Σύμφωνα με το μοντέλο διάλυσης της
σχέσης του Duck, η διάλυση δεν θεωρείται ένα στιγμιαίο γεγονός, αλλά μια
μακρόχρονη διαδικασία που περιλαμβάνει διαλυτικές καταστάσεις και φάσεις μέσα από
τις οποίες διέρχεται το άτομο στο πλαίσιο της σχέσης μέχρι να φτάσει στο
οριστικό φινάλε.
Το κάθε μέλος εμπλέκεται όλο και
περισσότερο σε γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο στη βίωση ενός ανικανοποίητου
για τη σχέση και για το σύντροφο, με αποτέλεσμα να επαναξιολογεί τον ίδιο τον
εαυτό του μέσα σε αυτή τη σχέση. Το
άτομο περνά από τη μία φάση στην επόμενη, όταν ξεπερνά κάποια μη
διαπραγματεύσιμα και επεξεργάσιμα σημεία, που ονομάζονται ουδοί.
Οι φάσεις διάλυσης μιας σχέσης
είναι οι εξής:
1. Το ενδοψυχικό στάδιο: ένας μελαγχολικός
στοχασμός
Το άτομο βιώνει μια κατάσταση κρίσης, προσπαθεί
για την εύρεση λύσεων ή για την αποκατάσταση.
«Δεν αντέχω αυτή την κατάσταση… Η σχέση μέσα στην
οποία βρίσκομαι με πνίγει… Με εκνευρίζουν τα πάντα μέσα σε αυτή τη σχέση…».
Το άτομο βλέπει μόνο τα σφάλματα και ελλείμματα
του συντρόφου, βιώνει έντονες εναλλαγές στη σχέση και αναζητά σε πραγματικό ή
συμβολικό επίπεδο εναλλακτικές σχέσεις με άλλους.
2. Το δυαδικό στάδιο: κάτι πρέπει να γίνει…
Το άτομο αναζητά τρόπους επίλυσης της κρίσης,
εργαλεία διαπραγμάτευσης, επινοεί λύσεις και παίρνει αποφάσεις, δοκιμάζοντας
την αποτελεσματικότητα αυτών στο ίδιο, στο σύντροφό του και στη σχέση. Συνήθως
υπάρχουν έντονες διαφωνίες ως προς την απόδοση ευθυνών για ότι οδήγησε τη σχέση
σ’ αυτή την κατάσταση…
«Έχω το δικαίωμα να σταματήσω να επενδύω στη σχέση
ή να αρχίσω να δίνω λιγότερα. Θα είχα δίκιο αν επέλεγα να φύγω από αυτή τη
σχέση».
Το άτομο νιώθοντας έντονα την έλλειψη ικανοποίησης
από το σύντροφό του και τη συγκεκριμένη σχέση βιώνει μια αναμόρφωση της σχέσης,
που μπορεί να εξελιχθεί σε απομάκρυνση των συντρόφων ή σε εκδήλωση σύγκρουσης,
σε ένα κατά μέτωπο ξεκαθάρισμα και απαιτείται ο επαναπροσδιορισμός των ορίων της
σχέσης.
Το άτομο σκέφτεται το μέλλον αυτής της σχέσης, ενώ
προβληματίζεται κυρίως για το κατά πόσο επιθυμεί και πραγματικά θέλει να
συνεχίσει να βρίσκεται σε αυτή τη σχέση.
3. Το κοινωνικό στάδιο: ας το πούμε πλέον… η σχέση
πλησιάζει στο τέλος της
Το άτομο χρησιμοποιεί και εξαντλεί τα συναισθηματικά
και γνωστικά αποθέματα που διαθέτει. Υπάρχει διαπραγμάτευση της κατάστασης των
πραγμάτων μετά τη διάλυση της σχέσης με το σύντροφο.
«Το πήρα απόφαση πλέον… Το εννοώ… Η κατάσταση δεν
πάει άλλο».
