Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αυτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αυτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2023

Αυτισμός και ψύχωση

Τα άτομα με αυτισμό και ψύχωση μοιράζονται ελλείμματα στην κοινωνική νόηση και την επεξεργασία πληροφοριών ώστε να έχουν επίγνωση του εαυτού και της πραγματικότητας και να έχουν κατάλληλες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Τα άτομα δυσκολεύονται δηλαδή να ενσωματώσουν πληροφορίες από τον εξωτερικό και τον εσωτερικό κόσμο, ενώ εμφανίζουν ελλείμματα και στις γνωστικές τους λειτουργίες.  

 

Τα άτομα με αυτισμό, σύμφωνα με το DSM-5 (εγχειρίδιο των ψυχιατρικών διαταραχών), εμφανίζουν δύο από τα ακόλουθα συμπτώματα: 1. επίμονα ελλείμματα στην κοινωνική επικοινωνία, τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, την κοινωνικο- συναισθηματική αμοιβαιότητα και τις επικοινωνιακές συμπεριφορές και 2. Περιορισμένα, επαναλαμβανόμενα πρότυπα συμπεριφοράς, ενδιαφερόντων ή δραστηριοτήτων, που περιλαμβάνουν στερεότυπες ή επαναλαμβανόμενες κινήσεις, ακαμψία στις συμπεριφορές, περίεργα ή έντονα ενδιαφέροντα και ασυνήθιστα υψηλή ή χαμηλή αντιδραστικότητα σε αισθητηριακά ερεθίσματα. Το DSM-5 περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα συμπτώματα: ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένη ομιλία, αποδιοργανωμένη ή κατατονική συμπεριφορά και αρνητικά συμπτώματα. Οι παραισθήσεις, οι παραληρητικές ιδέες και η διαταραγμένη σκέψη είναι απαραίτητα στοιχεία της ψύχωσης, που δεν είναι παρόντα στον αυτισμό. Τα αρνητικά συμπτώματα είναι συνήθως πιο διάχυτα και ανθεκτικά στη θεραπεία. Τα αρνητικά συμπτώματα που περιλαμβάνουν χαμηλά επίπεδα συναισθηματικής έκφρασης, έλλειψη κοινωνικότητας και αλογία μπορούν να συνδεθούν με τα ελλείμματα στην κοινωνική επικοινωνία και τα κίνητρα. Αυτά τα συμπτώματα αποτελούν κοινά συμπτώματα για τις δύο διαταραχές (Hommer & Swedo, 2015· Parellada et al., 2017).  

Υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες συνύπαρξης του αυτισμού και του ψυχωσικού φάσματος, στο οποίο περιλαμβάνεται και η σχιζοφρένεια. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 30% περίπου των νέων που διαγιγνώσκονται με ψύχωση ανήκουν ήδη στο αυτιστικό φάσμα και έρευνες δείχνουν υψηλή συσχέτιση ανάμεσα στη διάγνωση του αυτισμού και στην εκδήλωση μετέπειτα ψυχωσικών εμπειριών. Συνέπεια της συννοσηρότητας αυτών των διαταραχών είναι η εμφάνιση κατάθλιψης και αυτοκτονικού ιδεασμού. Αυτιστικά άτομα με εμπειρίες ψύχωσης μπορεί να εκδηλώσουν κατάθλιψη και να έχουν έντονες και επαναλαμβανόμενες σκέψεις αυτοκτονίας. Σε πολλές περιπτώσεις άτομα που βρίσκονται στο αυτιστικό φάσμα μπορεί στη μετέπειτα ζωή τους να εμφανίσουν ψύχωση ή κατάθλιψη. Ο αυτισμός και η ψύχωση παρουσιάζουν ορισμένα κοινά συμπτώματα, όπως δυσκολίες στην επικοινωνία και στις κοινωνικές δεξιότητες, στη συναισθηματική έκφραση και περιοριστικές συμπεριφορές (Hommer & Swedo, 2015· Upthegrove et al., 2018). 

