Σύμφωνα με τον Χόρχε Μπουκάι «ο
τρόπος είναι να ανακαλύψεις την πορεία και να αρχίσεις να βαδίζεις προς τα
εκεί. Είναι πιθανό να ξεκινήσεις μόνος, αλλά θα εκπλαγείς όταν συναντήσεις,
αργότερα στο δρόμο, όλους εκείνους που σίγουρα πορεύονται προς την ίδια
κατεύθυνση. Η τελευταία αυτή διαδρομή είναι μοναχική, προσωπική και
καθοριστική. Ωστόσο, μην ξεχνάς ότι είναι η γέφυρα που μας ενώνει με τους
άλλους, το μοναδικό σημείο επαφής που μας συνδέει αναπόδραστα με τον κόσμο έτσι
όπως είναι» (Μπουκάι, 2009: 9).
Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης: είναι ο
δρόμος που μας βοηθάει να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας και να αποδεχτούμε
οριστικά την ευθύνη για την ίδια μας τη ζωή. Κάποιοι βρίσκουν γρήγορα το
σύντομο μονοπάτι και ακολουθούν το σωστό δρόμο φτάνοντας στον προορισμό τους,
ενώ ταυτόχρονα γίνονται και οδηγοί των άλλων, ενώ κάποιοι χάνουν το δρόμο ή
καθυστερούν να φτάσουν. «Υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να φτάσει κανείς, αμέτρητες
προσεγγίσεις, χιλιάδες τρόποι, δεκάδες μονοπάτια που μας οδηγούν στη σωστή
κατεύθυνση. Ασφαλώς, υπάρχουν κάποιο δρόμοι που αποτελούν μέρος κάθε πορείας
που χαράξαμε. Δρόμοι που δε γίνεται να αποφύγουμε. Δρόμοι που πρέπει να διαβεί
κανείς αν θέλει να συνεχίσει. Δρόμοι για τους οποίους θα μάθουμε τα απολύτως
απαραίτητα, ώστε να φτάσουμε στο τελευταίο κομμάτι της διαδρομής» (Μπουκάι,
2009: 10).
Σύμφωνα με τον Μπουκάι εξαρτημένος
είναι αυτός που «κρέμεται από κάποιον άλλο, που ζει σαν να είναι κρεμασμένος
στον αέρα, χωρίς να στηρίζεται πουθενά, σαν να είναι ένα στολίδι για εκείνον
που το φοράει. Είναι εκείνος που έχει πάρει τον κατήφορο, μονίμως ατελής,
αιωνίως χωρίς λύση» (Μπουκάι, 2009: 19). Ακόμη κι όταν δεν εξαρτώμαστε από τους
άλλους για να μας πουν ποιοι είμαστε και να καθορίζουν την ταυτότητά μας, εξάρτηση
είναι κι όταν βλέπουμε μόνο με τα μάτια των άλλων. «Εξαρτώμαι σημαίνει
παραδίδομαι οικειοθελώς στον άλλο για να με κάνει ότι θέλει, να με πηγαίνει και
να με φέρνει, α ρυθμίζει τη συμπεριφορά μου σύμφωνα με τη δική του βούληση και
όχι τη δική μου» (Μπουκάι, 2009: 22). Επίσης, «συνεξαρτημένο είναι το ένα άτομο
που υποφέρει από μιαν εξάρτηση όμοια με οποιαδήποτε άλλη, με μόνη διαφορά, ότι
το ‘ναρκωτικό’ του είναι μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, ή ένα
συγκεκριμένο πρόσωπο» (Μπουκάι, 2009: 26). Η συνεξάρτηση αποτελεί μια
παθολογική μορφή εξάρτησης, όπου το άτομο νιώθει «δεν μπορώ να ζήσω χωρίς
εσένα», με τη σκέψη «αφού σ’ αγαπάω και σ’ αγαπάω ολόψυχα, δεν μπορώ να ζήσω
χωρίς εσένα».
