Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Εσείς πόσο συρμάτινη μητέρα είστε;


Μία από τις σημαντικότερες έρευνες που τάραξε τα νερά και σημάδεψε το ρου της ιστορίας της ψυχολογίας ήταν αυτή του Harry Harlow, γνωστή ως «η έρευνα με τις συρμάτινες μητέρες». 

Στην έρευνα αυτή, ο Harlow θέλησε να λύσει τον γρίφο σχετικά με το τι είναι αγάπη, κι έτσι επιχείρησε να τη μελετήσει επιστημονικά. Η πλειονότητα των ψυχολόγων συμφωνεί ότι η εγγύτητα και η προσκόλληση προς τη μητέρα ή άλλο πρόσωπο φροντίδας, που είχαμε ως βρέφη, ασκεί σημαίνουσα επίδραση στον τρόπο με τον οποίο συνδεόμαστε στενά με τους άλλους στη μετέπειτα ζωή μας, μιας και αυτή η περίοδος αποτέλεσε την πρώτη περίοδο αγάπης για εμάς. Συνεπώς, ο δεσμός μεταξύ βρέφους και μητέρας είναι εξαιρετικά κρίσιμος. Η παροχή τροφής και φροντίδας ενισχύει την εγγύτητα που αισθάνεται το βρέφος από τη μητέρα του, η οποία ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες. Η μητέρα δηλαδή συνδέεται συνειρμικά με ευχάριστα γεγονότα. Ο Harlow σκέφτηκε ότι αν τροποποιούσαμε τη δυνατότητα της μητέρας να ικανοποιεί τις βασικές ανάγκες του βρέφους, τότε θα ανακαλύπταμε ότι η αγάπη και η στοργή ίσως είναι εξίσου ή ισχυρότερες βασικές ανάγκες από αυτές της πείνας και της δίψας. Εφόσον, μια τέτοια έρευνα δεν ήταν δυνατόν να γίνει για λόγους δεοντολογίας σε ανθρώπους, ο Harlow χρησιμοποίησε πιθήκους, όπου οι βασικές αντιδράσεις τους ως προς τη σύναψη δεσμού, όπως λόγου χάρη ο θηλασμός, η επαφή, η αγκαλιά, κ.τ.λ. είναι ίδιες με αυτές στον άνθρωπο. 


Έτσι, ο Harlow σε διάφορες συνθήκες χρησιμοποίησε υφασμάτινες και συρμάτινες μητέρες, αντίστοιχα, οι οποίες υποκαθιστούσαν τις αληθινές προσφέροντας μόνο γάλα, ώστε να διαπιστώσει τον βαθμό ανακούφισης και προσκόλλησης μέσω της επαφής. Ακόμη κι όταν το γάλα προσφερόταν μόνο από τις συρμάτινες μητέρες οι πίθηκοι σχεδόν καθημερινά περνούσαν τον περισσότερο χρόνο πάνω στις υφασμάτινες μητέρες. Στις ομάδες πιθήκων που μεγάλωσαν είτε μόνο με τις συρμάτινες είτε μόνο με τις υφασμάτινες μητέρες διαπιστώθηκε ότι παρόλο που και στις δύο ομάδες τα βρέφη πιθήκων έπιναν την ίδια ποσότητα γάλατος και κέρδιζαν βάρος με τον ίδιο ρυθμό, τα βρέφη που τρέφονταν μόνο από τη συρμάτινη μητέρα δεν χώνευαν εξίσου καλά το γάλα, είχαν συχνές διάρροιες και ήταν στρεσαρισμένα. 

Οι μελέτες αυτές του Harlow κατέδειξαν τη βαρύνουσα σημασία που έχει η ανακούφιση μέσω επαφής στην ανάπτυξη του στενού δεσμού, καθώς και την πρωταρχική λειτουργία του θηλασμού, που είναι πέραν της παροχής τροφής, η εξασφάλιση άμεσης σωματικής επαφής του βρέφους με τη μητέρα. Ο ίδιος ο Harlow ύστερα από όλα αυτά υποστήριξε ότι «εφόσον κλειδί για την επιτυχημένη γονική φροντίδα είναι η ανακούφιση μέσω επαφής και όχι τα μαστικά προσόντα (η προσφορά του μαστού) των γυναικών, ο άνδρας είναι ικανός να συμμετέχει ισότιμα στην ανατροφή των παιδιών», άποψη ριζοσπαστική για την εποχή που διεξήγη τις έρευνές του, δηλαδή το 1958. 