 

Επομένως, κάποια αυτιστικά άτομα μπορεί να εμφανίσουν ψύχωση σε μεγαλύτερη ηλικία, ενώ αυτισμός και ψύχωση μοιράζονται ορισμένα κοινά συμπτώματα αναφορικά με την κοινωνική και γνωστική λειτουργία. Παρόλο που μοιράζονται ορισμένα κοινά συμπτώματα αποτελούν δύο διακριτές διαταραχές, στις οποίες όμως μπορεί να υπάρξει συννοσηρότητα.

 

Πηγές:

Hommer, R.E. & Swedo, S.E., 2015. Schizophrenia and autism- Related disorders. Schizophrenia Bulletin, 41 (2), 313-314.

Parellada, M., et al., 2017. Insular pathology in young people with high- functioning autism and first- episode psychosis. Psychological Medicine, 47 (14), 2472-2482.

Upthegrove et al., 2018. Autism and psychosis: Clinical implications for depression and suicide, Schizophrenia Research, 195, 80-85.

 

Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, ψυχολόγος, MSc.

Πέμπτη 12 Μαΐου 2022

Απρίλιος: Μήνας ευαισθητοποίησης για τον αυτισμό

Ξέρουμε τι είναι ο αυτισμός;

 


Η δεύτερη μέρα του Απρίλη είναι αφιερωμένη στον αυτισμό… φέτος είναι ολόκληρος ο μήνας εστιασμένος στην προώθηση της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τον αυτισμό. Ίσως θεωρείται αυτονόητο ότι στη σημερινή εποχή γνωρίζουμε ή τουλάχιστον πολύ εύκολα μπορούμε να ενημερωθούμε για όλα τα θέματα γύρω μας. Πολλές φορές όμως αν κάτι δεν μας τύχει ή δεν έχει συμβεί στο περιβάλλον μας και δεν μας έχει απασχολήσει μπορεί να μην μας κινητοποιήσει ποτέ το ενδιαφέρον. Ωστόσο, αυτή η άγνοια μπορεί να φέρει σε δύσκολη θέση έναν γονιό ή συνοδό αυτιστικού παιδιού ή και το ίδιο το αυτιστικό παιδί.

Περίεργα βλέμματα, παρατηρήσεις ή υποδείξεις για το παιδί, για τη συμπεριφορά του ή τον τρόπο που μιλά, για την έλλειψη ευγένειας ή για το πόσο φωνάζει χωρίς να έχουμε καταλάβει ότι πρόκειται για μια κατάσταση που φυσικά ούτε το ίδιο το παιδί ούτε ο γονιός έχει επιλέξει. Ο αυτισμός είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή με δυσκολίες στην ικανότητα επικοινωνίας, αλληλεπίδρασης και έκφρασης των συναισθημάτων. 


 

Τα αυτιστικά παιδιά χρησιμοποιούν διάφορους τρόπους για να ηρεμούν, που μπορεί να μας φανούν περίεργοι ή παράξενοι. Στερεότυπες κινήσεις των χεριών και άλλων μελών του σώματος, ηχολαλία και περίεργες κραυγές που μας φαίνονται ασυνήθιστα και σε πολλές περιπτώσεις το αυτιστικό παιδί δεν φέρει εξωτερικά χαρακτηριστικά που να δείχνουν την ύπαρξη διαταραχής. Βλέπουμε λοιπόν ένα παιδί το οποίο δεν περιμένουμε ότι θα εμφανίσει τέτοιου είδους συμπεριφορές και όταν ξεκινάει να τρέχει κουνώντας τα χέρια ή να κοιτάζει τα χέρια του φέροντάς τα κοντά στο πρόσωπό του ή να κλείνει τα αυτιά του και να βγάζει διάφορες κραυγές παραξενευόμαστε και κοιτάζουμε με απορία. Όλες αυτές οι συμπεριφορές είναι τα συμπτώματα που φέρουν τα αυτιστικά άτομα, χωρίς να υπάρχει μια κοινή κλινική εικόνα σε όλους.

