Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2024

Προσβλητικά λόγια, ειρωνείες και κακίες….

Πώς αντιδράμε;

 

Ο θυμόσοφος λαός έχει ένα γνωμικό που περιγράφει πολύ καλά τη συνθήκη: «η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει». Σίγουρα κάποια στιγμή στη ζωή μας ερχόμαστε σε επαφή με ανθρώπους που δεν είναι και τόσο θετικά διακείμενοι απέναντί μας, και μέσα από κακεντρεχή και προσβλητικά σχόλια επιχειρούν να μας «τσακίσουν».  Τι κάνουμε τότε; Πώς αντιδράμε; 

Τις περισσότερες φορές αυτά τα φθονερά σχόλια έρχονται σαν κεραυνός εν αιθρία, σε ανύποπτο χρόνο και από κάποιο άτομο που μέχρι πρότινος δεν μας είχε δείξει σημάδια ότι θα μπορούσε να εκφραστεί με αυτό τον τρόπο για εμάς. Διαπιστώνουμε ότι αυτό το άτομο ίσως ήταν κοντά μας, ότι έμοιαζε φιλικό, χαμογελαστό, πρόσχαρο κοκ, κι έτσι μας σοκάρει η κακή συμπεριφορά του. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τι συνέβη. Γιατί στην αρχή ήταν φιλικό και κοντά μας και τώρα έχει περάσει στην επίθεση, εφόσον εμείς δεν έχουμε αλλάξει, ούτε έχουμε κάνει κάτι για να προκαλέσουμε κι ως εκ τούτου να «προσκαλέσουμε» προσβλητικά σχόλια που δεν μας αξίζουν.

Πολλά πράγματα μπορεί να έχουν συμβεί και να έχουν μεταστρέψει τη συμπεριφορά κάποιου ατόμου που τις πρώτες μέρες ή τον πρώτο καιρό ήταν φιλικό μαζί μας και τώρα εχθρικό ή ειρωνικό. Καταρχάς, η φιλική στάση αυτού του ατόμου μπορεί πράγματι να ήταν αληθινή αρχικά και να ήθελε πράγματι να γίνουμε φίλοι ή καλοί συνεργάτες, αλλά καθώς μας γνώριζε καλύτερα, έμπαινε σε μια διαδικασία σύγκρισης μαζί μας. Η σύγκριση έρχεται σχεδόν αυτόματα αν όχι σε όλους, στους περισσότερους ανθρώπους και το «γιατί εκείνος, κι όχι εγώ» ξεκινάει σαν το σαράκι και κατατρύχει τις ανθρώπινες σχέσεις, είτε πρόκειται για επαγγελματικές, είτε κοινωνικές, αλλά ακόμη και στενές διαπροσωπικές σχέσεις. Η σύγκριση φέρνει τον ανταγωνισμό, κι έπειτα ακολουθεί η ζήλεια κι ο φθόνος. Τα θεμέλια για τη φθορά της σχέσης αρχίζουν να χτίζονται.

Κι έτσι ξημερώνει μια μέρα που ξαφνικά ακούς αδιανόητα λόγια που αφορούν στο άτομό σου, τόσο πικρόχολα και φαρμακερά που ακόμη και το δηλητήριο της έχιδνας θα είχε καλύτερη γεύση. Το άτομο που ξεστόμισε προσβολές ίσως και να προετοίμαζε μέρες τώρα τις προσβολές του, σε αντίθεση με εσένα που από το σοκ έχεις παγώσει και αντιδράς με ένα παγωμένο χαμόγελο, κι αυτή είναι η μόνη σου άμυνα. Το δηλητήριο αρχίζει να διαπερνά κάθε μόριο της ψυχής σου και η απογοήτευση και η πικρία συγκλονίζουν όλο το είναι σου. Περνούν οι ώρες, περνούν οι μέρες και φέρνεις ξανά και ξανά τα προσβλητικά λόγια στο νου σου, αναμασώντας τα και με δυσκολία να τα χωνέψεις. Προσπαθείς να χρυσώσεις το χάπι δικαιολογώντας το άτομο, με σκέψεις ότι μάλλον δεν το εννοούσε έτσι όπως το εξέλαβα ή ίσως να έχει κι ένα δίκιο και ότι για το καλό μου, μου μίλησε με αυτό τον τρόπο κτλ κτλ. Όμως, ενίοτε θυμώνεις με τον εαυτό σου και μονολογείς: καλά κι εγώ γιατί δεν του απάντησα; Γιατί δεν ειρωνεύτηκα ή δεν βρήκα κάτι αντίστοιχο και πικρόχολο για να κάνω αυτό το άτομο να σιωπήσει μια για πάντα;