Σταδιακά, αρχίζει να συζητά με άλλους τα
προβλήματα που αντιμετωπίζει στη σχέση του ή την έλλειψη ικανοποίησης που
νιώθει, καθώς αυτός είναι και ένας τρόπος να τα παραδεχτεί και να τα
συνειδητοποιήσει και το ίδιο.
Η δημοσιοποίηση της κατάστασης της σχέσης
περιλαμβάνει την υποστήριξη και βοήθεια από τους άλλους, αλλά και την
αναγνώριση της προσωπικής άποψης για το πρόβλημα.
Το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με το δίλημμα: μένουμε
μαζί ως σχέση ή ο καθένας ακολουθεί ξεχωριστά το δικό του δρόμο;
4. Το τελικό στάδιο του στολίσματος του τάφου: η
σχέση είναι πλέον νεκρή…
Όταν το άτομο εξαντλήσει τα συναισθηματικά και
γνωστικά αποθέματα καταλαβαίνει πως η λύση είναι η διάλυση της σχέσης.
«Ο χωρισμός είναι πλέον αναπόφευκτος… Η μόνη λύση
στην περίπτωσή μας».
Η διάλυση της σχέσης θεωρείται πλέον αναπόφευκτη.
Το άτομο προσπαθεί να αποδεχθεί τη νέα κατάσταση.
Βιώνει πένθος και αναζητά τρόπους να τακτοποιήσει
μέσα του τα κομμάτια του εαυτού του.
Ταυτόχρονα νιώθει και μια αυτοδικαίωση, καθώς
εστιάζει στα αίτια που το οδήγησαν στο χωρισμό και σε όλα όσα δεν βίωνε μέσα σε
αυτή τη σχέση.
Φτάνοντας στο τέλος αυτής της σχέσης μας μένει η ανέγερση
της επιγραφής αναφορικά με τη σχέση: τι θα κρατήσουμε από αυτή, τι αναμνήσεις
επιλέγουμε να πάρουμε μαζί μας…
Η σχέση κλονίζεται… «Μια νέα ζωή μοιάζει να είναι
η μόνη λύση. Υπάρχουν διαθέσιμοι εναλλακτικοί σύντροφοι. Υπάρχει η προσδοκία
ότι η σχέση θα αποτύχει. Υπάρχει έλλειψη δέσμευσης σε μια συνεχιζόμενη σχέση» (Hogg & Vaughan, 2010: 651).
Βιώνοντας τη φθορά επιλέγουμε:
μια ενεργητική στάση, υιοθετώντας συμπεριφορές
έκφρασης, αναζητώντας τρόπους βελτίωσης της σχέσης ή συμπεριφορές εξόδου,
επιλέγοντας τον τερματισμό της σχέσης
ή
μια παθητική στάση, υιοθετώντας μια στάση
αφοσίωσης στη σχέση, περιμένοντας να συμβεί κάποια βελτίωση ή μια στάση
παραμέλησης, επιτρέποντας τη συνέχιση της φθοράς μέχρι τη διάλυση.
-Από τη στιγμή που η σχέση αγάπης δεν με οδηγεί προς εμένα,
από τη στιγμή που εγώ έχω μια σχέση αγάπης που δεν οδηγεί το άλλο πρόσωπο στον
εαυτό του, τότε αυτή η αγάπη, έστω κι αν φαίνεται σαν ο πιο σίγουρος εκστατικός
δεσμός που γνώρισα ποτέ μου, δεν είναι αληθινή αγάπη.
-Γιατί αν αυτός που αγαπά στέκεται στο δρόμο του άλλου, τότε
πια δεν τον αγαπά.
ΛΕΟ
ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ
Hogg, M.A., & Vaughan, G.M. (2010). Κοινωνική
Ψυχολογία. Αθήνα: Gutenberg.
Μπορούμε να αναγνωρίσουμε την αρχή και το τέλος της αγάπης από
την αμηχανία που αισθανόμαστε όταν είμαστε μόνοι μαζί.
Jean de La Bruyère
Νιώθω πως έχει χαθεί,
κι όμως δεν ξέρω πότε έφυγε.
Γουίλιαμ Σαίξπηρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου