Μια
περίοδος δύσκολη, αλλά τόσο σημαντική! Ας την γνωρίσουμε καλύτερα…
Η
εφηβεία και η διάκρισή της σε περιόδους
Καταρχάς, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι χρονικά η εφηβεία θεωρείται
ότι καλύπτει ένα διάστημα 7-8 χρόνων, κυρίως εκείνο μεταξύ 12ου και
19ου έτους. Πολλοί ερευνητές
διακρίνουν την εφηβεία στις εξής περιόδους:
1)
Στην
προεφηβεία (11ος -13ος χρόνος) όπου αρχίζουν να
συντελούνται οι πρώτες διαφοροποιήσεις από την παιδική ηλικία.
2)
Στην κυρίως
εφηβεία (13ος / 14ος -18ος χρόνος) όπου
συντελούνται οι πρώτες βιοσωματικές και ψυχολογικές αλλαγές.
3)
Στην όψιμη
εφηβεία (18ος - 20ος χρόνος), όπου οι αλλαγές
αποκρυσταλλώνονται οριστικά αλλά το άτομο δεν έχει ακόμη, για διάφορους λόγους,
εισέλθει στην πλήρη ωριμότητα (Κουρκούτας, 2001, σσ. 26-27).
Βέβαια, αξίζει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, ότι ορισμένα άτομα δεν
εισέρχονται ποτέ στην κατάσταση του ενηλίκου.
Αυτό συμβαίνει αν η διαδικασία της εφηβείας παρατείνεται σε όλη τη
διάρκεια της ζωής, ενταγμένη σε μια ενήλικη λειτουργία χάρη στην επανάληψη
έντονων στιγμών πάθους, όπως καταστάσεις μεγάλων συγκρούσεων, έρωτα ή
καταστάσεις εξάρτησης από τα γονεϊκά μορφοείδωλα (Κιτσίκη, 2007, σ. 111).
Πάντως, η εφηβεία είναι η τελευταία φάση ανάπτυξης του ατόμου πριν την
οριστική είσοδό του στην ωριμότητα ή ενήλικη ζωή. Πρόκειται δηλ. για μία μεταβατική αναπτυξιακή
και αυτόνομη περίοδο, διαθέτοντας εγγενείς και ειδικούς αναπτυξιακούς
στόχους. Με άλλα λόγια οι αλλαγές που
συμβαίνουν στο άτομο είναι σε πολλά επίπεδα (γνωστικό, συναισθηματικό, σωματικό
κ.α.), οι οποίες σηματοδοτούν την πρόοδο του ατόμου προς μία συνολική
ψυχοσωματική ωρίμανση (Κουρκούτας, 2001, σσ. 27-28).
Είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη ότι σε γενικές γραμμές, η πορεία της
σωματικής ανάπτυξης του εφήβου χαρακτηρίζεται ως γενική, ανομοιόμορφη και
ιδιόρρυθμη: γενική, διότι η ίδια ανάπτυξη ισχύει για όλους τους εφήβους·
ανομοιόμορφη, διότι είναι διαφορετική στα δύο φύλα· και ιδιόμορφη, λόγω των
ατομικών διαφορών μεταξύ των εφήβων (Κουρκούτας,2001, σ.37). Κατά αυτή την έννοια, θα μπορούσε να
γενικεύσει κανείς αυτό τον συλλογισμό και για τα άλλα επίπεδα, μιας και ο κάθε
άνθρωπος είναι διαφορετικός, αλλά θα μιλήσουμε εκτενέστερα για τις αλλαγές που
συμβαίνουν στα διάφορα επίπεδα παρακάτω.
Η
περίοδος της προεφηβείας
Ας δούμε τι συμβαίνει στην προεφηβεία.
