Τέσσερις φάσεις που περιλαμβάνει
ο ανθρώπινος κύκλος της σεξουαλικής απάντησης, που συνήθως εντοπίζονται τόσο
στους άνδρες όσο και στις γυναίκες.
Φάση της επιθυμίας: ενδιαφέρον ή
επιθυμία του ατόμου για σεξουαλική επαφή και συχνά συνδέεται με σεξουαλικά
διεγερτικές φαντασιώσεις.
Φάση της διέγερσης: άνδρες και
γυναίκες βιώνουν ευχαρίστηση που σχετίζεται με την αύξηση της ροής του αίματος
στα γεννητικά τους όργανα.
Φάση του οργασμού: η σεξουαλική
ευχαρίστηση κορυφώνεται. Οι άνδρες βιώνουν την εκσπερμάτιση ως κάτι το
αναπόφευκτο και η εκσπερμάτιση συμβαίνει σχεδόν πάντοτε. Στις γυναίκες ο
οργασμός συνοδεύεται από συσπάσεις των εξωτερικών τοιχωμάτων του κόλπου. Και τα
δύο φύλα βιώνουν μια γενικότερη μυϊκή ένταση στη φάση του οργασμού.
Φάση της λύσης: χαλάρωση και
αίσθηση ευεξίας που συνήθως ακολουθεί τον οργασμό. Στους άνδρες η φάση αυτή
συνδέεται με μια ανερέθιστη περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν είναι
δυνατό να υπάρξει περαιτέρω στύση και διέγερση. Η διάρκεια της ανερέθιστης
περιόδου διαφέρει από άνδρα σε άνδρα αλλά ακόμη και στον ίδιο άνδρα σε
διαφορετικές περιστάσεις. Οι γυναίκες συχνά μπορούν να βιώσουν ξανά σεξουαλική
διέγερση, σχεδόν αμέσως, μια ικανότητα που τους επιτρέπει να έχουν πολλαπλούς
οργασμούς (σελ. 633-634).
Διαταραχές στη σεξουαλική
επιθυμία
Διαταραχή υποτονικής σεξουαλικής
επιθυμίας: ανεπάρκεια ή απουσία σεξουαλικών φαντασιώσεων και παρορμήσεων.
Διαταραχή της σεξουαλικής
αποστροφής: το άτομο αποφεύγει ενεργά σχεδόν κάθε γενετήσια επαφή με κάποιο
άλλο άτομο.
Υποτονική σεξουαλική επιθυμία:
ανεπάρκεια ή απουσία σεξουαλικών φαντασιώσεων ή επιθυμιών.
Η υποτονική σεξουαλική επιθυμία συχνά
αναφέρεται ως χαμηλή σεξουαλική ορμή, που χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη
υποκειμενικότητα, ενώ υπάρχει μεγάλη επιρροή από πολιτισμικές και κοινωνικές
νόρμες.
Η σεξουαλική λειτουργία εξαρτάται
από ψυχολογικούς, σωματικούς παράγοντες και παράγοντες που αφορούν το κοινωνικό
και σεξουαλικό ιστορικό του ατόμου. Συγκεκριμένα, η σεξουαλική λειτουργία
μπορεί να επηρεαστεί από ψυχολογικούς παράγοντες, όπως κατάθλιψη, αγχώδεις
διαταραχές, ρουτίνα, χαμηλή αυτοεκτίμηση, ακατάλληλο περιβάλλον για σεξ (όπου
δεν μπορεί το άτομο να νιώσει ηρεμία και ασφάλεια, άνεση και χαλαρότητα), άκαμπτη
στάση απέναντι στο σεξ και αρνητικές σκέψεις για το σεξ. Επίσης, η σεξουαλική
λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί από σωματικούς παράγοντες (κάπνισμα, αλκοόλ,
προβλήματα υγείας, χαμηλή σωματική διέγερση, λήψη φαρμακευτικής αγωγής). Ακόμη,
παράγοντες που αφορούν το κοινωνικό και σεξουαλικό ιστορικό του ατόμου, όπως
βιασμός ή σεξουαλική κακοποίηση, προβλήματα στη σχέση, όπως θυμός ή φτωχή
επικοινωνία, καθώς και μεγάλα διαστήματα αποχής (σελ. 633-643).
Πηγή:
Kring,
A.M., Davison, G.C., Neale, J.M. & Johnson, S.L. (2010). Ψυχοπαθολογία. Εκδόσεις Gutenberg.
Κουραβάνας
Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.