικά το εκάστοτε πρόβλημα και να αναπτύσσουν εναλλακτικές στρατηγικές στα πλαίσια της προσπάθειας επίλυσής του.

·         Οι αντιγραφείς ήταν πιο καταστροφικοί ή επιθετικοί (κλωτσούσαν το πόδι του τραπεζιού ή χτυπούσαν τις γροθιές τους στο τραπέζι).

·         Οι μη αντιγραφείς συμπεριφέρονταν πιο νευρικά και έμοιαζαν περισσότερο ανήσυχοι.

Αρκετές εβδομάδες αργότερα, οι φοιτητές ερωτήθηκαν αν είχαν αντιγράψει. Εκείνοι που δεν είχαν αντιγράψει το είπαν ευθαρσώς˙ εκείνοι που είχαν αντιγράψει είτε το αρνήθηκαν είτε το παραδέχτηκαν αλλά είπαν ότι ένιωθαν ενοχές γι’ αυτό. Περαιτέρω έρευνες έδειξαν ότι τέτοια αισθήματα ενοχής αποτελούσαν αποφασιστικό παράγοντα για τον καθορισμό του κατά πόσο ένα άτομο είχε αντιγράψει ή όχι: το 84% των μη αντιγραφέων είπαν ότι θα ένιωθαν ενοχές αν επρόκειτο να αντιγράψουν. Εκείνοι που δεν αντέγραψαν ανέφεραν τη μεγαλύτερη ενοχή στη σκέψη της αντιγραφής˙ εκείνοι που είχαν αντιγράψει ανέφεραν τη μικρότερη ενοχή. Ο MacKinnon υπέθεσε ότι η τάση για αντιγραφή αποτελούσε προδιάθεση –ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας που ήταν εγγενές στον «αντιγραφέα» (σελ. 693).

Συνοπτικά, πολλοί άνθρωποι πρόθυμα παραδέχονται ότι προβαίνουν σε κάθε είδους περιστασιακή, ανήθικη ή παράνομη συμπεριφορά. Τα μη βίαια εγκλήματα όπως η απάτη, η φοροδιαφυγή, οι ασφαλιστικές απάτες, οι μικροκλοπές από καταστήματα και η αντιγραφή στις εξετάσεις, τα οποία μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες για τους άλλους, είναι ευρέως διαδεδομένα στην κοινωνία μας. Κάποιες φορές οι κοινωνικοί ψυχολόγοι ασχολούνται με αυτά τα πεδία, αναζητώντας όχι μόνο αίτια αλλά και λύσεις, όπως το σχεδιασμό διαφημιστικών εκστρατειών, κοινοτικών παρεμβάσεων και αποτρεπτικών παραγόντων βάσει τεχνικών παρακολούθησης (σελ. 694).

 

Πηγή:

Hogg & Vaughan. 2010. Κοινωνική Ψυχολογία. Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

 

Ο ατομικός, σχεσιακός και συλλογικός εαυτός

Ο εαυτός έχει μελετηθεί από πολλούς θεωρητικούς και έχει καθοριστεί με διάφορους τρόπους: πρόκειται για μια ολότητα; Για ένα ενιαίο σύνολο ή για μια δομή, που αποτελείται από διαφορετικά μέρη;

 

Οι Brewer & Gardner πρότειναν ότι ο εαυτός διαμορφώνεται με βάση το κοινωνικό πλαίσιο και περιέγραψαν τρεις μορφές του εαυτού:

Þ    Τον ατομικό εαυτό- που ορίζεται από τα προσωπικά χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τον εαυτό από όλους τους άλλους. Το άτομο είναι μια μοναδική οντότητα που φέρει τα δικά του χαρακτηριστικά, τις δικές του ικανότητες και προτιμήσεις. Το κάθε άτομο διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα άτομα, καθορίζοντας τη δική του ταυτότητα, αυτά που τον κάνουν να ξεχωρίζει και τον κάνουν να νιώθει μοναδικός.

Þ    Τον σχεσιακό εαυτό- που ορίζεται από τις δυαδικές σχέσεις που ενσωματώνουν τον εαυτό σε σημαντικούς άλλους ανθρώπους. Το άτομο διαμορφώνεται μέσα από τις διαπροσωπικές του σχέσεις, εστιάζοντας στην αμοιβαιότητα, τους δεσμούς και τις σχέσεις με τους άλλους. Το βασικό ερώτημα είναι πώς ο καθένας καθορίζει τον εαυτό του με βάση τους σημαντικούς άλλους.   

Þ    Τον συλλογικό εαυτό- που ορίζεται από τη συμμετοχή σε μια ομάδα που διαφοροποιεί το εμάς από το αυτούς. Το άτομο ως μέλος μιας ομάδας καθορίζει τον εαυτό του. Εστιάζοντας στην ομαδική ταυτότητα το άτομο αντλεί στοιχεία για τον εαυτό του.

Επομένως ο εαυτός έχει πολλαπλά επίπεδα και διαφορετικές πλευρές που ενεργοποιούνται ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον.

Αν βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον ανταγωνιστικό υπερισχύει ο ατομικός εαυτός και δίνουμε έμφαση στην προσπάθεια να ξεχωρίσουμε και να τα καταφέρουμε. Αν εστιάζουμε στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις, υπερισχύει ο σχεσιακός εαυτός, καθώς προσπαθούμε να διαμορφώσουμε στενές σχέσεις και να υπάρξουμε μέσα σε αυτές. Αν βρισκόμαστε μέσα σε ομαδικές αλληλεπιδράσεις ή συγκρούσεις ομάδων, αναδύεται ο συλλογικό εαυτός, καθώς προσπαθούμε να συνυπάρξουμε με τους υπόλοιπους μέσα στην ομάδα και να διατηρήσουμε τη συνοχή της ομάδας.

 

 

Πηγή:

Brewer, M. B., & Gardner, W. (1996). Who is this “We”? Levels of collective identity and self representations. Journal of Personality and Social Psychology, 71(1), 83–93.

Hogg & Vaughan. 2010. Κοινωνική Ψυχολογία. Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2025

Ψυχική ανθεκτικότητα στην ύστερη ηλικία

Μελέτη της λειτουργικότητας της προσωπικότητας στην ύστερη ηλικία.