Η προεφηβεία είναι μία χρονική περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας τα
παιδιά αγωνίζονται να αποκτήσουν σταθερές ταυτότητες και η κουλτούρα των
συνομηλίκων δια μέσω της συμμετοχής τους σε ομάδες, τους παρέχει και μία
αίσθηση αυτονομίας από τους ενηλίκους και ένα πεδίο για να αντιμετωπίσουν τις
προκλήσεις και τις αβεβαιότητες μιας όλο και πιο πολύπλοκης
πραγματικότητας. Οι ομαδοποιήσεις με τα
παιχνίδια και τις φιλίες, επιτρέπουν στους προεφήβους να παρατείνουν λίγο
περισσότερο την παιδική ηλικία, αλλά ταυτόχρονα προετοιμάζονται για τη μετάβαση
στην εφηβεία (James Youniss, 1999, σ.70). Οι καθημερινές δραστηριότητες στις ομάδες,
παρέχουν την δυνατότητα στους προέφηβους να διαπραγματευθούν αλλά και να
εξερευνήσουν μια ποικιλία κανονιστικών προτύπων
που αφορούν σε ποικίλες διαδικασίες όπως την ατομική εμφάνιση και γενικά
την προβολή του εαυτού, την ανάπτυξη της φιλίας, τις σχέσεις με το άλλο φύλο,
τις προσωπικές φιλοδοξίες καθώς και τις σχέσεις με τους ενηλίκους ως
αυθεντίες. Όπως τα παιδιά της
προσχολικής ηλικίας, έτσι και οι προέφηβοι εμπλέκονται συχνά σε είδη παιχνιδιού
που χαρακτηρίζονται από την αμοιβαιότητα.
Βέβαια, οι προέφηβοι πλέον έχουν αναπτύξει αυξημένες γλωσσικές και
πνευματικές ικανότητες κι έτσι ασκούν καλύτερο έλεγχο στο πότε και πώς θα
γίνουν αυτά τα παιχνίδια. Οι προέφηβοι,
συμμετέχοντας σε οργανωμένα ή μη οργανωμένα παιχνίδια, είτε ακόμη σε λεκτικά
παιχνίδια, καθώς και στην από κοινού αφήγηση ιστοριών, εξερευνούν τους κανόνες
εξέλιξής τους και τις προσδοκίες από τον εαυτό τους, καθώς και τη θέση τους
μέσα στην ομάδα των συνομηλίκων αλλά και των ενηλίκων (James Youniss, 1999, σ.51).
Όπως τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας, έτσι και οι προέφηβοι, βλέπουν
τους ενήλικες σαν να έχουν απόλυτη εξουσία πάνω στην καθημερινή τους ζωή. Η διαμάχη με τους ενηλίκους είναι σχεδόν
συνεχής κυρίως εξαιτίας του αισθήματος αυξημένης αυτονομίας των προεφήβων. Οι προκλήσεις τους προς την εξουσία των
ενηλίκων γίνονται ξαφνικά πιο άμεσες και πιο εκλεπτυσμένες από εκείνες των
παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Οι προέφηβοι
αρέσκονται στο να έχουν το πάνω χέρι στη σχέση τους με τους γονείς και τους δασκάλους τους και συχνά κοροϊδεύουν
τους κανόνες των ενηλίκων και μιμούνται με μια δόση υπερβολής τη στάση των
ενηλίκων στην επιβολή των κανόνων (James
Youniss,1999, σ.66). Δηλαδή, οι προέφηβοι σε αντίθεση με τα παιδιά
της προσχολικής ηλικίας είναι πιο ευαίσθητοι σ’ αυτό που θεωρούν υποκρισία ή
αδικία των ενηλίκων και ενώνονται για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους με
ποικίλους τρόπους. Μπορούν ακόμη να
φτάσουν και να αντιμιλήσουν, να λογομαχήσουν ή και να υποδείξουν τις
αδικίες. Η ενεργή εναντίωση στην εξουσία
των ενηλίκων όταν μάλιστα συνοδεύεται από μια τιμωρία, συχνά χαίρει εκτίμησης
μεταξύ των προεφήβων. Αυτό συμβαίνει
διότι κερδίζοντας τη φήμη του ταραχοποιού, μπορούν να κατακτήσουν μια υψηλότερη
θέση στην ομάδα των συνομηλίκων (James
Youniss, 1999,σ.67).