Όμως, μπορούμε να μάθουμε ορισμένα στοιχεία που είναι σημαντικά για τους αυτιστικούς: βιώνουν πολύ έντονα τα αισθητηριακά ερεθίσματα, οπότε θα ήταν βοηθητικό αν μιλούσαμε πιο σιγά ή να δεν κάναμε έντονες κινήσεις ή εναλλαγές στη συμπεριφορά μας. Δεν κατανοούν τον μεταφορικό λόγο ή το χιούμορ, οπότε θα ήταν βοηθητικό να χρησιμοποιούμε την κυριολεξία. Δεν μπορούν να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και αν νιώσουν έντονη συσσώρευση αρνητικών συναισθημάτων ή ερεθισμάτων μπορεί να οδηγηθούν σε έκρηξη θυμού με αυτοκαταστροφικές τάσεις. Επίσης, δεν τους αρέσει η βλεμματική επαφή, για αυτό είναι καλύτερα να μην τους κοιτάμε έντονα, δίνοντάς τους χρόνο να προσαρμοστούν και χώρο να νιώσουν άνετα. 

 


Μαθαίνοντας περισσότερα για τον αυτισμό μπορούμε να αποκτήσουμε περισσότερη κατανόηση για τον τρόπο που λειτουργούν και σκέφτονται τα αυτιστικά άτομα, πως εκφράζουν τις ανάγκες τους, πώς εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους… Μαθαίνοντας περισσότερα θα σταματήσουμε να κοιτάμε επίμονα, να κάνουμε αδιάκριτες ερωτήσεις και να αναρωτιόμαστε γιατί συμπεριφέρεται έτσι… Ίσως μάθουμε να είμαστε πιο ανοικτοί στη διαφορετικότητα…

 

Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.

 

https://ghettomagazine.gr/mhnas-euais8htopoihshs-gia-ton-autismo-kseroume-ti-einai-o-autismos/

 

 

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2022

«Οι αυτιστικοί και η φωνή τους»

 «Μάλλον φλύαροι», οι αυτιστικοί

 


Αν και τα αυτιστικά παιδιά θεωρούνται συχνά ως βωβά όντα, ο Λακάν τα παρουσιάζει ως φλύαρα. Σύμφωνα με τον ίδιο: «Όσο κι αν εσείς δυσκολεύεστε να ακούσετε, να καταλάβετε σε όλο τους το εύρος τα όσα λένε, αυτό καθόλου δεν αναιρεί το γεγονός ότι πρόκειται για προσωπικότητες μάλλον φλύαρες». Τα αυτιστικά παιδιά δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν τον λόγο, γιατί οι λέξεις έχουν μεγάλη βαρύτητα και δεν αισθάνονται άνετα με αυτές τις λέξεις (Μαλβάλ, 2016, σελ. 87).  

Περισσότερα από τα μισά αυτιστικά παιδιά μιλούν, αλλά με ιδιόμορφο τρόπο. Οι γονείς συνήθως παρατηρούν ότι τα αυτιστικά παιδιά μαθαίνουν εύκολα καινούργιες λέξεις, χωρίς όμως να τις χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν με τους άλλους. Επίσης, σε αυτιστικούς με υψηλή λειτουργικότητα η φωνή συχνά είναι τεχνητή, ιδιαίτερη, χωρίς εκφραστικότητα. «Οι λέξεις εκστομίζονται μάλλον παρά μιλιούνται, προέρχονται από ένα απομνημονευμένο νοητικό ρεπερτόριο, τίποτα δεν είναι πιο δύσκολο για αυτά τα υποκείμενα από μια προσωπική έκφραση» (Μαλβάλ, 2016, σελ. 88). Τα αυτιστικά άτομα δυσκολεύονται δηλαδή να μιλήσουν για τον εαυτό τους και για τα συναισθήματά τους, ενώ συχνά κάνουν μονόπλευρες συζητήσεις και ασταμάτητες ερωτήσεις. Μπορούν να μιλούν ασταμάτητα και με ενθουσιασμό για θέματα που τους ενδιαφέρουν. 