Αφού, ο θηλασμός απέκτησε δευτερεύουσα σημασία σε σχέση με την ανακούφιση μέσω επαφής για την ανάπτυξη και προσαρμογή των βρεφών, πολλοί πατέρες αισθάνονται σήμερα πιο σίγουροι στην ανάληψη πιο διευρυμένου γονεϊκού ρόλου.
Επιπροσθέτως, ενθαρρύνθηκε ακόμη περισσότερο ο θεσμός της υιοθεσίας, εφόσον και ένας θετός γονέας μπορεί εξίσου καλά με τον φυσικό να προσφέρει ανακούφιση μέσω επαφής σε ένα παιδί.
Ίσως πιο σημαντικό από τα παραπάνω είναι το γεγονός ότι φωτίστηκε το φοβερό πρόβλημα της παιδικής κακοποίησης. Πριν τις έρευνες του Harlow ήταν συμπεριφοριστικά αδύνατο να ερμηνευθεί και να κατανοηθεί το γιατί το παιδί που κακοποιείται μοιάζει να αγαπά και να είναι σταθερά προσκολλημένο στον γονέα που το κακοποιεί. Το παιδί που κακοποιείται δεν ξεχνά ούτε συγχωρεί τον γονέα που το κακοποιεί, απλά η ανάγκη του για ένα χάδι και μια αγκαλιά δηλαδή για ανακούφιση μέσω επαφής είναι μεγαλύτερη και υπερισχύει κατά πολύ από τις συνέπειες της κακοποίησης.

«Αν η έρευνα του Harlow είχε διεισδύσει έστω και λίγο στην κοινωνία, ίσως κάποιο όφελος να είχε προκύψει. Ένα μικρό παράδειγμα δίνει μια ιστορία που αφηγήθηκε ο ίδιος ο Harlow για μια γυναίκα, η οποία, αφού άκουσε τον Harlow να παρουσιάζει την έρευνά του, τον πλησίασε και του είπε: ‘’Τώρα ξέρω τι πάει στραβά με εμένα! Είμαι μια συρμάτινη μητέρα’’» (σελ. 233).



Harlow, H.F. (1958). The nature of love. American psychologist, 13, 673-685. Στον Hock, Roger R. (2009). 40 Μελέτες που άλλαξαν την ψυχολογία. Εκδόσεις Τόπος, σελ. 223-234.     

Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Λόγια αγάπης, από τον Μπουσκάλια (ΙΙ)



«Η αγάπη έχει αποκτήσει φτωχή φήμη επειδή αφέθηκε για τόσο καιρό στα χέρια ερασιτεχνών» (σελ. 151).


«Ανακάλυψα ότι πάντα έχω επιλογές και, μερικές φορές, πρόκειται μόνο για μια επιλογή στάσης απέναντι στα πράγματα» (Judith Knowlton).

«Έχουμε γεννηθεί μοναδικοί, δεν έχουμε όμοιό μας. Το μυαλό, ο χαρακτήρας και το πνεύμα μας είναι αποκλειστικά δικά μας. Καθώς αναπτύσσουμε αυτά τα γνωρίσματα μπορεί, καμιά φορά, να βρεθούμε στο έλεος στυγνών, απερίσκεπτων ατόμων, που θέλουν να μας μετατρέψουν σε κλώνους τους. Αλλά όσο εμείς πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε τις επιλογές μας, είμαστε ασφαλείς. Αυτή η μεγάλη δύναμη να επιλέγουμε μάλλον παρά να μας επιλέγουν παραμένει δική μας για πάντα.

Ωστόσο, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα μας λένε ότι είμαστε ανίσχυροι, ότι είμαστε πιόνια. Το αν θα το αποδεχτούμε ή το απορρίψουμε είναι απλώς άλλη μια δική μας επιλογή» (σελ. 154).