Το συνεξαρτημένο άτομο ουσιαστικά
δεν αγαπάει, καθώς η αγάπη είναι θετική και μόνο ως δικαιολογία μπορεί να
χρησιμοποιηθεί στην εξάρτηση. Το συνεξαρτημένο άτομο χρειάζεται, απαιτεί,
εξαρτάται, αλλά δεν αγαπάει. «Καλό θα ήταν να ξεπεράσουμε την εξάρτησή μας από
συγκεκριμένα πρόσωπα, να εγκαταλείψουμε αυτές τις συμπεριφορές, και να
βοηθήσουμε τον άλλο να ξεπεράσει κι αυτός τη δική του εξάρτηση» (Μπουκάι, 2009:
27).
«Θα μου άρεσε πολύ να μ’ αγαπάνε
όσοι αγαπώ. Αν όμως κάποιος δεν μ’ αγαπάει, θα ήθελα να μου το πει και να φύγει
(ή να μη μου το πει, αλλά πάλι να φύγει). Γιατί δεν θέλω να είμαι δίπλα σε
κάποιον που δεν θέλει να είναι μαζί μου…» (Μπουκάι, 2009: 27). «Χειρίζομαι την
κατάσταση έτσι ώστε να εξαπατώ τον εαυτό μου, να πιστεύω ότι εξακολουθείς να μ’
αγαπάς, ότι συνεχίζεις να είσαι το στήριγμά μου, το μπαστούνι μου» (Μπουκάι,
2009: 28).
Κι αρχίζει ο κατήφορος: προσπαθώ να
σου γίνω απαραίτητος- σου δίνω ότι θελήσεις- φροντίζω να σε ικανοποιώ- είμαι
στη διάθεσή σου για ότι χρειαστείς- προσπαθώ να σε κάνω να μ’ έχεις ανάγκη-
προσπαθώ να δημιουργήσω μια σχέση υποτέλειας- το να με χρειάζεσαι μοιάζει τόσο
πολύ με το να μ’ αγαπάς.
Και φτάνω και στο πιο κάτω
σκαλοπάτι: προσπαθώ να σε κάνω να με λυπηθείς- η λύπηση μοιάζει στα μάτια μου
με την αγάπη- κάνω το θύμα- πώς μου το έκανες εσύ αυτό, σε μένα που σ’ αγαπάω-
δεν το περίμενα λέω και δείχνω την απογοήτευσή μου- σε διαβεβαιώνω πως δεν μ’
ενδιαφέρει αν δεν μ’ αγαπάς, εγώ πάντως σ’ αγαπώ…
Και προχωρώ στο ακόμη πιο κάτω
σκαλοπάτι: δεν ανέχομαι την αδιαφορία σου. Προσπαθώ να σε κάνω να με μισήσεις.
Εξαρτώμαι τόσο από σένα και το βλέμμα σου, που δεν αντέχω την αδιαφορία σου,
θέλω να ασχολείσαι μαζί μου, ακόμη και με το να με μισείς.
Και φτάνω και στο τελευταίο
σκαλοπάτι: προσπαθώ να σε κάνω να με φοβάσαι. Να φοβάσαι μέχρι που μπορώ να
φτάσω, τι μπορεί να κάνω σε σένα ή στον εαυτό μου.
«Όταν η αναζήτηση του βλέμματός σου
γίνεται εξάρτηση, η αγάπη μετατρέπεται σε αγώνα εξουσίας. Μπαίνουμε στον
πειρασμό να θέσουμε τον εαυτό μας στην υπηρεσία του άλλου, να εκβιάσουμε τον
οίκτο του, να τσακωθούμε μαζί του, κι φτάνουμε στο σημείο να τον απειλήσουμε με
εγκατάλειψη, με κακομεταχείριση, ή με τη δική μας συντριβή» (Μπουκάι, 2009:
30).
Στόχος είναι να εγκαταλείψουμε κάθε
εξάρτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα γίνουμε ανεξάρτητοι. Η ανεξαρτησία
είναι ένα ουτοπικό σημείο και ανέφικτο, καθώς προϋποθέτει πως θα είμαστε
αυτάρκεις. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να είναι απόλυτα αυτάρκης. Κανείς δεν
μπορεί να ζήσει χωρίς τους άλλους σε μόνιμη βάση. «Η ανεξαρτησία είναι αδύνατη…
η συνεξάρτηση είναι αρρωστημένη… η αλληλεξάρτηση δεν είναι λύση… και η εξάρτηση
δεν είναι επιθυμητή… τότε, δεν μένει τίποτα άλλο. Για αυτό κι εγώ, επινόησα μια
καινούργια λέξη: την αυτοεξάρτηση» (Μπουκάι, 2009: 32).