 

Σύμφωνα με τον Μάλβαλ (2016, σελ. 90-91), «η πολυλογία του αυτιστικού δεν είναι ουσιαστικά μια μοναχική απόλαυση της φωνής, αντιθέτως προσπαθεί να κρατήσει στο περιθώριο αυτήν τη φωνή που προκαλεί τρόμο στο υποκείμενο. Στην παιδική ηλικία, κατά τον ίδιο τρόπο που μιλάει εξαλείφοντας τη φωνή, ο αυτιστικός βουλώνει σκόπιμα τα αυτιά του. Η φωνή ως ενορμητικό αντικείμενο δεν είναι η ηχητική της ομιλίας, αλλά αυτό που φέρει την παρουσία του υποκειμένου μέσα στα λεγόμενά του. Πρόκειται για μείζονα σταθερά της αυτιστικής λειτουργίας το να προστατεύεται κανείς από κάθε αγχωτική ανάδυση του αντικειμένου φωνή. Από τη δική του με την πολυλογία ή τη βωβότητα, και από εκείνη του Άλλου με την αποφυγή της συνομιλίας. Η αυτιστική πολυλογία είναι μια καθησυχαστική άσκηση της ομιλίας μέσα στην οποία η φωνή σβήνεται, δεν τοποθετείται στον τόπο του Άλλου, κι έτσι δεν διχάζει το υποκείμενο που μπορεί κατ’ αυτόν τον τρόπο να την ελέγχει».

Ο Μάλβαλ επισημαίνει ότι ο αυτιστικός επιλέγει την πολυλογία ώστε να χαθεί η φωνή του μέσα σε αυτήν και να μην επικεντρωθεί κανείς στην ομιλία. Οι βωβοί αυτιστικοί μερικές φορές μπορεί να βγουν για λίγο από τη σιωπή τους  να προφέρουν μια τέλεια δομημένη φράση και έπειτα να ξαναγυρίσουν στη βωβή τους απόσυρση. Επίσης, ο ίδιος αναφέρει: «Ο αυτιστικός δεν τοποθετεί τη φωνή του μέσα στο κενό του Άλλου, κάτι το οποίο θα του επέτρεπε να εγγραφεί υπό το εναδικό σημαίνον της πρωταρχικής ταύτισης… Κατά τον ίδιο τρόπο που το βλέμμα υποστηρίζει αυτό που λείπει στο πεδίο της όρασης, η φωνή ενσαρκώνει την έλλειψη στο λεκτικό πεδίο» (σελ. 94). 


 

Και στη συνέχεια, ο Μάλβαλ τονίζει το άγχος που βιώνει ο αυτιστικός εξαιτίας του φωνητικού αντικειμένου. «Η πολυλογία, λοιπόν του αυτιστικού φαίνεται να έχει ως λειτουργία να καταπνίγει και να περιστέλλει μια φωνή την εκδήλωση της οποίας φοβάται. Το αυτί του αυτιστικού δεν είναι κλειστό στη φωνή: γνωρίζουμε την ευαισθησία του στους θορύβους» (σελ. 95). Ο Λακάν υποστηρίζει ότι μια φωνή δεν αφομοιώνεται, ενσωματώνεται. Σύμφωνα με τον Ζακ- Αλέν Μιλέρ, αυτό που προσδένει το άτομο στον Άλλο είναι η φωνή στο πεδίο του Άλλου. Όταν αυτό αποτυγχάνει, τότε «το σημαίνον δεν κωδικοποιεί την απόλαυση, κι έτσι το εναδικό σημαίνον, αρμόδιο να εκπροσωπεί το υποκείμενο ενώπιον των άλλων σημαινόντων, δεν λειτουργεί» (σελ. 96).

Οι αυτιστικοί υποφέρουν αρκετά από τη μοναξιά τους και συχνά προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τους άλλους. Επιθυμούν την επικοινωνία χωρίς να συνδέεται με τη φωνητική τους απόλαυση. Συχνά, οι αυτιστικοί καταλήγουν να μιλούν χωρίς να λένε κάτι. Έτσι, φαίνονται λαλίστατοι, χωρίς όμως να έχουν αναπτύξει δεξιότητες επικοινωνίας. «Ο μονόλογος τείνει να επιλύσει τη δυσκολία με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο αυτιστικός για τον οποίο η μοναξιά γίνεται επώδυνη: του επιτρέπει να πηγαίνει προς τον άλλο μιμούμενος το πρόπλασμα μιας συνομιλίας χωρίς να δεσμεύει τη φωνή του» (σελ. 98). Ο αυτιστικός όταν μιλάει δεν απευθύνεται σε κάποιον και φαίνεται λες και μιλάει στο κενό. Ορισμένοι αυτιστικοί δεν έχουν καθόλου επιτονισμό και ο λόγος τους μοιάζει σαν μια μονότονη ψαλμωδία.

