Το τυπικό της παρουσίασης του νέου συντρόφου
«Πώς θα παρουσιάσει όμως κανείς τον νέο εκλεκτό στο παιδί του; Ο χρυσός κανόνας είναι να μην το φέρουμε μπροστά σε τετελεσμένο γεγονός. Το να πούμε στο παιδί ότι μια ‘φίλη’ ή ένας ‘φίλος’ θα έρθει να περάσει το Σαββατοκύριακό του, χωρίς να επεκταθούμε περισσότερο στο θέμα, αφήνοντάς το να ανακαλύψει μόνο του ότι ο γονέας του και αυτό το πρόσωπο κρατιούνται από το χέρι, φιλιούνται στο στόμα και κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι, είναι πάρα πολύ βίαιο. Το παιδί θα το ζήσει σαν αληθινή προδοσία. Επιβάλλεται λοιπόν να του μιλήσουμε πιο μπροστά, πολλές φορές, για να κάνουμε αυτό το πρόσωπο πιο οικείο και να προετοιμάσουμε τη γνωριμία του.
Από την άλλη, δεν τίθεται θέμα να ζητήσουμε τη γνώμη του παιδιού. ‘Θα σου άρεσε να δεις τον νέο αγαπημένο μου ή η νέα αγαπημένη μου;’ Όχι, δεν είναι δουλειά του παιδιού να διευθύνει την ερωτική και σεξουαλική ζωή των γονέων του. Θα το βάζαμε τότε σε μια θέση κυρίαρχη, πολύ δύσκολη και επιζήμια. Προειδοποιούμε το παιδί αλλά δεν το αφήνουμε την επιλογή. Είναι ο άνθρωπος που έχει επιλέξει ο γονιός του και με αυτή την ιδιότητα θα μπει στη ζωή του. Φυσικά, δεν είναι σίγουρο ότι η πρώτη επαφή θα είναι επιτυχής. Υπάρχουν μάλιστα πολλές πιθανότητες ο νεοαφιχθείς, παρά τα πλατιά χαμόγελά του, τα δώρα του, και ίσως την καλή του θέληση να μη γίνει αποδεκτός, να θεωρηθεί από το παιδί παρείσακτος και να του φερθεί αναλόγως. Οπωσδήποτε, στο κεφάλι του παιδιού είναι ο κλέφτης του μπαμπά ή της μαμάς. Είναι επίσης αυτός που παίρνει τη θέση του γονέα που δεν είναι εδώ, κι αυτός ίσως το πονάει: αν του δείξει σημάδια αγάπης θα είναι σαν να προδίδει τον πατέρα του ή τη μητέρα του. Και το χειρότερο, συχνά θεωρεί ότι το εμποδίζει να βιώσει το ‘οιδιπόδειο’ ήρεμα. Το κοριτσάκι που είχε φανταστεί τον εαυτό του ως άξια διάδοχο της μαμάς του δίπλα στον μπαμπά, θα δει με πολύ κακό μάτι την αντίπαλο που εμφανίστηκε από του πουθενά. Την ίδια μάχη δίνει και το αγοράκι για τον μέλλοντα πατριό.
Κάθε παιδί διαζευγμένων γονέων κουβαλάει μέσα του ένα πονεμένο παρελθόν, μια πληγή λίγο ή πολύ ανοιχτή, το βάρος της αποτυχίας του γονεϊκού ζεύγους. Πολύ φυσικό λοιπόν να μην είναι αναγκαστικά ιδιαίτερα ευγενικό με εκείνον ή εκείνη που ήρθε να του θυμίσει όλα αυτά. Αποτέλεσμα: ο πατριός ή η μητριά έρχεται να καταλάβει έναν χώρο πολύ μικρό, για να μην πούμε ανύπαρκτο…» (Μπερζέ & Γκραβιγιόν, 2004, σελ. 136-137)
Ο άχαρος ρόλος του πατριού και της μητριάς
«Είναι ωστόσο σαφές ότι δεν επιτρέπεται να αφήνουμε ένα παιδί να ανακατεύεται πολύ στην ιδιωτική ζωή του ενήλικα και να θέτει σε κίνδυνο με την επιθετική συμπεριφορά του την καινούργια σχέση που προσπαθεί να δημιουργήσει. Ούτε λόγος λοιπόν για υποχώρηση επειδή δεν τα πάνε καλά το παιδί και ο αγαπημένος! Πάντως μπορούμε να αποφύγουμε ορισμένα λάθη ώστε να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση του πατριού ή της μητριάς.
