Τα παλαιότερα χρόνια οι παππούδες
και οι γιαγιάδες διηγούνταν ένα παραμύθι που είχε τον τίτλο: «η καρδιά της
μάνας».
Το παραμύθι αυτό λέει πως κάποτε
ζούσε ένας άνδρας που ερωτεύτηκε κάποια γυναίκα. Αυτή η γυναίκα για κάποιον περίεργο λόγο, δε
ζήτησε τίποτα από τον ερωτευμένο άνδρα προκειμένου να ανταποκριθεί κι αυτή στον
έρωτά του, παρά μόνο ένα πράγμα που ενδεχομένως άξιζε περισσότερο από όλα τα
υλικά αγαθά του κόσμου. Ζήτησε, λοιπόν, να
της χαρίσει την καρδιά της μητέρας του.
Εκείνος δίχως δεύτερη σκέψη, ξερίζωσε την καρδιά της μητέρας του κι
έφυγε τρέχοντας για να της την χαρίσει.
Πάνω στη βιασύνη του και καθώς έτρεχε, κάπου σκόνταψε κι έπεσε. Τότε, ακούστηκε η φωνή της μάνας του να τον
ρωτά με αγωνία: «χτύπησες παιδάκι μου;».
Το παραμύθι προφανώς είναι
συμβολικό και αποδεικνύει πώς η λαϊκή σοφία μπορεί να φτάσει σε απίστευτα
ψυχαναλυτικά βάθη. Έτσι, πίσω από μια
τόσο δυνατή και σοκαριστική ιστορία μπορούμε να δούμε ότι σκιαγραφείται η απόλυτη
αφοσίωση του άνδρα προς την πρώτη του γυναίκα, τη μητέρα του, όπου πλέον για να
περάσει η σκυτάλη της απόλυτης αφοσίωσής του στη δεύτερη γυναίκα, θα πρέπει να
της δώσει τα διαπιστευτήριά του, ότι κράτησε απόσταση από αυτήν «σκοτώνοντάς»
την!
Ακόμη, όμως κι όταν «σκοτώσει» τη
μητέρα του, διαπιστώνει ότι δεν έχει καταφέρει να απαγκιστρωθεί απ’ αυτήν, αφού
η απάρνησή της και η θυσία της, εξακολουθούν να τον κρατούν ενοχικά
δέσμιο. Στην ουσία δεν υπάρχει κάποιο
σοβαρό δίλημμα για τον άνδρα, εφόσον γνωρίζει ότι αυτό που οφείλει να κάνει
είναι να «σκοτώσει» την ίδια του τη μητέρα, δηλαδή μεταφορικά να κόψει δεσμούς,
ώστε να καταφέρει να αφοσιωθεί στη σύζυγό του.
Μια τέτοια θυσία, όμως,
συνεπάγεται ενοχή η οποία κατακλύζει την ψυχή του. Άραγε πόσες φορές
διαπιστώνουμε το πόσο δύσκολο είναι για τον σύγχρονο άνδρα να αποκόψει τον
ομφάλιο λώρο με τη μητέρα του και όλο αυτό να έχει αντίκτυπο στις σχέσεις των
παντρεμένων ζευγαριών, ειδικά όταν χάνεται η ισορροπία και δεν μπορεί να
ιεραρχηθεί ακριβώς το που θα στραφεί η αφοσίωση από εδώ και πέρα; Στις ανάγκες
της μητέρας ή της συζύγου;
Όταν η πλάστιγγα γέρνει προς την
ικανοποίηση των αναγκών της μητέρας, τότε η σύζυγος παραπονιέται ξεστομίζοντας
μάλιστα υποτιμητικές και βαριές φράσεις όπως λόγου χάρη: «είσαι μαμάκιας», «δεν
έχεις ενηλικιωθεί ακόμη» κοκ, και κατ’ αυτό τον τρόπο επέρχεται σοβαρή τριβή
και φθορά στη σχέση του ζευγαριού. Από την άλλη, όταν η πλάστιγγα γέρνει προς
την ικανοποίηση των αναγκών της συζύγου, τότε η μητέρα παραπονιέται με τη σειρά
της ότι ο γιος της, την έχει ξεχάσει, ότι δεν την αγαπά όπως πριν ή ότι από την
ώρα που παντρεύτηκε, αυτή βιώνει μεγάλη μοναξιά και εξαιτίας αυτής της μοναξιάς
νιώθει στενοχώρια, θλίψη κι απογοήτευση για την κατάληξη που της επιφύλασσε η
μοίρα ή η ζωή δείχνοντάς της το πιο άσχημο πρόσωπό της.