Δεν απάντησες με τον ίδιο τρόπο, γιατί δεν είχες μπει σε διαδικασία σύγκρισης μαζί του. Δεν ένιωθες μειονεκτικά, ούτε προετοίμαζες από μέρες μια ατάκα-κακία που θα φέρει σε αμηχανία τον άλλον. Δεν απάντησες κάτι, όχι γιατί το μυαλό σου δεν μπορούσε να σκεφτεί μια αντίστοιχη ατάκα-κακία, αλλά γιατί δεν είσαι άνθρωπος που λέει πικρόχολα σχόλια στους άλλους.

Ξέρεις κάτι όμως; Καλύτερα που δεν απάντησες με τον ίδιο τρόπο, γιατί τότε θα έπεφτες στο ίδιο επίπεδο με το άτομο που σου επιτέθηκε φραστικά. Και τότε θα του έδινες τη χαρά και την ικανοποίηση ότι εσύ είσαι που λες τις κακίες. Ούτως ή άλλως, τέτοιου είδους άτομα, είναι τυφλωμένα από το θυμό τους που δεν μπορούν να δουν και να εξετάσουν τα λόγια και τη συμπεριφορά τους.

Να θυμάσαι ότι αυτό το άτομο πλέον σου έχει δείξει τα «χαρτιά» του, κι αυτό είναι δώρο, καθώς γνωρίζεις ότι δεν μπορείς να βασιστείς πάνω του, ούτε να το εμπιστευθείς, ούτε μπορείς να προσδοκάς τίποτα. Αν παρατηρήσεις λίγο καλύτερα, θα δεις ότι αυτού του είδους οι άνθρωποι που σχολιάζουν ειρωνικά ή προσβλητικά τους άλλους έχουν ένα κοινό: θα αποφασίσουν να πουν την κακία τους παρουσία τρίτων, καθώς θέλουν να έχουν ένα κοινό που θα τους θαυμάσει για το πόσο έξυπνη ήταν αυτή η κακία που είπαν. Μπορεί τα τρίτα άτομα και να γελάσουν σε βάρος του ατόμου που δέχεται bullying, αντί να το υπερασπιστούν και να επιπλήξουν τον είρωνα. Όμως, μην πτοείσαι, σχόλια που δεν σου αξίζουν, μάθε να μην σε αγγίζουν. Η αδιαφορία σου και η αποφυγή αυτών των ατόμων είναι η καλύτερη απάντηση. Τις περισσότερες φορές η σιωπή είναι χρυσός!

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Η ανάπτυξη της επιθετικής συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία και την εφηβεία

Από την οπτική της κοινωνικής ψυχολογίας

 


Η επιθετικότητα εξαρτάται από ενδοπροσωπικούς και περιβαλλοντικούς- κοινωνικούς παράγοντες. Τι ρόλο παίζουν τα ελλείμματα στη ρύθμιση του θυμού, η θεωρία του νου και τα ελλείμματα στην εκτελεστική λειτουργία όσον αφορά την ανάπτυξη της προσωπικότητας; Πόσο σημαντική είναι η κοινωνική απόρριψη από τους μη επιθετικούς συνομηλίκους στην ανάπτυξη της επιθετικότητας, τι αντίκτυπο έχει η επιθετικότητα μέσα στη σχολική τάξη και τι ρόλο παίζει η έκθεση σε βίαια πρότυπα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας; Πώς αλληλεπιδρούν οι ατομικές προδιαθέσεις και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες κινδύνου για να εξηγήσουν την εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς;

Σύμφωνα με το μοντέλο της επεξεργασίας κοινωνικών πληροφοριών του Dodge, η επιθετική συμπεριφορά γίνεται αντιληπτή ως το αποτέλεσμα μιας αλληλουχίας αντίληψης και ερμηνείας των κοινωνικών ερεθισμάτων βασισμένης σε χαρακτηριστικούς τύπους επεξεργασίας της πληροφορίας.