 


Μαλβάλ, Ζαν- Κλωντ. (2016). Ο αυτιστικός και η φωνή του. Αθήνα: Εκκρεμές.

 

Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.   

 


Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Ρεβέκα: ένα 19χρονο κορίτσι με αυτισμό

Ένα περιστατικό του Όλιβερ Σακς

«Παιδί σε πολλά πράγματα»: δεν μπορούσε να βρει τον δρόμο της γύρω από το τετράγωνο του σπιτιού της, δεν μπορούσε να ανοίξει με σιγουριά την πόρτα με ένα κλειδί. Μπέρδευε το δεξί με το αριστερό, έβαζε τα ρούχα της ανάποδα και δεν το διόρθωνε ποτέ. Ήταν αδέξια και ασυντόνιστη σε όλες τις κινήσεις της, ήταν ντροπαλή και αποτραβηγμένη, αλλά ικανή να δημιουργεί ζεστούς, βαθείς και παθιασμένους δεσμούς. 

Η Ρεβέκκα είχε τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται τον πραγματικό κόσμο σαν ένα συνεκτικό, ευδιάκριτο ποιητικό όλον: την ικανότητά της να το βλέπει, να το σκέφτεται και να το ζει. Λάτρευε την αφήγηση παραμυθιών, που της έδινε τη δυνατότητα να συνθέτει και να ενοποιεί τον κόσμο. Ο Σακς τη χαρακτηρίζει «άθικτη και ολοκληρωμένη σαν ‘αφηγηματικό’ ον». Μετά τον θάνατο της γιαγιάς της βίωσε το πένθος και κατάφερε να το ξεπεράσει και να προχωρήσει μέσα από την αφήγηση, τη μουσική και τη δραματουργία, αγαπούσε το θέατρο, καθώς την ανασυγκροτούσε.

Λέει η Ρεβέκκα: «Είμαι σαν ένα ζωντανό χαλί. Έχω ανάγκη από ένα καλούπι, ένα σχέδιο σαν αυτό που έχετε στο χαλί σας. Γίνομαι κομμάτια και ξεφτάω, εκτός αν υπάρχει κάποιο σχέδιο». Και ο Σακς σκέφτεται: «Μπορεί κανείς να έχει ένα ακατέργαστο χαλί χωρίς σχέδιο;».


«Ένα ζωντανό χαλί, όπως ήταν η Ρεβέκα, έπρεπε να έχει και τα δύο, και ειδικά αυτή, με την έλλειψη της μιας σχηματικής δομής, μπορεί πράγματι να ξέφτιζε αν δεν είχε ένα σχέδιο. ‘Μου χρειάζεται ένα νόημα, συνέχισε, τα μαθήματα, οι παράξενες εργασίες δεν έχουν νόημα… Αυτό που στ’ αλήθεια μου αρέσει», πρόσθεσε με πίκρα και με λαχτάρα, είναι το θέατρο’.

Πήραμε τη Ρεβέκα από το εργαστήριο που μισούσε και τα καταφέραμε να τη γράψουμε σε μια ειδική θεατρική ομάδα. Της άρεσε, την ανασυγκροτούσε, τα πήγε εκπληκτικά καλά: μεταμορφώθηκε σε ένα πλήρες πρόσωπο, με αυτοκυριαρχία, άνεση, με στιλ σε κάθε της ρόλο. Αν κάποιος έβλεπε τώρα τη Ρεβέκα στη σκηνή –γιατί το θέατρο και η θεατρική ομάδα έγιναν γρήγορα η ίδια η ζωή της- δε θα μπορούσε ποτέ να μαντέψει ότι ήταν πνευματικά ελλειμματική». (σελ. 224-225).