«Η μόνη φορά που αποτυγχάνουμε στην αγάπη είναι όταν φορτώνουμε την αποτυχία μας στους άλλους:

Δεν έχουμε γεννηθεί τέλειοι εραστές, συνεπώς λίγοι από εμάς καταφέρνουμε να μην κάνουμε ποτέ λάθος και να μη γελοιοποιηθούμε. Η αγάπη όμως είναι πάντα εκεί για να τη μάθουμε και να βελτιωθούμε. Αν είμαστε πρόθυμοι να παραδεχτούμε τα σφάλματα και τις αποτυχίες μας, μπορούμε να τα δούμε σαν καταλύτες για αλλαγή παρά σαν λόγους για υποχώρηση» (σελ. 155).


Απόσπασμα από το βιβλίο:
Λέο Μπουσκάλια: "Γεννημένοι ν' αγαπάμε". Εκδόσεις Λιβάνη, σελ. 150-250.


Λόγια αγάπης, από τον Μπουσκάλια (I)



Η αγάπη δε συμβαδίζει με την απογοήτευση.

Η αγάπη δεν είναι για αυτούς που ηττώνται εύκολα ή απογοητεύονται γρήγορα.
«Αν πρόκειται να αγαπήσουμε, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί τόσο στην ευτυχία όσο και στη δυστυχία όπου μπορεί να οδηγηθούμε, γιατί και τα δύο αποτελούν μέρος της πραγματικότητας. Δεδομένου ότι η γήινη αγάπη είναι ατελής, δε θα καταφέρουμε ποτέ να αποφύγουμε τον πόνο, αλλά όποιος αγαπά βρίσκει τρόπους να επιβιώνει από τα τραύματα. Συχνά λέω ότι δεν υπάρχει εραστής ή ερωμένη που να φέρουν επάξια τα χαρακτηρισμό και να μην είναι γεμάτοι από μικρές ουλές» (σελ. 75). 


«Η αγάπη μπορεί να φέρει απογοητεύσεις και ματαιώσεις, αλλά μόνο οι σοφοί ανάμεσά μας διδάσκονται από τέτοιες καταστάσεις. Και αυτό κάνει τους θριάμβους της αγάπης ακόμα πιο γλυκούς. Η σοφία και η ψυχική μας δύναμη αυξάνονται στη διάρκεια της ζωής μας και, πολύ συχνά, σφυρηλατούνται από τις αντιξοότητες. Μικρό τίμημα για μια τόσο πολύτιμη γνώση» (σελ. 75). 

«Όσο περισσότερο απαιτούμε αγάπη τόσο περισσότερο μας ξεφεύγει. Καμιά ικεσία, υπόσχεση, διαπραγμάτευση, μαλαγανιά, ή απειλή δεν είναι ικανή να μας εξασφαλίσει την αγάπη. Την αληθινή αγάπη μπορούμε μόνο να την κερδίσουμε» (σελ. 80).

Απόσπασμα από το βιβλίο:
Λέο Μπουσκάλια: "Γεννημένοι ν' αγαπάμε". Εκδόσεις Λιβάνη, σελ. 69-83.

Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Autism through the eyes of an adolescent with autism



Once upon a time, there was a child with autism. He had no voice, no speech, but many explosions of anger and wrath. The voice used to come to the mouth, but it never became words. He knows everything but he keeps them for himself. Only whenever and with those  he wants, he is going to communicate.
A loneliness is diffused into his inner self. A silence spreads everywhere. It spreads everywhere like a black veil that covers every normal aspect of himself. Only a small oasis of joy is given by his own people. But for them he is just an autistic child without sense and without speech. A child who feels stupid and behaves accordingly. They had never cared about how lonely he was and what he was thinking.

How do children with autism feel like and how much hidden pain is there, between behavior and feelings, between thoughts and behavior? Only one child with autism can understand this agony. Biting the hand is not a self-destructive behavior. It is a cry of anxiety and despair within the empty world of autism. The only logical self that has reacted is feeling trapped into a lonely and isolated mind that resides in an awkward and defective body.

There is just one and only escape in his mind, his imagination. The imagination that leads him to a normal state, where he looks like all the other children. He behaves like most children of his age. He speaks, he communicates. He goes out and he has got too many friends. A normal life that only his imagination can give him. A non blurry image in his imagination is the only break in his autistic life. A life full of mild pain, guilt and endless silence. All those are seen through a distorted image that is the result of the deforming mirror offered by autism.