Η εκτελεστική λειτουργία είναι μια γνωστική δραστηριότητα που διέπει τη στοχοκατευθυνόμενη δράση και τον σχεδιασμό της συμπεριφοράς και επιτρέπει τον σχηματισμό προσαρμοστικών αποκρίσεων σε νέες, πολύπλοκες ή αμφίσημες καταστάσεις. Είναι σημαντική για την αυτορρύθμιση, συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης του θυμού και αποτελείται από τέσσερις κύριες συνιστώσες: αναστολή, ενημέρωση της μνήμης εργασίας, μετατόπιση και προγραμματισμός. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η φτωχότερη εκτελεστική λειτουργία σχετίζεται με την αντικοινωνική συμπεριφορά. Τα ελλείμματα  στην εκτελεστική λειτουργία οδηγούν σε επιθετική συμπεριφορά.

Σύμφωνα με τη θεωρία του νου, τα άτομα με επιθετική συμπεριφορά δεν έχουν τις κατάλληλες νοητικές αναπαραστάσεις για να εξηγήσουν διάφορα γεγονότα και καταστάσεις. Η συναγωγή συμπερασμάτων που αφορούν πεποιθήσεις, προθέσεις ή επιθυμίες των άλλων αναφέρεται στη γνωστική θεωρία του νου και η συναγωγή συμπερασμάτων που αφορούν τα συναισθήματα των άλλων αφορούν τη συναισθηματική θεωρία του νου. Το άτομο δηλαδή δεν ξέρει πώς να ερμηνεύσει διάφορες συμπεριφορές, σκέψεις και συναισθήματα, με αποτέλεσμα να οδηγείται στην εκδήλωση επιθετικών συμπεριφορών.

Η έκθεση των παιδιών και των εφήβων στη μιντιακή βία ή η εμπλοκή σε βίαιες συμπεριφορές στην εικονική πραγματικότητα ενός ηλεκτρονικού παιχνιδιού συμβάλλει στην ανάπτυξη επιθετικών συμπεριφορών. Η μιντιακή βία οδηγεί σε αύξηση της επιθετικότητας, αυξάνοντας την προσβασιμότητα σε επιθετικές σκέψεις.

Λόγω της περιθωριοποίησης από μη επιθετικούς συνομηλίκους, τα επιθετικά παιδιά τείνουν να συνδέονται με άλλους επιθετικούς συνομηλίκους, σχηματίζοντας κοινωνικές ομάδες, στις οποίες η επιθετική συμπεριφορά είναι κανονιστικό στοιχείο. Τα παιδιά και οι έφηβοι που είναι περιτριγυρισμένοι από επιθετικούς συνομηλίκους, διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να γίνουν πιο επιθετικοί με την πάροδο του χρόνου.

Τα άτομα που περιβάλλονται από επιθετικούς φίλους είναι εκτεθειμένα στον κίνδυνο να επιτρέψουν στην επιθετικότητα να διεισδύσει σε άλλους τομείς της ζωής τους και να επηρεάσουν άτομα που δεν είχαν καμιά άμεση επαφή με την αρχική πηγή της επιθετικής συμπεριφοράς. Τα αρχικά λιγότερο επιθετικά άτομα επηρεάζονται περισσότερο αρνητικά από ένα υψηλό επίπεδο επιθετικότητας στην τάξη τους.

