Ένα από τα συναισθήματα που
κυριαρχούν στο υιοθετημένο παιδί είναι το αίσθημα της απώλειας, που είναι πιο
έντονο όταν δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες ή δεν είναι διαθέσιμη η επαφή με
τους βιολογικούς γονείς. Το αίσθημα της απώλειας προκαλεί συναισθήματα θλίψης
και στεναχώριας στο υιοθετημένο άτομο, που μπορεί να έρχονται στην επιφάνεια σε
διαφορετικές στιγμές της ζωής του. Επιπλέον, το υιοθετημένο παιδί βιώνει
συναισθήματα εγκατάλειψης και ανεπάρκειας (ότι δεν είναι αρκετά καλό), που
συνοδεύονται από το γεγονός ότι έχει πληγωθεί από την απόρριψη που δέχτηκε από
τη μητέρα του. Σχετικά με την απόρριψη που έχει βιώσει σκέφτεται ότι η μητέρα
του επέλεξε να τον δώσει γιατί δεν ήταν αρκετά καλό ή ότι δεν το ήθελε αρκετά. Το
άτομο νιώθει πληγωμένο και ευάλωτο, ενώ τα συναισθήματα αυτά εντείνονται όταν
μαθαίνει ότι στην οικογένεια που γεννήθηκε έχουν γεννηθεί και άλλα παιδιά μετά
από το ίδιο.
Το υιοθετημένο παιδί έρχεται
αντιμέτωπο με ορισμένες ψυχολογικές επιπτώσεις εξαιτίας της κατάστασης
υιοθεσίας που έχει βιώσει. Μπορεί να εμφανίσει χαμηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης και
προβλήματα στην ανάπτυξη της ταυτότητας, νιώθοντας ότι δεν ανήκει κάπου και ότι
δεν γνωρίζει τις ρίζες του. Διαρκώς βιώνει έναν αγώνα να αντιμετωπίσει αυτά που
γνωρίζει, καθώς νιώθει αποκομμένο τόσο από την θετή του οικογένεια, όσο και από
την οικογένεια από την οποία προέρχεται. Τα θέματα αυτά είναι πιο έντονα όταν
το άτομο δεν έχει την ευκαιρία να αναπτύξει σχέση με τη βιολογική μητέρα, καθώς
και όταν δεν έχει άμεση πρόσβαση στις σχετικές με την υιοθεσία πληροφορίες.
Συχνά, οι λόγοι και ο τρόπος υιοθεσίας παραμένει ένα οικογενειακό μυστικό, που κρατείται
μακριά από την οικογένεια. Τα ζητήματα της ταυτότητας συνήθως συνοδεύονται από
το αίσθημα της ενοχής, καθώς το άτομο νιώθει άβολα να προδώσει την θετή του
οικογένεια ή να την πληγώσει εκφράζοντας την επιθυμία να γνωρίσει ή να
συναναστραφεί με τη θετή του οικογένεια.
Όσον αφορά την οικογένεια
προέλευσης, κάποια υιοθετημένα άτομα δεν εκφράζουν το ενδιαφέρον τους για την
οικογένεια στην οποία γεννήθηκαν. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε περιπτώσεις όπου το
παιδί μαθαίνει ότι υιοθετήθηκε γιατί η οικογένειά του για οικονομικούς ή
συναισθηματικούς λόγους δεν μπορούσε να το μεγαλώσει. Έτσι, το βλέπει σαν μια
«καλή συμφωνία» και εστιάζει στην τωρινή του οικογένεια, αφήνοντας το παρελθόν
στο παρελθόν. Το κάθε άτομο επιλέγει να γνωρίσει ή όχι τους γονείς από τους
οποίους γεννήθηκε, ανάλογα με τα συναισθήματά του και με το τι θεωρεί το ίδιο
ως λιγότερο πονετικό.
Είναι πιθανό το υιοθετημένο άτομο
να έχει αρκετά ερωτήματα σχετικά με τον εαυτό του, που πηγάζουν από τα
ερωτήματα και τις απορίες που έχει σχετικά με τις ρίζες της οικογένειάς του. Για
να μπορέσει να διαμορφώσει την ταυτότητά του και την αυτοεικόνα του έχει ανάγκη
να συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες και να έχει γνωρίσει τους βιολογικούς του
γονείς. Η υιοθεσία αποτελεί μια διαδικασία, που διαρκεί σε όλη τη ζωή του
ατόμου, καθώς το άτομο διαρκώς έρχεται αντιμέτωπο με ζητήματα που συνδέονται με
την υιοθεσία. Η υιοθεσία συμβάλλει και καθορίζει τη διαμόρφωση της ταυτότητας,
ακόμη και κατά την ενήλικη ζωή. Η δόμηση της ταυτότητας είναι πιο δύσκολη και
περίπλοκη στην περίπτωση του υιοθετημένου ατόμου, καθώς υπάρχουν πρόσθετα
ζητήματα που θα πρέπει να επιλύσει, όπως τους λόγους της υιοθεσίας, ποιοι είναι
και τι απέγιναν οι βιολογικοί γονείς και τι είδους χαρακτηριστικά των
βιολογικών γονέων έχει. Κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής, η ταυτότητα του
υιοθετημένου ατόμου περνά από ορισμένες φάσεις, που είναι η απουσία ή η άρνηση
επίγνωσης σχετικά με την υιοθεσία, η ανάδυση της επίγνωσης, που αναφέρεται στην
αναγνώριση ζητημάτων που συνδέονται με την υιοθεσία, ο κατακλυσμός από έντονα
αρνητικά συναισθήματα απώλειας, θυμού και στεναχώριας, η ανάδυση της επίγνωσης
και πάλι εστιάζοντας στις θετικές πτυχές της υιοθεσίας και η εύρεση ηρεμίας και
ισορροπίας, μέσα από την αποδοχή της υιοθεσίας.
Ιστοσελίδες:
https://www.mentalhelp.net/articles/long-term-issues-for-the-adopted-child/.
https://www.childwelfare.gov/topics/adoption/birthfor/emotional-impact/.