Σε αντικειμενικές μετρήσεις αυτοεκτίμησης, αίσθησης αυτοελέγχου και ψυχολογικής ευζωίας έναντι της κατάθλιψης, οι ερευνητές βρίσκουν κανονικά ότι οι ηλικιωμένοι ενήλικες δεν είναι χειρότερα από τους μεσήλικες και τους νεότερους ενήλικες. 

 

Οι γηραιότεροι ενήλικες εκδηλώνουν μεγάλη ψυχική ανθεκτικότητα.

Είναι συνήθως ικανοί να αντιπαρέλθουν τις δυσκολίες που συνοδεύουν την πιο προχωρημένη ηλικία και να διατηρούν μια ισχυρή αίσθηση του εαυτού και προσωπική ευεξία.

Μια πρόκληση για τον επιστήμονα της προσωπικότητας είναι να κατανοήσει τις διεργασίες μέσω των οποίων πολλοί γηραιότεροι ενήλικες διατηρούν θετική αίσθηση για τον εαυτό τους.

Σύμφωνα με μια έρευνα των Baltes et al., οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι στη διαδικασία της ανάπτυξης ενυπάρχουν κάποιες αντισταθμίσεις. Όταν μετακινούνται από το ένα στάδιο της ζωής στο άλλο, οι άνθρωποι χάνουν ορισμένες ψυχολογικές ιδιότητες αλλά κερδίζουν άλλες.

Οι γηραιότεροι ενήλικες μπορεί να βιώνουν μια κατάπτωση σε βασικές γνωστικές λειτουργίες αλλά ίσως κερδίζουν σε προσωπική σοφία. 

Η έρευνα των Baltes et al. διαπίστωσε ότι τα κέρδη στη γνώση και τη σοφία που αποκτούν οι άνθρωποι με την ηλικία τους δίνουν συχνά την ικανότητα να αντισταθμίζουν τυχόν απώλειες στις γνωστικές ικανότητες.

Οι αναλύσεις του Baltes υποστηρίζουν την ύπαρξη ενός γενικού μοντέλου ψυχολογικής ανάπτυξης και την ψυχική ανθεκτικότητα στα ύστερα χρόνια της ζωής.

Οι άνθρωποι μπορούν να διατηρούν το ψυχολογικό ευ ζην τους επιλέγοντας συγκεκριμένα πεδία της ζωής τα οποία κατευθύνουν την ενέργεια και τις γνώσεις τους.

Αν και μπορεί να είναι δύσκολο για έναν γηραιότερο ενήλικα να διατηρήσει μια ποικίλη γκάμα δραστηριοτήτων μπορεί να παρουσιάσει εξαιρετικές ικανότητες να διατηρήσει υψηλά επίπεδα λειτουργικότητας και ευεξίας σε επιλεγμένους τομείς της ζωής. Εστιάζοντας την ενέργειά τους σε λίγες αλλά σημαντικές πτυχές της ζωής τους, οι γηραιότεροι ενήλικες καταφέρνουν να αντισταθμίσουν τη σωματική ή γνωστική κατάπτωση και να διατηρήσουν υψηλή την αίσθηση του ευ ζην.

Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούσαν συχνότερα στρατηγικές για κοινωνική ζωή είχαν υψηλότερο επίπεδο ευεξίας και θετικότερα συναισθήματα στην καθημερινή ζωή.

 

Cervone, D. & Pervin, L.A (2013). Προσωπικότητα. Έρευνα και εφαρμογές. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Ο κύκλος PDCA και το Mindfulness

PDCA: Plan- Do- Check- Act

Η φάση του Plan/ σχεδιάζω: η στιγμή που καθορίζουμε συγκεκριμένους στόχους και οραματιζόμαστε πως θα είναι το μέλλον αφότου θα έχουν υλοποιηθεί αυτοί οι στόχοι. 

 

Η φάση του Do/ κάνω: η εκτέλεση του σχεδίου που καταστρώθηκε στην προηγούμενη φάση. Στόχος κατά την εκτέλεση είναι η συλλογή των δεδομένων. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ημερολόγιο ή κάποια ηλεκτρονική συσκευή.

Η φάση του Check/ ελέγχω: η φάση της επαλήθευσης που προσανατολίζεται στην ανάλυση των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί στην προηγούμενη φάση. Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για στοχασμό ώστε να δούμε αν υπάρχει παρέκκλιση από το σχέδιο, αν έχουν υλοποιηθεί οι στόχοι ή όχι και αν θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της μη υλοποίησης των στόχων. Είναι σημαντικό να διερευνηθούν τα πραγματικά αίτια της αποτυχίας υλοποίησης των στόχων.

Η φάση του Act/ δρω- ενεργώ: αν τα πράγματα πήγαν καλά στην προηγούμενη φάση, τότε το άτομο προχωρά στη δράση. Αν τα πράγματα δεν πήγαν με βάση τους στόχους τότε θα πρέπει να γίνουν κάποιες προσαρμογές.

Οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται αβασάνιστα, καθώς είναι πολλοί οι παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.

Mindfulness: καλλιεργώ την πλήρη προσοχή

Πρόκειται για μια τεχνική πολύ χρήσιμη, καθώς μας επιτρέπει να ρέουμε και να εμβαθύνουμε σε αυτό που κάνουμε…

Είναι η ενσυνειδητότητα, που αποτελεί μια κατάσταση πλήρους προσοχής στην παρούσα στιγμή κατά την οποία, με ηρεμία και χωρίς προκαταλήψεις, έχουμε επίγνωση των συναισθημάτων, των αισθητηριακών εντυπώσεων, των σκέψεων και των κινήσεων του σώματος. Είναι δηλαδή μια κατάσταση όπου έχουμε πλήρη επίγνωση της στιγμής και είμαστε ικανοί να ζούμε το εδώ και το τώρα. 

 

Πηγή:

Έκτορ Γκαρθία και Φράνσεσκ Μιραλλιές. 2018. Η Μέθοδος Ικιγκάι. Εκδόσεις Πατάκη.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025

Ευαισθησία στην απόρριψη στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις

Σύμφωνα με τους Downey et al., η ευαισθησία στην απόρριψη αναφέρεται σε έναν ιδιαίτερο τρόπο σκέψης. Χαρακτηρίζεται από αγχογόνες προσδοκίες απόρριψης στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Μερικοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο να περιμένουν ότι μια σχέση, ακόμη κι αν πρόκειται για σχέση που εξελίσσεται πολύ καλά, θα οδηγηθεί σε χωρισμό. Τέτοια άτομα εμμένουν στην πιθανότητα ότι θα απορριφθούν και αγχώνονται για αυτό. Αυτός ο τρόπος σκέψης έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή μπορεί να βλάψει μια καλή σχέση. 