Στόχος των παρεμβάσεων θα πρέπει να είναι να προφυλάξουν τα άτομα αυτά από το να «κολλήσουν» την επιθετική συμπεριφορά των συνομηλίκων τους, εστιάζοντας στην αλλαγή των νορμών και των συμπεριφορών της τάξης και στην ενίσχυση του «ανοσοποιητικού συστήματος» των μη επιθετικών συνομηλίκων, ώστε αυτοί να είναι πιο ικανοί να απορρίψουν τις επιθετικές νόρμες και συμπεριφορές που επικρατούν τριγύρω τους μέσα στην τάξη.

 

Πηγή:

Krahe Barbara. Η ανάπτυξη επιθετικής συμπεριφοράς στην παιδική και στην εφηβική ηλικία. Στο βιβλίο των J.P. Forgas et al., Εφαρμογές της κοινωνικής ψυχολογίας. Εκδόσεις Πεδίο, σελ. 179-202.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

 

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Μειονότητες και εξουσία»

Των Παπαστάμου & Μιούνυ

 

«Ποια είναι η στρατηγική που ακολουθούν ή θα έπρεπε να ακολουθούν οι μειονότητες για να επηρεάσουν την ‘κοινή γνώμη’ και να την κάνουν να ενστερνιστεί τις νόρμες και τις κοινωνικές αξίες που διαδίδουν;

 

Ποιες οι σχέσεις που εγκαθιδρύονται ανάμεσα σε αυτούς τους κοινωνικούς φορείς και την εξουσία- άρχουσα ιδεολογία; Και ποιος ο καθοριστικός τους ρόλος στις διαδικασίες κοινωνικής επιρροής;

Αυτά είναι τα βασικά θεωρητικά προβλήματα στα οποία επιχειρούν να βρουν μια λύση οι συγγραφείς, βασιζόμενοι στα ευρήματα μιας σειράς πειραματικών εργασιών.

Το θέμα που πραγματεύεται αυτό το βιβλίο, πάντοτε επίκαιρο, είναι ικανό από μόνο του να κεντρίσει το ενδιαφέρον. Θέλουμε να πιστεύουμε πώς θα βοηθήσει επιπλέον τον Έλληνα αναγνώστη να σχηματίσει μια σαφέστερη εικόνα του τι είναι η κοινωνική ψυχολογία, και ότι θα συντείνει κατά κάποιον τρόπο στην εξοικείωσή του με το κάπως ιδιότυπο –και οπωσδήποτε πρωτόγνωρο- σκεπτικό που τη διακρίνει» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«Όπως έδειξε ο Tajfel και οι συνεργάτες του, η ταυτότητα ενός ατόμου δεν συνίσταται μόνο από τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας ή της ιδιοτυπίας του. Το γεγονός ότι ένα άτομο ανήκει σε μια ορισμένη κοινωνική κατηγορία ή ομάδα είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Η κοινωνική ταυτότητα ορίζεται λοιπόν από το σύνολο των κοινωνικών ταυτίσεων στις οποίες έχει προβεί ένα άτομο.

Το άτομο αυτό ανήκει σε διάφορες κοινωνικές ομάδες ή κατηγορίες. Για καθεμιά από αυτές έχει λοιπόν επεξεργαστεί διάφορες συγκεκριμένες νόρμες σχετικά με τη συμπεριφορά και τις εκτιμήσεις του. Η ταύτισή του δηλαδή με τη μια ή την άλλη κοινωνική ομάδα σημαίνει αυτοαπόδοση αυτών των στερεοτύπων χαρακτηριστικών όταν ορίζει τον ίδιο του τον εαυτό. Με την έννοια αυτή λοιπόν συμφωνούμε με τον Turner ο οποίος θεωρεί ότι οι διαδικασίες κοινωνικής επιρροής ουσιαστικά ανάγονται σε μια τέτοια αυτοαπόδοση στερεότυπων συμπεριφορών, αναπαραστάσεων και εκτιμήσεων της κατηγορίας ή της ομάδας που έχει εξέχουσα θέση μέσα στο κοινωνιοψυχολογικό πεδίο» (σελ. 97).