Ο ρόλος στο θέατρο προσδίδει οργάνωση, παρέχει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.

Η Ρεβέκα βοηθήθηκε από τη δυνατότητα να μιλάει ελεύθερα στον Σακς, από τη δυνατότητα να μπορεί να αφηγείται… να διηγείται με ζωηρότητα τα όνειρά της… Η Ρεβέκα είχε ανάγκη να εκφράσει όλα όσα νιώθει και τελικά βρήκε το θέατρο για να το πραγματοποιήσει. Η αφήγηση είναι από μόνη της λυτρωτική, αρκεί να υπάρχει κάποιος που θα μπορέσει να ακούσει, να είναι εκεί, να μην κρίνει, να μην αδιαφορεί, να μην προσπαθεί να επιβάλλει τα δικά του θέλω. Τελικά, τι είναι η αφήγηση και πόσο ψυχοθεραπευτική είναι; Πόσο δυστυχισμένη θα ήταν η Ρεβέκα αν παρέμενε στην ηλικία των 20 ετών ανάμεσα σε μαθηματικά και γλώσσα, να προσπαθεί να παλέψει με ασκήσεις που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε κατακτήσει; Πόσο βοηθητικό θα ήταν διαρκώς να της υπενθυμίζουν τα ελλείμματά της; Τι πιθανότητα υπάρχει κάτι που δεν κατακτήθηκε μέχρι αυτή την ηλικία να το αποκτήσει η κάθε Ρεβέκα σ’ αυτή την ηλικία;

Ποιος αποφασίζει τι είναι καλύτερο για την κάθε Ρεβέκα αυτού του κόσμου; Πόσο παράλογες και βαθιά εγωιστικές είναι σε πολλές περιπτώσεις οι απαιτήσεις του γονιού που πιστεύει πως το αυτιστικό παιδί θα καταφέρει στα 20 ή στα 30 του αυτά που δεν κατάφερε μέχρι τώρα; Αυτά που δεν το κάνουν ευτυχισμένο, απλά το βασανίζουν για να δείχνει κανονικό στον έξω κόσμο; Πόσο καταστροφικές είναι οι προσδοκίες του γονιού που δεν μπορεί να ακούσει ούτε το ίδιο του το παιδί, τυφλωμένος από την πεποίθηση ότι το παιδί μπορεί να γίνει φυσιολογικό ή είναι φυσιολογικό αφού έχει τόσο μυαλό; 


Δυστυχώς, είναι πολλές οι περιπτώσεις παιδιών που παραμένουν εγκλωβισμένα στη δυστυχία των ίδιων των γονιών, στις φιλοδοξίες και στη ματαιοδοξία τους, στο φαίνεσθαι και στην εικόνα αυτών, που δεν νοιάζονται για το τι κάνει αυτά τα παιδιά ευτυχισμένα, τι μπορεί να μειώσει το άγχος αυτών των παιδιών και τι μπορεί να κατευνάσει για λίγο τις δυσκολίες; Τι έχει τελικά σημασία; Να κάνει κάτι δημιουργικό… και ποιος καθορίζει το δημιουργικό; Και ποιος ξέρει τι είναι δημιουργικό για ένα αυτιστικό παιδί; Και ποιος θα αποφασίσει για το τι είναι δημιουργικό για ένα παιδί που έχει από μόνο του τόσες δυσκολίες, αγωνίες και άγχη; Και μέχρι πότε θα πρέπει να του επιβάλλουν στη ζωή όλα όσα επιθυμούν λες και είναι παιδί; Και ποιος τους καθιστά αυτούς πιο ώριμους; Προβληματισμοί για όλα εκείνα τα παιδιά που δυσκολεύονται να προχωρήσουν γιατί η ίδια η οικογένεια περιμένοντας την αποκατάσταση του παιδιού μέσα από τη θεραπεία μπλοκάρει κάθε εξέλιξη.   

 

Όλιβερ Σακς. (2011). Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο. Αθήνα: Άγρα.