 

Ακόμη κι αν δεν βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, οι αγχογόνες προσδοκίες δημιουργούν διαπροσωπική ένταση που μπορεί να εξασθενήσει ακόμα και μια δυνατή σχέση. Οι προσδοκίες της απόρριψης μπορούν να αποτελέσουν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Οι Downey et al. αξιολογούν τις ατομικές διαφορές στην ευαισθησία απόρριψης μέσω ερωτηματολογίου. Στους συμμετέχοντες χορηγείται ένας κατάλογος διαπροσωπικών αιτημάτων. Για κάθε περίσταση, οι συμμετέχοντες υποδεικνύουν την υποκειμενική αίσθηση που έχουν για την πιθανότητα ο ερωτικός σύντροφός τους να αποδεχτεί ή να απορρίψει το αίτημά τους. Επίσης, οι συμμετέχοντες υποδεικνύουν το πόσο ανήσυχα ή αγχωμένα θα ήταν αναφορικά με την απάντηση του άλλου ατόμου για κάθε περίσταση.

Σε μια διαχρονική έρευνα σε φοιτητές έγιναν δύο μετρήσεις σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία: στις αρχές του ακαδημαϊκού έτους συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο. Τέσσερις μήνες μετά, εντόπισαν ένα υποσύνολο ατόμων που είχαν αρχίσει μια σχέση μετά τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου και τους ζητήθηκε να γράψουν αναφορά για τη νέα τους σχέση.

Συμπλήρωσαν μια μέτρηση για τις επώδυνες προθέσεις για τη νέα τους σχέση. Δόθηκαν στους συμμετέχοντες υποθετικές πράξεις που θα μπορούσαν να οφείλονται σε πολλές αιτίες και τους ζητήθηκε να δηλώσουν κατά πόσο κάθε πράξη ήταν μια ένδειξη ότι ο ερωτικός σύντροφος τους πλήγωσε σκόπιμα.

Οι ερευνητές είχαν τη δυνατότητα να καθορίσουν το εάν η ευαισθησία στην απόρριψη θα συντελούσε σε σκέψεις για την επικείμενη σχέση.

Τα ευρήματα αποκαλύπτουν πως όντως η ευαισθησία στην απόρριψη προέβλεπε πεποιθήσεις για τη νέα σχέση. Όσοι βρίσκονταν υψηλότερα στην ευαισθησία απόρριψης πριν αρχίσει η σχέση τους ήταν πιθανότερο να υποθέσουν ότι ο σύντροφός τους είχε κάποιες εχθρικές προθέσεις όταν η σχέση ήταν σε εξέλιξη.

Η ευαισθησία στην απόρριψη είναι μια μεταβλητή της προσωπικότητας σε συγκεκριμένο πλαίσιο. Αφορά ένα μοτίβο σκέψης που λαμβάνει χώρα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο: τα διαπροσωπικά σκηνικά στα οποία υπάρχουν πιθανότητες να μη γίνει το άτομο κοινωνικά αποδεκτό από κάποιους για τους οποίους νοιάζεται.

Οι Downey & Feldman συσχέτισαν την εντός πλαισίου μεταβλητή τους, την ευαισθησία στην απόρριψη, με καθολικές μεταβλητές χαρακτηριστικών ως εξής: προσδιόρισαν το κατά πόσο η ευαισθησία στην απόρριψη προέβλεπε σκέψεις για την εχθρότητα αφού εξήγησαν πρώτα τη σχέση ανάμεσα στις σκέψεις και σε διάφορες καθολικές εννοιολογικές κατασκευές της προσωπικότητας. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας που διεξήγαγαν βρήκαν ότι είναι σημαντικό η προσωπικότητα να μελετάται εντός συγκεκριμένου πλαισίου. Επίσης, βρήκαν ότι τόσο τα άτομα με ευαισθησία στην απόρριψη όσο και οι σύντροφοί τους αντλούν μικρότερη ικανοποίηση από τη σχέση τους, εν συγκρίσει προς τα άτομα που βρίσκονται χαμηλά στην ευαισθησία απόρριψης.

Είναι πιθανότερο να διαλυθούν οι σχέσεις ανθρώπων που βρίσκονται υψηλά στην ευαισθησία απόρριψης από ότι οι σχέσεις όσων δεν έχουν ροπή σε  αγχόγονες προσδοκίες απόρριψης. 

 

Πηγή:

Cervone, D. & Pervin, L.A (2013). Προσωπικότητα. Έρευνα και εφαρμογές. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Η Μέθοδος Ικιγκάι»

Του Έκτορ Γκαρθία και Φράνσεσκ Μιραλλιές

 

«Ξύπνα το αληθινό σου πάθος και πραγμάτωσε τους σκοπούς της ζωής σου».

 

 

«Αφού ανακάλυψαν τα κλειδιά της δραστηριοποίησης και της μακροζωίας με το έργο τους «Ικιγκάι: Tα μυστικά της Ιαπωνίας για μια μακρά και ευτυχισμένη ζωή» (μπεστ σέλερ που μεταφράστηκε σε περισσότερες από 60 γλώσσες), ο Έκτορ Γκαρθία (Κιράι) και ο Φρανσέσκ Μιράλλιες επανέρχονται στη χιλιόχρονη αυτή κουλτούρα για να γράψουν ένα πρακτικό βιβλίο ικανό να ισχυροποιήσει τους σκοπούς της ζωής μας ώστε να τους υλοποιήσουμε σήμερα κιόλας. Ικιγκάι σημαίνει «λόγος ύπαρξης» ή «πάθος της ζωής μας» στα ιαπωνικά, αλλά πώς να το βρει κανείς; Κι αν ήδη έχουμε βρει το ικιγκάι μας, πώς να το ενδυναμώσουμε για να εμπνεύσει όλες τις πλευρές της ύπαρξής μας;

Για να το πετύχουμε αυτό, το βιβλίο προτείνει 35 διαδρομές με πρακτικές ασκήσεις, για να οδηγήσουμε το τρένο των επιδιώξεών μας προς τον επιλεγμένο προορισμό, βοηθώντας ταυτόχρονα να αναδυθούν με φυσικό τρόπο από μέσα μας η ευτυχία και η ευεξία».