 

Πηγή:

Παπαστάμου, Στ. & Μιούνυ, Γκ. (2001). Μειονότητες και εξουσία. Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Κλινική Ψυχολογία και ψυχοπαθολογία»

«Το βιβλίο του Paul Bennett είναι η πρώτη πλήρης και έγκυρη ευρωπαϊκή προσπάθεια θεώρησης του πεδίου της κλινικής ψυχολογίας και ψυχοπαθολογίας. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σύγχρονο σύγγραμμα, στο οποίο περιγράφονται ένα μεγάλο εύρος ερευνητικών δεδομένων και ο τρόπος με τον οποίο αυτά βρίσκουν εφαρμογή στην κλινική πρακτική. 

Το βιβλίο χωρίζεται σε 2 μέρη. Στο πρώτο εξετάζονται με κριτικό τρόπο πολλά γενικά ζητήματα, όπως η έννοια της ψυχικής υγείας και της απόκλισης, τα κύρια και εναλλακτικά διαγνωστικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για την ταξινόμηση των ψυχικών διαταραχών και οι ψυχολογικοί, βιολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες, που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των διαφόρων διαταραχών. Γίνεται επίσης αναφορά σε ποικίλες ψυχολογικές και βιολογικές προσεγγίσεις για την πρόληψη και τη θεραπεία των ψυχικών διαταραχών.

Στο δεύτερο μέρος εξετάζονται σε βάθος οι αιτίες και οι παρεμβάσεις που έχουν προταθεί για μια σειρά διαταραχών, όπως η σχιζοφρένεια, η κατάθλιψη, οι σεξουαλικές δυσλειτουργίες, το άγχος και οι διαταραχές προσωπικότητας.

Για κάθε διαταραχή γίνεται αναφορά στις ψυχολογικές, κοινωνικές και βιολογικές θεωρήσεις αλλά και στην αποτελεσματικότητα ποικίλων θεραπευτικών παρεμβάσεων. Αξιολογούνται τα διαγνωστικά κριτήρια που προτείνει το DSM-IV-TR και αναλύονται σημαντικά διαπολιτισμικά ζητήματα.

Ένα ολοκληρωμένο εγχειρίδιο Κλινικής Ψυχολογίας και Ψυχοπαθολογίας, το οποίο θα αποτελέσει πολύτιμη πηγή γνώσεων για φοιτητές και επαγγελματίες ψυχικής υγείας, αλλά και για το σύνολο των επαγγελματιών υγείας, ανεξάρτητα από την ειδικότητά τους» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«Κοινωνική κοινωνικά αίτια ή κοινωνική ολίσθηση;

Έχουν προταθεί δύο υποθέσεις για την ερμηνεία των ευρημάτων που αφορούν τα υψηλότερα επίπεδα ψυχικών διαταραχών σε άτομα των χαμηλότερων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων.

Τα μοντέλα των κοινωνικών αιτίων υποστηρίζουν ότι τα υψηλότερα επίπεδα ψυχικών διαταραχών είναι αποτέλεσμα των μεγαλύτερων επιπέδων στρες που βιώνουν οι λιγότερο εύποροι: Αυτό σημαίνει ότι το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο προκαλεί προβλήματα ψυχικής υγείας.

Το μοντέλο της κοινωνικής ολίσθησης αντιτίθεται σε αυτή την άποψη. Υποστηρίζει ότι τα προβλήματα ψυχικής υγείας οδηγούν σε πτώση του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, όταν ένα άτομο αναπτύσσει μια ψυχική διαταραχή, γίνεται λιγότερο ικανό να διατηρήσει το οικονομικό του επίπεδο. Μπορεί δηλαδή να μην είναι σε θέση να παραμείνει στην εργασία του ή να συνεχίσει να εργάζεται υπερωριακά για τη διατήρηση του επιπέδου διαβίωσής του. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, μεταπίπτει χαμηλότερα στην κοινωνικο-οικονομική κλίμακα: με άλλα λόγια, τα προβλήματα ψυχικής υγείας προκαλούν χαμηλό κοινωνικο οικονομικό» (σελ. 183).

 

Πηγή:

Bennett, Paul. (2010). Κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία. Εκδόσεις Πεδίο.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.