Αυτοεξάρτηση: «Δεν αρκούμαι σ’
αυτόν, ούτε εξαρτώμαι από αυτόν. Εξαρτώμαι μόνο από τον εαυτό μου. Ξέρω τι
χρειάζομαι, και αν δεν θέλει αυτός να μου το δώσει, μπορεί να θέλει κάποιος
άλλος…». «Ξέρω ότι έχω ανάγκη τους άλλους, ότι δεν είμαι αυτάρκης, αλλά ότι
μπορώ να κρατήσω την ανάγκη αυτή μαζί μου, να την αντέξω, μέχρι να βρω αυτό που
θέλω, τη σχέση ου ψάχνω κάτι να με στηρίξει, την αγάπη…» (Μπουκάι, 2009: 51).
Αυτοεξαρτώμαι: «αποδεικνύω ότι δεν
είμαι παντοδύναμος, ξέρω ότι είμαι ευάλωτος κι έχω την ευθύνη του εαυτού μου»,
«εγώ είμαι ο πρωταγωνιστής στη ζωή μου. Δεν είμαι ο μοναδικός ηθοποιός. Αν
ήμουν, το έργο μου θα ήταν αφάνταστα βαρετό» (Μπουκάι, 2009: 52). Θα πρέπει να
είμαι υπεύθυνος, να αναλάβω την ευθύνη του εαυτού μου, να γίνω κύριος της ζωής
μου για πάντα. Δεν μπορούμε όμως να δομήσουμε μια ζωή ανεξάρτητη, γιατί δεν
είμαστε αυτάρκεις και δεν μπορούμε να γίνουμε αυτάρκεις. «Ξέρω ότι είμαι
εξαρτημένος, αλλά για αυτή την εξάρτηση υπεύθυνος είμαι εγώ» (Μπουκάι, 2009:
52).
Ποιος είμαι, που πάω και με ποιον.
Θέλει όμως προσοχή, να μην αποφασίσω
πού θα πάω αναλόγως με ποιον είμαι. Θέλει προσοχή, να μην ορίσω ποιος είμαι από
το ποιος με συνοδεύει.
Δεν μπορώ να προσδιορίσω το δρόμο
μου βλέποντας το δικό σου, και δεν πρέπει να ορίζω τον εαυτό μου από τον δρόμο
τον οποίο πορεύομαι.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσω ότι:
εγώ είμαι αυτός που πρέπει πρώτα να ορίσω ποιος είμαι» (Μπουκάι, 2009: 54-55).
Όλοι είμαστε ανθρώπινα όντα με κοινά
χαρακτηριστικά, αλλά και άτομα με πράγματα μοναδικά και ξεχωριστά στον καθένα. Ως
ξεχωριστά όντα με μοναδικά χαρακτηριστικά, ως άτομα, δεν είναι σίγουρο πως θα
γίνουμε πρόσωπα. Για να μετατραπούμε σε πρόσωπα θα πρέπει να παραιτηθούμε από
κάποια πράγματα, να αποκτήσουμε κάποια άλλα, θα πρέπει να σκεφτόμαστε τον εαυτό
μας ως το επίκεντρο όλων των πραγμάτων που μας συμβαίνουν. Μπορούμε να ζητάμε
τη βοήθεια των άλλων, αλλά εξαρτώμαστε μόνο από τον εαυτό μας.
Σύμφωνα με τον Μπουκάι (2009: 59-60)
για να είμαι πρόσωπο σημαίνει ότι δίνω στον εαυτό μου τις εξής άδειες:
1. Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να
είμαι αυτός που είμαι, αντί να νομίζω ότι πρέπει να περιμένω να μου ορίσει
κάποιος άλλος πού θα έπρεπε να βρίσκομαι ή πώς θα έπρεπε να είμαι.
2. Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να
αισθάνομαι αυτό που αισθάνομαι, αντί να νιώθω αυτό που θα ένιωθαν οι άλλοι στη
θέση μου.
3. Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να
σκέφτομαι αυτό που σκέφτομαι και το δικαίωμα επίσης να το λέω αν θέλω, ή να μη
λέω τίποτα, αν δε με συμφέρει.
4. Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να
ρισκάρω ότι αποφασίζω εγώ να ρισκάρω, με τον μοναδικό όρο ότι δέχομαι να
πληρώσω εγώ ο ίδιος το τίμημα αυτού του ρίσκου.
5. Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να
ψάχνω αυτό που νομίζω ότι χρειάζομαι από τον κόσμο, αντί να περιμένω να μου
δώσει ο άλλος την άδεια να το αποκτήσω.
Το αυτοεξάρτητο άτομο καταλήγει να γίνει
πρόσωπο, που σημαίνει κύριος του εαυτού του. Και το να γίνει πρόσωπο είναι ο
μοναδικός δρόμος για να γίνει αυτοεξαρτώμενος. Δηλαδή να αναλάβει την ευθύνη
για τον εαυτό του. Για να βαδίσεις αυτό τον δρόμο πρέπει
«να είσαι σε θέση να το κάνεις,
να έχεις τα κατάλληλα εφόδια
και να πάρεις την απόφαση».
(Μπουκάι, 2009: 70)
Τα κύρια ορόσημα στο δρόμο της αυτοεξάρτησης
είναι:
- o Η αγάπη για τον εαυτό μας (υγιής εγωισμός, αυτοσεβασμός, αυτοεκτίμηση, συναίσθηση της υπερηφάνειας)
- o Η συνείδηση της διαφορετικότητας (Εσύ είσαι αυτός που είσαι και εγώ είμαι αυτός που είμαι. Μοιάζουμε αλλά δεν είμαστε το ίδιο. Δεν είμαι πανομοιότυπος μ’ εσένα κι εσύ δεν είσαι πανομοιότυπος μ’ εμένα. Είμαστε διαφορετικοί. Μερικές φορές, πολύ διαφορετικοί.)
- o Ικανότητα να υπερασπίζομαι το χώρο όπου βρίσκομαι και την προσωπικότητά μου (σταθερότητα στις αποφάσεις, όχι φόβος απόρριψης, θέτω όρια)
- o Αποδοχή της κατάστασης (ηρεμία της απουσίας επιτακτικής ανάγκης για αλλαγή, χωρίς να σημαίνει απουσία αλλαγής)
- o Τα βασικά βοηθήματα που έχουμε είναι: αυτοσυνείδηση, ικανότητα συνειδητοποίησης, κατηγορηματικότητα, ατομικές δεξιότητες, συναισθηματική ικανότητα, ευφυΐα, ηθικές αρχές, δύναμη της θέλησης, κουράγιο, γοητεία, επιδεξιότητα στα χέρια, υποκριτική ικανότητα, χάρισμα, αισθητικό βλέμμα, αντοχή, ικανότητα για μάθηση, δημιουργικότητα, αντίληψη, πείρα, διαίσθηση, ηθική πρόταση, αποδοχή)
- o Απόφαση για αυτονομία: σημαίνει θεσπίζω τους δικούς μου προσωπικούς κανόνες και ζω σύμφωνα με αυτούς. Όσο πιο κοντά είναι αυτοί οι κανόνες στην κοινωνία τόσο πιο ήρεμη και ευτυχισμένη ζωή μπορώ να εξασφαλίσω.
- o Αναγνώριση ότι η ιστορία σου είναι τώρα εσύ («Η προσωπική μου ιστορία μπορεί να καθορίζει την επιλογή μου, ωστόσο δεν μου αφαιρεί τη δυνατότητα να επιλέγω»).
- o Σημαντικό ρόλο παίζει η ελευθερία, που συνίσταται στην ικανότητά μου να επιλέγω στο μέτρο του εφικτού. Η επιλογή πρέπει να είναι δυνατή στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει να υπάρχουν δύο ή περισσότερες επιλογές ώστε να υπάρχει η δυνατότητα επιλογής και πρέπει να είμαι υπεύθυνος για αυτό που επιλέγω.
(Μπουκάι, 2009)
Μπουκάι, Χ.
(2009). Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης. Φύλλα
πορείας Ι. Αθήνα: opera.