«Μας προτρέπει να απλοποιήσουμε τη ζωή μας επιλέγοντας τα πράγματα που μας δίνουν χαρά. Κατά τον ίδιο τρόπο που με το βιβλίο μου προσπάθησα να δώσω έμφαση στην αρχή πως πρέπει να διαλέγουμε τι θέλουμε να κρατήσουμε κι όχι τι θέλουμε να πετάξουμε, το Ικιγκάι αποδεικνύει πως το να μεγαλώνει κανείς είναι μια ευκαιρία για να συνεχίσει να είναι ενεργός, να συνεχίσει να χαμογελά, να συνεχίσει να δημιουργεί και να έρχεται σε επαφή με τους συνανθρώπους του». (Marie Kondo, συγγραφέας του Σπίτι σε τάξη, ζωή σε τάξη), (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

 

Μέσα από αυτό που δε σ’ αρέσει θα φτάσεις σ’ αυτό που σ’ αρέσει…

Πώς μπορούν οι άνθρωποι να ξανασυνδεθούν με το πάθος; Πολλοί άνθρωποι καταλήγουν να ζουν μια ζωή μες στην απάθεια, χωρίς αυθορμητισμό, δημιουργικότητα και χωρίς ενδιαφέρον για αναζήτηση του νοήματος της ζωής.

Το ικιγκάι είναι μια γιαπωνέζικη λέξη που δεν έχει ακριβή μετάφραση. Αναφέρεται στο νόημα της ζωής ή αυτό που σε κάνει να ξυπνάς κάθε μέρα με ενθουσιασμό. Η λέξη αποτελείται από το ‘’ίκι’’, που σημαίνει ζωή ή είμαι ζωντανός και ‘’γκάι’’ που σημαίνει αυτό που αξίζει τον κόπο, που έχει αξία. Οπότε είναι ‘’εκείνο για το οποίο αξίζει τον κόπο να ζει κανείς’’.

Σύμφωνα με τους Ιάπωνες, όλοι μας κρύβουμε μέσα μας ένα ικιγκάι ή και πολλά, κι αν μην το γνωρίζουμε ακόμα.

«Το να δεχόμαστε το πέρασμα του χρόνου ως μια ευκαιρία είναι βασικό για να είμαστε ευτυχισμένοι και να υλοποιούμε τους στόχους μας.

Το ικιγκάι μας μοιάζει πολύ με την αλλαγή: είναι μια σταθερά που μας συνοδεύει πάντα και μεταλλάσσεται ανάλογα με τη φάση της ζωής στην οποία βρισκόμαστε. Ο λόγος ύπαρξής μας στα δεκαπέντε μας χρόνια διαφέρει από αυτόν στα εβδομήντα μας.

Είναι ουσιώδες να είμαστε συντονισμένοι σε κάθε στάδιο με το ικιγκάι μας. Διαφορετικά, θα νιώθουμε ότι έχουμε λοξοδρομήσει από την πορεία μας και ότι οι εξωτερικές δυνάμεις έχουν πάρει τον έλεγχο της καθημερινότητας» (σελ. 17).   

 

Πηγή:

Έκτορ Γκαρθία και Φράνσεσκ Μιραλλιές. 2018. Η Μέθοδος Ικιγκάι. Εκδόσεις Πατάκη.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Παρουσίαση του βιβλίου: Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία από το sociall.gr

https://sociall.gr/politismos/vivlio/fwtographotherapeia-kai-paramythotherapeia-to-neo-vivlio-twn-psychologwn-elenis-papradopoulou-kai-nikou-kouravana-apo-tis-ekdoseis-aggelaki/

”Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία”: Το νέο βιβλίο των ψυχολόγων Ελένης Παπαδοπούλου & Νίκου Κουραβάνα από τις εκδόσεις Αγγελάκη

 

Μέσα από μια φωτογραφία ή ένα παραμύθι μπορούμε να φτιάξουμε μια αφήγηση που θα μιλάει για εμάς: τις σκέψεις, τα συναισθήματά μας, τις εμπειρίες, τους προβληματισμούς μας, τις ανησυχίες, τις προσδοκίες και τα όνειρά μας.

Η φωτογραφία και το παραμύθι ως ένα ερέθισμα μπορεί να μας οδηγήσει σε επαφή με τον εαυτό μας και μας δίνει τη δυνατότητα να τον γνωρίσουμε καλύτερα – να τον αφουγκραστούμε, να τον σκιαγραφήσουμε, να τον κατανοήσουμε, να του δείξουμε ότι είμαστε δίπλα του, κοντά του, έτοιμοι να τον παρηγορήσουμε, να τον στηρίξουμε, να τον ενθαρρύνουμε, να τον βελτιώσουμε…

Ένα βιβλίο που μας δείχνει πως η φωτογραφία και το παραμύθι θα μπορούσαν να γίνουν μέσα για θεραπεία και να βοηθήσουν τον θεραπευόμενο να ταξιδέψει στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, με τον περισσότερο ή λιγότερο γνωστό εαυτό του.

«Τα παραμύθια είναι κάτι παραπάνω

από αληθινά: όχι επειδή μας λένε ότι

υπάρχουν δράκοι, αλλά επειδή μας λένε

ότι μπορούμε να τους νικήσουμε».

Neil Gaiman

Το νέο βιβλίο «Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία»των ψυχολόγων Ελένης Παπαδοπούλου και Νίκου Κουραβάνα παρουσιάζει πώς η φωτογραφία και το παραμύθι μπορούν να μετατραπούν σε θεραπευτικά εργαλεία, βοηθώντας τον άνθρωπο να ανακαλύψει και να κατανοήσει βαθύτερα τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες του.

Με οδηγό την αφήγηση, ο αναγνώστης καλείται να ταξιδέψει στο παρελθόν, να σταθεί στο παρόν και να ατενίσει το μέλλον, συνομιλώντας με τον γνωστό ή λιγότερο γνωστό εαυτό του. Πρόκειται για ένα βιβλίο που ενώνει την τέχνη με την ψυχοθεραπεία και δείχνει πώς η εικόνα και η ιστορία μπορούν να γίνουν καταφύγιο, καθρέφτης και πηγή δύναμης.

Το βιβλίο «Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία» δεν είναι απλώς μια θεωρητική προσέγγιση, αλλά μια πρόσκληση σε προσωπική εξερεύνηση, θεραπεία και δημιουργική έκφραση.

«Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία»

Αθήνα, 2025 | Σελ. 236

Παρουσίαση του βιβλίου: Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία από το diastixo.gr

 https://diastixo.gr/

 

 

«Οι ιστορίες που αφηγούμαστε λένε κάτι για το ποιοι είμαστε». Moretti & Rossini, 2004

Μέσα από μια φωτογραφία ή ένα παραμύθι μπορούμε να φτιάξουμε μια αφήγηση που θα μιλάει για εμάς: τις σκέψεις, τα συναισθήματά μας, τις εμπειρίες, τους προβληματισμούς μας, τις ανησυχίες, τις προσδοκίες και τα όνειρά μας. Η φωτογραφία και το παραμύθι ως ένα ερέθισμα μπορεί να μας οδηγήσει σε επαφή με τον εαυτό μας και μας δίνει τη δυνατότητα να τον γνωρίσουμε καλύτερα – να τον αφουγκραστούμε, να τον σκιαγραφήσουμε, να τον κατανοήσουμε, να του δείξουμε ότι είμαστε δίπλα του, κοντά του, έτοιμοι να τον παρηγορήσουμε, να τον στηρίξουμε, να τον ενθαρρύνουμε, να τον βελτιώσουμε…

Ένα βιβλίο που μας δείχνει πώς η φωτογραφία και το παραμύθι θα μπορούσαν να γίνουν μέσα για θεραπεία και να βοηθήσουν τον θεραπευόμενο να ταξιδέψει στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, με τον περισσότερο ή λιγότερο γνωστό εαυτό του.

«Τα παραμύθια είναι κάτι παραπάνω από αληθινά: όχι επειδή μας λένε ότι υπάρχουν δράκοι, αλλά επειδή μας λένε ότι μπορούμε να τους νικήσουμε». Neil Gaiman

 

 

Παρουσίαση του βιβλίου: Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία από το theatromusicbooks.blogspot.com

https://theatromusicbooks.blogspot.com/2025/10/blog-post_179.html 

Ελένη Παπαδοπούλου & Νίκος Κουραβάνας: "Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν είναι στόχος να αλλάξει ο θεραπευτής τα γεγονότα της ζωής του θεραπευόμενου, αλλά να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει όσα του συνέβησαν".

Η φωτογραφία και το παραμύθι, δύο μέσα που παραδοσιακά συνδέθηκαν με τη μνήμη και τη φαντασία, αποκτούν στο βιβλίο «Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία» των Ελένης Παπαδοπούλου και Νίκου Κουραβάνα μια νέα, θεραπευτική διάσταση. Οι συγγραφείς μάς καλούν να ξαναδούμε τον εαυτό μας μέσα από εικόνες και αφηγήσεις, να αναμετρηθούμε με τις σκιές αλλά και τα φώτα της προσωπικής μας ιστορίας και να ανακαλύψουμε τρόπους επανανοηματοδότησης της ζωής μας. Στη συζήτηση που ακολουθεί, οι δύο δημιουργοί μιλούν για τη δύναμη της αφήγησης, τη θεραπευτική λειτουργία των συμβόλων και της φωτογραφίας, αλλά και για το πώς η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα προς τον αληθινό μας εαυτό.


Στο βιβλίο σας αναφέρετε ότι οι αφηγήσεις μας μιλούν για το ποιοι είμαστε. Πώς μπορεί η θεραπεία να βοηθήσει κάποιον να επαναδιαπραγματευτεί την προσωπική του αφήγηση;

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αφηγήσεις, είτε οι συλλογικές, είτε οι προσωπικές, λειτουργούν σαν καθρέφτες που μας δείχνουν ποιοι είμαστε, κι έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε ως προς το ποιοι θα θέλαμε να γίνουμε. Αποκτούμε, μάλλον τις περισσότερες φορές ασυνείδητα, επίγνωση σχετικά με το τι μας αρέσει στο είδωλο αυτό που βλέπουμε στον καθρέφτη για να το κρατήσουμε. Κι από την άλλη, όσα δεν μας αρέσουν έχοντας επίγνωση και γι’ αυτά, επιχειρούμε να τα αλλάξουμε ή τουλάχιστον να προσπαθήσουμε, καθώς θεωρητικά, δηλ. στα λόγια, μας είναι ευκολότερη η αλλαγή από όσο είναι στην πράξη. Δεν είναι, λοιπόν, και τόσο τυχαίες οι ιστορίες που λέμε για τον εαυτό μας, καθώς επιλέγουμε το τι θα αναδείξουμε και τι θα «ξεχάσουμε» και αυτή η διεργασία μοιάζει σαν να «υφαίνουμε» έναν ιστό όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αποκτούν συνοχή, νοηματοδότηση και αρμονία, κι έτσι αποφεύγουμε το χάος, τη διάσπαση, την ασυναρτησία. Μέσα από τις αφηγήσεις δηλαδή συγκροτούμε τον εαυτό και άρα διαμορφώνουμε τη δική μας μοναδική κι ανεπανάληπτη ταυτότητά μας. Ταυτότητα σημαίνει συγκρότηση πεποιθήσεων, αξιών, εμπειριών και όλων όσων μας συνδέουν με τις ρίζες μας, με το βαθύτερο είναι μας, με αυτό που πραγματικά είμαστε, δηλ. με τον αληθινό μας εαυτό.

Συνεπώς, όταν η διεργασία αυτή της αφήγησης γίνεται υπό το βλέμμα και κυρίως υπό την καθοδήγηση του θεραπευτή, όλες οι ασυνείδητες όψεις, γίνονται συνειδητές. Ο θεραπευόμενος μπορεί να πάει σε μεγαλύτερο βάθος σχετικά με το γιατί έχει «κατασκευάσει» τη συγκεκριμένη αφήγηση για τον εαυτό του κι ως εκ τούτου, μπορεί να ερμηνεύσει καλύτερα και ορθότερα σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές του, αναπλαισιώνοντας στρεβλούς τρόπους θέασης του εαυτού του, αλλά και του κόσμου που τον περιβάλλει. Μέσα στη θεραπεία, ο θεραπευόμενος έχει τη δυνατότητα να «επαναδιηγηθεί» την προσωπική του αφήγηση και να πάρει αποστάσεις από την παλιά του αφήγηση. Αν λόγου χάρη στην προσωπική του αφήγηση κάποιος χρησιμοποιεί φράσεις όπως: «μου άξιζαν να μου συμβούν αυτά που έπαθα», «δεν μου αξίζει να αγαπηθώ», «είμαι ένας αποτυχημένος κι έτσι θα είμαι…» κοκ, τότε με την παρέμβαση του θεραπευτή ο άνθρωπος θα βοηθηθεί να δει 1. Ποια γεγονότα «ξεχάστηκαν», 2. «ποιοι ενίσχυσαν αυτές τις σκέψεις», 3. Να εντοπιστούν «εναλλακτικές φωνές», όπως η φωνή του ανθρώπου που άντεξε και που ονειρεύεται ακόμη.   

Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν είναι στόχος να αλλάξει ο θεραπευτής τα γεγονότα της ζωής του θεραπευόμενου, αλλά να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει όσα του συνέβησαν, να αναγνωρίσει ότι του αξίζει να αγαπηθεί κι ότι το να μάχεται και να αγωνίζεται κάποιος δεν σημαίνει αποτυχία, αλλά το αντίθετο: αποτελεί επιτυχία, καθώς μας επιτρέπει να αλλάξουμε. 

Ποιο είναι το μεγαλύτερο θεραπευτικό όφελος που έχετε παρατηρήσει μέσα από την επαφή ενός ανθρώπου με μια φωτογραφία της ζωής του;

Ίσως, τα δάκρυα που έρχονται στα μάτια ενός ανθρώπου που κοιτάζει μια παλιά του φωτογραφία. Η επαφή με το συναίσθημα, που τόσο λείπει από τον σκληρό κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε. Η επαφή με ένα κομμάτι του εαυτού του που ίσως είχε ξεχάσει ή ίσως είχε απορρίψει, καθώς η ηλικιακή περίοδος που βρισκόταν στην φωτογραφία θα μπορούσε να συνδέεται και με ένα τραυματικό γεγονός, μια σημαντική απώλεια, συναισθηματική ή σωματική κακοποίηση, και γενικά κάποιον ανείπωτο πόνο που απλά θάφτηκε βαθιά κι έμεινε εκεί, σαν μια πληγή στην ψυχή που περιμένει με κάποιον τρόπο να λάβει τον «καθαρισμό» και την περιποίηση που δεν έλαβε τότε που έπρεπε.

Επομένως, η θέαση μιας φωτογραφίας μπορεί να φέρει στην επιφάνεια απροσδόκητα συναισθήματα, επιτρέποντας στον θεραπευόμενο τη βαθύτερη ενσυναίσθηση για τον «παλιό» του εαυτό, αναδεικνύοντας σκέψεις, φόβους, ελπίδες, βάσανα και δυσκολίες που ξεχάσαμε κι όμως που μας έχουν «σμιλέψει» σε αυτό τον άνθρωπο που είμαστε σήμερα. Τα όσα κάποιος πέρασε για να φτάσει στο σήμερα, θα πρέπει να επανεξεταστούν προκειμένου να αποκαλύψουν νέες πτυχές της ζωής του ατόμου. Αφενός, μια παλιά φωτογραφία ειδικά όταν συγκρίνεται με μια τωρινή φωτογραφία, επιτρέπει στον θεραπευόμενο να ξεσκεπάσει το άτομο που ήταν παλιά, να πει: «αυτός ήμουν εγώ» κι «αυτός είμαι τώρα». Έτσι, δίνεται μια μοναδική ευκαιρία αναπλαισίωσης και επανανοηματοδότησης στον θεραπευόμενο προκειμένου να αντικαταστήσει στρεβλές ή άκαμπτες και δυσλειτουργικές απόψεις αφήγησης του εαυτού όπως από: «Δεν ήμουν μόνο "θύμα" τότε», σε «ήμουν και εκείνος που άντεξε» ή από «Δεν ήμουν μόνο "χαμένος"», σε «ήμουν και εκείνος που πάλευε σιωπηλά». Με άλλα λόγια, θα λέγαμε ότι η φωτογραφοθεραπεία μας επιτρέπει να δούμε κριτικά την προσωπική μας αφήγηση κι έτσι να αναγνωρίσουμε και να επουλώσουμε παλιές μας πληγές, αλλά κυρίως να αποδεχθούμε αυτόν που είμαστε.

Τα παραμύθια συχνά μιλούν με σύμβολα. Πώς τα σύμβολα λειτουργούν θεραπευτικά σε σχέση με το συνειδητό και το ασυνείδητο;

Καταρχάς, θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε ότι το «σύμβολο» αποτελεί μορφή ή σχήμα ή εικόνα που σημαίνει «κάτι διαφορετικό», κάτι πιο βαθύ που συνδέεται με την ψυχή. Σύμφωνα με τον Φρόιντ, ο ψυχισμός μας μοιάζει περισσότερο με ένα παγόβουνο, όπου το «συνειδητό» αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου και βρίσκεται έξω από την επιφάνεια του νερού, κι άρα είναι εύκολη η πρόσβαση σε αυτό, και περιλαμβάνει όλα όσα λέμε, σκεφτόμαστε ή αντιλαμβανόμαστε, ενώ το «ασυνείδητο», βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και περιλαμβάνει εικόνες, αναμνήσεις, φόβους, επιθυμίες στις οποίες δεν έχουμε εύκολη πρόσβαση. Βλέπουμε, ότι για να μας εξηγήσει τη λειτουργία του ψυχισμού μας, ο Φρόιντ χρησιμοποιεί τον συμβολισμό του παγόβουνου, για να γίνουν πιο εύληπτα και κατανοητά όσα ήθελε να μας πει.

Θα λέγαμε λοιπόν, ότι κατά παρόμοιο τρόπο, το σύμβολο γεφυρώνει το ασυνείδητο με το συνειδητό κι ότι το σύμβολο όταν διεισδύει στον εσωτερικό μας κόσμο, περισσότερο το αισθανόμαστε, παρά το καταλαβαίνουμε. Για τον Γιούνγκ τα σύμβολα ήταν αρχέτυπα, δηλ. αναπαραστάσεις κοινές σε πολλούς πολιτισμούς καταδεικνύοντας την κοινή καταγωγή του ανθρώπινου γένους. Έτσι, τα παραμύθια καταφεύγοντας στη χρήση συμβόλων, πηγαίνουν βαθιά στο ασυνείδητο των ανθρώπων, σε χώρο, όπως εκείνον του παγόβουνου που δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση. Το ασυνείδητο, δεν αντιδρά με κριτική, κι έτσι το παιδί ή ο ενήλικας που ακούει ένα παραμύθι δεν κρίνει την αφήγηση της ιστορίας, αλλά τη νιώθει, την αισθάνεται και ταυτίζεται με τις αγωνίες του ήρωα. Δεν εξηγεί, δεν ερμηνεύει το παραμύθι αυτός που το ακούει κι έτσι το «σύμβολο» προσφέρει «απόσταση», μιαν απόσταση ασφαλείας, όπου ο θεραπευτής μπορεί να δουλέψει θεραπευτικά με έναν τρόπο ασφαλή. Ακόμη και το «τραύμα» που με δυσκολία περιγράφεται με λέξεις, μπορεί να συμβολιστεί όπως λ.χ. «με μια μάγισσα που φυλακίζει παιδιά στο σπίτι της» κι έτσι μέσα από απόσταση το παιδί επεξεργάζεται και μεταμορφώνει τα δικά του προσωπικά τραύματα, έχοντας κατά νου την ελπίδα ότι ο ήρωας δικαιώνεται πάντα στο τέλος και κατά παρόμοιο τρόπο και το ίδιο θα δικαιωθεί.  Τα παραμύθια προσφέρουν παρηγοριά. Ας μην λησμονούμε εξάλλου και την ετυμολογία της λέξης παραμυθία = παρηγορώ, ενθαρρύνω, εμψυχώνω.

Σε μια εποχή υπερπληροφόρησης και εικόνων που κατακλύζουν την καθημερινότητα, πώς η φωτογραφία ξαναβρίσκει τον ρόλο της ως «καθρέφτης» του εαυτού;

Πράγματι, αυτή η κατάσταση είναι γεγονός σήμερα. Όμως, η φωτογραφοθεραπεία μάλλον αποτελεί εκείνη τη χαραμάδα φωτός που αχνοφέγγει στο βάθος του τούνελ, αποτελώντας πυξίδα για όλους. Εν προκειμένω, υπάρχει εδώ μια ειδοποιός διαφορά, κι αυτή έγκειται στο γεγονός ότι στη φωτογραφοθεραπεία ο άνθρωπος φωτογραφίζει όχι για το “κοινό” αλλά για τον εαυτό του, και τότε η εικόνα μετατρέπεται σε ψυχικό καθρέφτη. Εκεί, κάθε σκιά, κάθε κενό, κάθε φως αποκτά υπαρξιακό νόημα. Οι περισσότερες εικόνες σήμερα δημιουργούνται για να δημιουργήσουν εντυπώσεις, όπως όμως κι ένα πυροτέχνημα, για λίγα ας πούμε δευτερόλεπτα. Όμως, στη φωτογραφοθεραπεία οι φωτογραφίες τραβιούνται για να θυμίζουν, για να μην οδηγηθεί το άτομο στη λήθη.  Ως εκ τούτου, μια φωτογραφία γίνεται έτσι καθρέφτης όχι μόνο του προσώπου, αλλά και του βιώματος, της ανάγκης, της σιωπής ή της ευφράδειας. Στην ταχύτητα της εποχής, κάθε φωτογραφία γίνεται εφήμερη.
Όμως όταν κάποιος σταθεί μπροστά σε μια φωτογραφία και την κοιτάξει με τα μάτια της ψυχής, τότε ξεκινά η εσωτερική αντανάκλαση. Σε αυτού του είδους την ενδοσκόπηση είναι σημαντικό να αναρωτηθεί κανείς: «Γιατί με αγγίζει αυτή η φωτογραφία;», «Τι λέει για εμένα, όχι για τον κόσμο;». Η φωτογραφία δεν χρειάζεται να κάνει κρότο σαν το πυροτέχνημα. Χρειάζεται σιωπή γύρω της για να ακουστεί. Η φωτογραφία τότε ξανά βρίσκει τον πραγματικό της ρόλο ως καθρέφτης εαυτού, καθώς, δεν τραβιέται για να τραβήξει τα φώτα πάνω της,
αλλά για να θυμίσει. Να θυμίσει ποιος ήσουν, ποιος νόμισες ότι είσαι, ποιος ίσως θα ήθελες να γίνεις.

Υπάρχουν συγκεκριμένα παραμύθια ή φωτογραφίες που θεωρείτε ότι έχουν ιδιαίτερη δύναμη σε θεραπευτικό πλαίσιο;

Θα λέγαμε από την εμπειρία μας ότι φαίνεται πως αυτά τα παραμύθια που έχουν ιδιαίτερη θεραπευτική δύναμη είναι εκείνα που δεν τα βρίσκουμε στις βιβλιοθήκες, ούτε στις βιτρίνες ή στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Πρόκειται για εκείνα τα παραμύθια στα οποία ο αφηγητής προσθέτει και διηγείται στοιχεία από την προσωπική ιστορία της ζωής του. Δοκιμάστε το αν θέλετε. Ρωτήστε τους παππούδες και τις γιαγιάδες σχετικά με το παραμύθι που διηγούνται στα παιδιά και θα ανακαλύψετε ότι μπορεί να ξεκινά όπως ένα γνωστό, αλλά μέσα στην ιστορία αρέσκονται να προσθέτουν προσωπικά τους βιώματα και να «υφαίνουν» την προσωπική τους αφήγηση σαν να ήταν παραμύθι. Επομένως, ξεχωρίζουν όχι γιατί η δύναμη αυτών των παραμυθιών είναι αντικειμενική ή μαγική, αλλά κυρίως διότι είναι βιωματική και ενεργοποιείται μέσα από τον ψυχισμό του ανθρώπου που τα «υφαίνει». Τι πιο όμορφο από αυτό;

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις φωτογραφίες. Οι προσωπικές φωτογραφίες και κυρίως οι παλιές ή ακόμη καλύτερα οι παιδικές φωτογραφίες ασκούν μια απίστευτη δύναμη στον ψυχισμό του ανθρώπου. Φαίνεται πως οι παιδικές φωτογραφίες διακρίνονται από πλούσια θεραπευτική δυναμική, καθώς βοηθούν στην επανένωση με το «εσώτερο παιδί» που κρύβουμε μέσα μας, αφυπνίζοντας όλα εκείνα τα κομμάτια που μάλλον ξεχάστηκαν, αλλά αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα παραμένουν βαθιά μέσα μας και δεν είναι άλλα από την ανάγκη για προστατευτικότητα, για τρυφερότητα, για αγκαλιές, κι ανεμελιά. Αχ αυτή η ανεμελιά, πόσο λείπει στους ανθρώπους και μαζί της εκείνη η παιδική αθωότητα, η γνώση ότι η μαμά ή ο μπαμπάς θα σε σώσει από τους κακούς.