Ο άνδρας δυσκολεύεται να βρει τη
χρυσή τομή, και μπερδεμένος καθώς είναι προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί
για να σταματήσουν τα παράπονα και οι καβγάδες, όμως τα παράπονα συνεχίζονται και
ο ίδιος προσπαθώντας να βρει σημεία επαφής με τη μητέρα και με τη σύζυγό του,
χάνει την επαφή με τον ίδιο του τον εαυτό.
Με απλά λόγια, στην προσπάθειά του να βάλει σε προτεραιότητα τις
συναισθηματικές ανάγκες των άλλων, έχει ξεχάσει τις δικές του ανάγκες.
Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό
να επισημάνουμε ότι η νοοτροπία της Ελληνίδας μάνας ότι ο γιος οφείλει να
αντικαταστήσει τον άνδρα της, είτε ύστερα από το διαζύγιο, είτε ύστερα από το
θάνατό του, είναι υπερβολική και παντελώς λαθεμένη. Δε θα πρέπει η μητέρα να
αποσκοπεί ή να προσδοκά με τα λόγια και με τη συμπεριφορά της στο να καλύψει ο
γιος της το συζυγικό κενό που αυτή βιώνει. Δυστυχώς, όταν καταφέρει η μητέρα να
περάσει τέτοιου είδους μηνύματα, όπως ότι ο γιος της οφείλει να αντικαταστήσει
τον απών πατέρα-σύζυγο, το κακό που θα κάνει στο γιο της είναι πολύ μεγάλο και
τις περισσότερες φορές οδηγεί στο να εμποδίσει το γιο της ακόμη και από το να
παντρευτεί ο ίδιος, ούτος ώστε να παραμείνει αφοσιωμένος στη μητέρα του.
Από την άλλη, θα πρέπει επίσης να
επισημανθεί ότι η νοοτροπία – στάση της συζύγου ότι ο άνδρας της θα πρέπει
έμπρακτα να δείξει ότι έχει κόψει δεσμούς με την μητέρα του, κρατώντας την στο
περιθώριο, σταματώντας να την βλέπει ή να της τηλεφωνεί κοκ είναι κι αυτή
υπερβολική και παντελώς λαθεμένη. Η μητέρα – πεθερά θα πρέπει να έχει έναν
ενεργό και εποικοδομητικό ρόλο στη ζωή του γιου της, αλλά όχι επεμβατικό, ούτε
επικριτικό ή συμβουλευτικό.
Χρειάζεται, λοιπόν, να επιβληθούν
από τον ίδιο άνδρα – γιο – σύζυγο κάποια όρια, σχετικά με το τι μπορεί αυτός να
δώσει συναισθηματικά, αλλά και με το τι συμπεριφορές
μπορεί να ανεχτεί. Πριν, όμως, ο άνδρας
θέσει τα όριά του, θα πρέπει ο ίδιος να έχει κατανοήσει το «πώς» και το «γιατί»
είναι εγκλωβισμένος μέσα σε δυσλειτουργικές σχέσεις που τον πνίγουν. Θα πρέπει,
επίσης να κατανοήσει ότι ούτε ο ασφυκτικός εναγκαλισμός με τη μητέρα είναι
λύση, ούτε επίσης, η ολοκληρωτική ρήξη κάθε δεσμού με αυτήν.
Τις περισσότερες φορές, δεν είναι
εύκολο να ανιχνευθούν, να εντοπιστούν, καθώς και να αντιμετωπιστούν όλες αυτές
οι δυσλειτουργικές σχέσεις από τα ίδια τα άτομα, τα οποία αφορούν. Γι’ αυτό είναι σημαντικό όταν υπάρχουν
εντάσεις μέσα σε ένα ζευγάρι που συνεχίζονται για μεγάλο χρονικό διάστημα και
αφορούν στις σχέσεις του ζευγαριού με τις μητέρες εκατέροθεν ή γενικότερα με τα
πεθερικά, τότε να ζητείται βοήθεια από κάποιον ψυχολόγο που ειδικεύεται στην
οικογενειακή θεραπεία ή στη θεραπεία ζεύγους.
Ζιούβας,
Χ. & Κατάκη, Χ. (2019). Άνδρας: Η σιωπηρή επανάσταση. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 376-377-378.