Η
κυρίως εφηβεία
Είναι γεγονός αφενός ότι η κουλτούρα των εφήβων είναι συνέχεια της
αντίστοιχης κουλτούρας της παιδικής ηλικίας που την τροποποιεί ανάλογα με τους
στόχους και τις ιδιορρυθμίες της εφηβείας (Corsaro & Eder, 1990 στο James Youniss). Αφετέρου, είναι γεγονός ότι υπάρχει ένα σαφές εξελικτικό μοντέλο από
την παιδική ηλικία που περνάει από την εφηβεία και καταδεικνύει ότι οι
προσωπικότητες διαμορφώνονται μέσα σε ένα πολύπλευρο κοινωνικό σύστημα (James Youniss,1999, σ.38). Ο βαθμός εξέλιξης των παιδικών χρόνων αποτελεί
την προπαρασκευαστική φάση για την εξελικτική διαδικασία της ανάπτυξης. Βέβαια, οι συμπεριφορές που ο έφηβος
εκδηλώνει δεν μπορούν να θεωρηθούν μόνον σαν απότοκες του κοινωνικοπολιτισμικού
συστήματος μέσα στο οποίο ζει. Και αυτό
διότι ο τρόπος που οι νέοι αντιδρούν στις εξωτερικές κοινωνικές αλλαγές, είναι
εύκολο να μας παρασύρει και να μας απομακρύνει από την αναζήτηση της ατομικής
σημασίας και ιδιαιτερότητας που παρουσιάζει κάθε περίπτωση.
Η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόσμου, η αυξανόμενη αυτονομία από το
περιβάλλον, η εξάρτηση από νοητικές λειτουργίες, από σύνθετες διεργασίες όπως
είναι η φαντασίωση, οι συμβολικοί σχηματισμοί (λόγος) και η σκέψη, όλες αυτές
οι λειτουργίες θα πρέπει να αποτελούν το ειδικό αντικείμενο της ψυχολογικής
έρευνας, και μιας περαιτέρω έρευνας που όμως να μην ξεχωρίζει την ψυχοβιολογική
από την κοινωνική ανάπτυξη, διότι τότε κινδυνεύει να παραβλέψει καθοριστικά
στοιχεία απαραίτητα για την σωστή ερμηνεία της εφηβείας (Ζαχαρακοπούλου,1985,
σ.σ. 56-57).
Εν κατακλείδι, επιλέξαμε να αναλύσουμε την
περίοδο της εφηβείας έτσι όπως διαμορφώνεται στις δυτικές κοινωνίες, διότι σε
χώρες της ανατολής και πόσο μάλλον σε χώρες του Τρίτου Κόσμου, δεν βιώνονται
απαραίτητα οι συγκεκριμένες αλλαγές στην πορεία των ατόμων για αυτοπραγμάτωση.
Το να γνωρίσουμε όσο περισσότερα μπορούμε για την εφηβεία μας βοηθά να
κατανοήσουμε καλύτερα τους εφήβους και να αποκτήσουμε έναν μεγαλύτερο βαθμό
ενσυναίσθησης και αποδοχής τους, βοηθώντας τους να αποκτήσουν γερές βάσεις και
να ορθοποδήσουν στο υπέροχο ταξίδι που ονομάζεται ζωή!
Πηγές:
Ο έφηβος και η οικογένεια, Εύη
Ζαχαρακοπούλου, 1985, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, 1985.
Το εφηβικό Πάθος, Έλσα Σμιντ – Κιτσίκη,
2007, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2007.
Ψυχολογικά Θέματα Παιδιών και εφήβων,
Ιωάννης Κούρος, 1993, Τόμος Β΄, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1993.
Η ψυχολογία του Εφήβου, Θεωρητικά
ζητήματα και κλινικές περιπτώσεις, Ηλίας Ε. Κουρκούτας, 2001, Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα, 2001.
Ψυχική Υγεία και Ψυχοκοινωνική Ανάπτυξη
του Παιδιού και του εφήβου, Μ. Νασιάκου, 1985, Έκδοση Γενική Γραμματεία Νέας
Γενιάς, Αθήνα, 1985.
Ψυχολογία του Εφήβου, Εξέλιξη της
προσωπικότητας, κοινωνική προσαρμογή, πολιτική αγωγή, Σπύρου Ι. Τρυφωνοπούλου,
1980, Αθήνα, 1980.
Εφηβεία, Ωριμότητα και Τρίτη Ηλικία,
Nicholas Tucker, 1997, μτφρ. Ευαγγελία Γαλανάκη, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα,
1997.
Κατανόηση της κοινωνικής εξέλιξης,
James Youniss, 1999, μτφρ. Σταυρούλα Καλαϊτζή, Έκδοση Ελληνικού Ανοικτού
Πανεπιστημίου, Πάτρα, 1999.
Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.