Αμέσως μετά τις παιδικές φωτογραφίες, ιδιαίτερη θεραπευτική δύναμη παρουσιάζουν οι «οικογενειακές φωτογραφίες». Αυτή η κατηγορία φωτογραφιών έχει τόσα να πει για μεταβατικά συμβάντα όπως αποχαιρετισμοί, μετακομίσεις, νοσοκομεία, αλλά και καταστάσεις δύσκολες και τραυματικές, όπως απώλειες, πένθος που ξυπνούν ερωτήσεις του τύπου: «ποιος έλειπε;», «ποιος κοιτάζει ποιον» κοκ.   

Το βιβλίο σας είναι και μια πρόσκληση για προσωπική εξερεύνηση. Πώς μπορεί ένας αναγνώστης χωρίς θεραπευτικό υπόβαθρο να το αξιοποιήσει στην καθημερινότητά του;

Αυτή ήταν και μία ερώτηση που υποβάλαμε κι εμείς στον εαυτό μας κατά τη διάρκεια συγγραφής αυτού του βιβλίου και η αλήθεια είναι πως μας την θέτουν συχνά πυκνά όσοι αναγνώστες επιθυμούν να αγοράσουν το βιβλίο. Δεν απαιτείται να είναι κάποιος θεραπευτής για να διαβάσει και να χρησιμοποιήσει τις τεχνικές που προτείνονται στο βιβλίο. Ο αναγνώστης θα μπορούσε να εμπνευστεί από το βιβλίο και να φωτογραφίζει συχνότερα ό, τι τον συγκινεί, τον προβληματίζει ή τον γαληνεύει διατηρώντας έτσι ένα προσωπικό «άλμπουμ- ημερολόγιο» φωτογραφιών, όπου κάτω από κάθε φωτογραφία θα μπορούσε να γράφει μια σημείωση απαντώντας στις εξής ερωτήσεις: «γιατί τράβηξα αυτή την φωτογραφία;», «τι μου θυμίζει;», «αν μπορούσα να μπω στη φωτογραφία και να βρισκόμουν εκεί, τι θα έλεγα στον εαυτό μου;».

Ακόμη, το βιβλίο θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα και τον «οδηγό» για να ξαναδεί ο αναγνώστης τις δικές το παιδικές ή οικογενειακές φωτογραφίες  και να αναστοχαστεί τις διάφορες φάσεις ζωής του ή τις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους που εικονίζονται σε αυτές τις φωτογραφίες.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία μπορεί να έρθουν στην επιφάνεια διάφορα θετικά συναισθήματα όπως συγκίνηση, νοσταλγία ή κι αρνητικά συναισθήματα όπως θυμός ή πόνος. Ο αναγνώστης δεν χρειάζεται να λύσει τίποτα, απλά να αποδεχτεί όσα έρχονται στην επιφάνεια και να τα δει με διαφορετική ματιά. Με δυο λόγια, ο αναγνώστης μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το βιβλίο σαν έναν δρόμο που θα τον οδηγήσει σε μεγαλύτερη αυτογνωσία, δίχως να υπάρχει ανάγκη ειδικών γνώσεων.

Πώς αντιδρούν οι θεραπευόμενοι όταν για πρώτη φορά καλούνται να «διαβάσουν» τον εαυτό τους μέσα από μια εικόνα ή μια ιστορία;

Ομολογουμένως, οι αντιδράσεις που ξεδιπλώνονται ποικίλουν, καθώς αρκετές φορές το να καλείται ο θεραπευόμενος να «διαβάσει» τον εαυτό του μέσα από μια εικόνα ή μια ιστορία είναι γι’ αυτόν μια στιγμή αποκάλυψης αλλά και ευαλωτότητας. Έτσι, έχουν υπάρξει φορές που μπορεί να φέρει ο θεραπευόμενος στη συνεδρία κάποιο άλμπουμ και να βιώσει σιωπή ή αμηχανία, καθώς σε κάποια σελίδα του άλμπουμ παράπεσε μια φωτογραφία της πρώην συζύγου. Οπότε, κάποια βασικά συναισθήματα αναδύονται, όπως λ.χ. έκπληξη, άμυνα, φόβος.

Άλλες φορές εκδηλώνεται επίσης έκπληξη ως αντίδραση, και συνήθως συνδέεται με δάκρυα, εξαιτίας μιας ξαφνικής συγκίνησης. Τους ακούς τότε να λένε: «Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτή η φωτογραφία με έκανε να κλάψω…». Σε αυτές τις περιπτώσεις μια πληγή, μια ανάμνηση που είχε απωθηθεί βαθιά στο ασυνείδητο αναγνωρίστηκε και πλέον δουλειά του θεραπευτή είναι να μετατρέψει τη φωτογραφία σε ένα σημείο επιστροφής του θεραπευόμενου προς τον εαυτό του, όπου θα αναλύσει και θα θεραπεύσει τραύματα του παρελθόντος.

Κατά παρόμοιο τρόπο μέσα από την παραμυθοθεραπεία, κάποιοι μηχανισμοί άμυνας όπως η προβολή, μπορούν να βοηθήσουν το θεραπευόμενο άτομο να αποφορτιστεί από ζητήματα που το απασχολούν. Για παράδειγμα, το παιδί που ακούει για τη «μάγισσα που έχει φυλακίσει ένα παιδί στον πύργο της», ίσως πει: «αυτή η μάγισσα μου θυμίζει την μητριά μου, που με κλείνει στο δωμάτιό μου». Επομένως, η «προβολή» βοηθά τον θεραπευόμενο να αντιμετωπίσει εμμέσως ένα πρόβλημα, κι άρα να τακτοποιήσει ζητήματα όπως τραύματα, σχέσεις, οικογενειακά μοτίβα κοκ.

Αν έπρεπε να συνοψίσετε με μια φράση τι σημαίνει για εσάς η συνάντηση τέχνης και ψυχοθεραπείας, ποια θα ήταν αυτή;

«Όταν δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσει όσα νιώθει κανείς, τότε η τέχνη δανείζει λόγια κι έτσι προχωρά η θεραπεία».

 

Βλάρα Αλεξία, 17/10/2025