Ένας νέος σύζυγος που έρχεται με τη σθεναρή πρόθεση να μην κλιμακώσει τη βία, που επιθυμεί πραγματικά να σταματήσει τις προκλήσεις θα είχε όλες τις πιθανότητες με το μέρος του. Μερικά λόγια μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα απελευθερωτικά. Μπορούμε να πούμε σε ένα παιδί, όχι δίκην συνταγής, αλλά τη στιγμή που θεωρούμε ως την πλέον κατάλληλη:
«Ξέρω ότι ο ερχομός μου σου προκάλεσε σύγχυση. Εγώ πάντως έχω όλη την καλή διάθεση να σε αγαπήσω γιατί είσαι το παιδί του ανθρώπου που αγαπώ. Εσύ όμως δεν είσαι αναγκασμένο να με αγαπήσεις. Δεν ανήκω στην οικογένειά σου. Δεν είμαι ο πατέρας σου ή η μητέρα σου».
Έτσι απελευθερωμένο από μια ‘υποχρεωτική αγάπη’, το παιδί θα ανακουφιστεί από ένα βάρος» (Μπερζέ & Γκραβιγιόν, 2004, σελ. 137-138).
Η αυστηρότητα ή το ανακάτεμα στην ανατροφή του παιδιού μπορεί να τα καταστρέψει όλα. Το παιδί νιώθει ότι δεν έχει το δικαίωμα να του κάνει υποδείξεις ή να το διατάζει. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφήσει το παιδί να του φέρεται άσχημα. Οφείλει να του δείχνει σεβασμό όπως θα έδειχνε και σε έναν οικογενειακό φίλο ή σε οποιοδήποτε ενήλικα μέσα στην οικογένεια.
Το νέο πρόσωπο που έρχεται στη ζωή του παιδιού ως ζευγάρι του γονιού του θα πρέπει να είναι προετοιμασμένο για τις δυσκολίες που υπάρχουν. Το άτομο δεν θα πρέπει να έχει υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό του, ούτε να προσπαθήσει να αναλάβει ρόλους που δεν του αναλογούν. Συχνά τα παιδιά αποκρούουν τις καλές πράξεις και συμπεριφορές των συντρόφων του γονιού τους. Αυτοί προσπαθούν να συνεχίσουν να αποδεικνύουν τη στοργή τους και τις καλές τους προθέσεις και τα παιδιά συνεχίζουν να τους απορρίπτουν. Ο ρόλος της γυναίκας είναι πιο δύσκολος καθώς συνήθως συνδέεται με πιέσεις που ασκούνται ότι θα πρέπει να αγαπά και να νοιάζεται για τα παιδιά, ενώ δεν υπάρχουν αντίστοιχες προσδοκίες από τον άνδρα. Η απόρριψη των παιδιών μπορεί να προκαλέσει πόνο και θυμό στο νέο πρόσωπο μέσα στην οικογένεια, που νιώθει ότι δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στον νέο του ρόλο απέναντι στα παιδιά. Είναι σημαντικό τα νέα πρόσωπα –σύντροφοι του γονιού- μέσα στην οικογένεια να έχουν υπομονή και ρεαλιστικές προσδοκίες σχετικά με το πόσο αποδεκτοί μπορούν να γίνουν από το παιδί ή τα παιδιά, αλλά και με χαμηλές προσδοκίες και από τον ίδιο τους τον εαυτό –δεν χρειάζεται να αγαπήσουν τα παιδιά του νέου τους συζύγου. Για αρχή θα πρέπει και οι δύο πλευρές να μην έχουν την προσδοκία να αγαπούν ο ένας τον άλλο και να μπορούν ελεύθερα να απολαύσουν ο ένας τη συντροφιά του άλλου, χωρίς δεσμεύσεις και πιέσεις (Teyber, 2011).
Πηγές:
Μπερζέ, Μ. & Γκραβιγιόν, Ι. (2004). Οι γονείς μου χωρίζουν. Αισθάνομαι χαμένο. Αθήνα: Μπουκουμάνης.
Teyber, E. (2011). Τα παιδιά μετά τον χωρισμό. Μοντέρνοι καιροί.
Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου