Οι δηλώσεις άρνησης είναι κάτι που δεν συνέβη, δεν υπάρχει, δεν είναι αληθές ή δεν είναι γνωστό. Σύμφωνα με την ψυχανάλυση, η άρνηση είναι ένας ασυνείδητος μηχανισμός άμυνας για την αντιμετώπιση της ενοχής, της ανησυχίας και άλλων αρνητικών συναισθημάτων που ξυπνά η πραγματικότητα. «Η ψυχανάλυση εμποδίζει την πληροφορία που είναι αδιανόητη ή αβάσταχτη στην ουσία της. Το ασυνείδητο δημιουργεί ένα φράγμα που εμποδίζει τη σκέψη να φτάσει στη συνειδητή γνώση. Οι πληροφορίες και οι αναμνήσεις κατρακυλούν σε μια άδυτη περιοχή του μυαλού» (σελ. 39).
Οι γνωστικοί ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι «η πληροφορία επιλέγεται για να ταιριάξει στα υφιστάμενα αντιληπτικά πλαίσια και οι πληροφορίες που είναι υπερβολικά απειλητικές αποκλείονται εντελώς» (σελ. 40). Γενικά, στη γνωστική ψυχολογία, η επεξεργασία των πληροφοριών συνδέεται με όρους όπως παρακολούθηση, προσοχή, επιλεκτική αντίληψη, φιλτράρισμα και διάρκεια της συγκέντρωσης της προσοχής. Πολύ συχνά μέσα στις οικογένειες, τα ψέματα παραμένουν κρυφά και καλύπτονται με τη σιωπή όλων των μελών της οικογένειας, ενώ για χάρη της μη ανακάλυψης χρησιμοποιούνται ακόμη και οικογενειακές συνωμοσίες και συμμαχίες. Για τον Σαρτρ, η άρνηση λαμβάνει χώρα σε συνειδητό επίπεδο. «Η αυτοεξαπάτηση αναφέρεται στο να κρατάμε κρυφή από τον εαυτό μας την αλήθεια που δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε… Η κακοπιστία είναι μια μορφή άρνησης που το μυαλό συνειδητά κατευθύνει προς τον εαυτό του. Ωστόσο, πώς λες ψέματα στον εαυτό σου; Πώς γίνεται να γνωρίζεις και να μη γνωρίζεις ταυτόχρονα το ίδιο πράγμα;» (σελ. 41).
Υπάρχουν τρεις διαφορετικές εκδοχές για την άρνηση:
Μια κυριολεκτική εκδοχή: ο ισχυρισμός ότι κάτι δε συνέβη ή δεν είναι αλήθεια. Το γεγονός ή η γνώση του γεγονότος αποτελεί αντικείμενο άρνησης.
Μια ερμηνευτική εκδοχή: δεν παίζει ρόλο το ίδιο το γεγονός, αλλά ο τρόπος που το ερμηνεύουμε, η σημασία που αποδίδουμε σε αυτό.
Μια ενοχοποιητική εκδοχή: ανάγκη για εκλογίκευση, για δικαιολόγηση ή για αποφυγή , δηλαδή άρνηση της εμπλοκής, ώστε να αντιμετωπίσουμε την επίγνωση πολλών εικόνων καθολικού τύπου.
Κάθε τρόπος άρνησης έχει τη δική του ψυχολογική κατάσταση και εκφράζεται με τον δικό του διαφορετικό τρόπο. Συγκεκριμένα, η κυριολεκτική άρνηση μπορεί να είναι «μια αυθεντική και απενοχοποιημένη άγνοια, μια σκόπιμη αποστροφή του βλέμματός σου από μια αλήθεια υπερβολικά αβάσταχτη για να ομολογηθεί, μια θαμπή κατάσταση αυτοεξαπάτησης, όπου μέρη της αλήθειας κρύβονται από τον εαυτό σου, μια πολιτισμική απροσεξία, διότι η πραγματικότητα είναι μέρος της δεδομένης εικόνας του κόσμου για εσένα, ή από μια πληθώρα υπολογισμένων μορφών ψέματος, εξαπάτησης ή παραπληροφόρησης. Η ερμηνευτική άρνηση κυμαίνεται από την αυθεντική ανικανότητα να καταστεί αντιληπτή η σημασία των γεγονότων για τους άλλους, έως βαθιά κυνικές μετονομασίες για να αποφευχθεί η ηθική λογοκρισία ή η νομική ευθύνη. Οι αρνήσεις των εμπλοκών προέρχονται από μερικές μάλλον συνηθισμένες παραδοσιακές τεχνικές για την αποφυγή των ηθικών ή ψυχολογικών απαιτήσεων, αλλά η επίκλησή τους πραγματοποιείται με πολύπλοκους βαθμούς ειλικρίνειας» (σελ. 44).
Επομένως, η άρνηση περιλαμβάνει τη γνωστική λειτουργία, καθώς το άτομο δεν αναγνωρίζει τα γεγονότα, το συναίσθημα, καθώς δεν νιώθει, την ηθική, καθώς δεν αναγνωρίζει το λάθος ή την ευθύνη που έχει και τη δράση, καθώς δεν κινητοποιείται, δεν αντιδρά απέναντι στη γνώση.
Πηγή:
Stanley Cohen. (2021). Καταστάσεις άρνησης. Μαθαίνοντας για τις θηριωδίες και τον πόνο. Εκδόσεις Τόπος.
Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου