Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Η κακοποιημένη γυναίκα και ο κύκλος της βίας



Ο όρος κακοποιημένη γυναίκα (battered woman) επίσης χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τις βίαιες επιπτώσεις που βιώνουν οι γυναίκες όταν έρχονται αντιμέτωπες με ποικίλες καταστάσεις ενδοοικογενειακής βίας. Συνήθως, ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις γυναίκες που δέχονται όλα τα είδη σωματικής δύναμης από τους συντρόφους τους, οι οποίοι έχουν ως σκοπό τη διάπραξη βλάβης –σωματικής ή συναισθηματικής/ ψυχολογικής, αν και πολλές φορές συνυπάρχουν αυτά τα δύο είδη βλαβών. 

Ένα χαρακτηριστικό του συνδρόμου των κακοποιημένων γυναικών είναι ένας κύκλος βίας που συμβαίνει και για πρώτη φορά περιγράφτηκε από την Walker (1989). Τα επεισόδια κακοποίησης δεν συμβαίνουν συνέχεια, ούτε σε τυχαία χρονικά διαστήματα. Η κακοποίηση λαμβάνει χώρα σε τρεις διακριτές φάσεις, που καθορίζουν κάποια συγκεκριμένα συμβάντα, τα οποία εμφανίζουν ποικιλία ως προς το χρόνο και την ένταση, ακόμη και μέσα στο ίδιο το ζευγάρι. Σύμφωνα με την Walker (1989), η πρώτη φάση αφορά τη δημιουργία της έντασης, μέσα στην οποία παρουσιάζονται κάποια επεισόδια κακοποίησης ελάσσονος σημασίας. 

Η γυναίκα προσπαθεί να ελέγξει την κατάσταση και να ηρεμήσει τον άνδρα της, για αυτό το λόγο γίνεται περιποιητική, υποχωρητική ή και λίγο απόμακρη. Σε αυτή τη φάση, οι κακοποιημένες γυναίκες προσπαθούν να αναζητήσουν τα αίτια αυτής της έντασης και συνήθως επικεντρώνονται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση, την οποία θεωρούν υπεύθυνη για το ξέσπασμα του συζύγου τους. Είναι πιο εύκολο να δικαιολογήσουν τη βίαιη συμπεριφορά του συζύγου τους, όταν μπορούν να βρουν κάποιους εξωτερικούς παράγοντες, που θεωρούν ότι δικαιολογούν τη νευρικότητα του άνδρα τους.

Οι περισσότεροι άνδρες που κακοποιούν τις συζύγους τους είναι βίαιοι μόνο μέσα στο σπίτι, παρουσιάζοντας ένα διαφορετικό πρόσωπο προς τα έξω, γιατί ξέρουν ότι μια βίαιη συμπεριφορά προς τη σύζυγό τους θα ήταν κοινωνικά απορριπτέα. Στις σεξιστικές κοινωνίες τέτοιου είδους επεισόδια είναι πιθανό να εμφανίζονται σε μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών. Τα ζευγάρια που βρίσκονται σε μια τέτοια φάση κακοποίησης μπορεί να παραμείνουν σε αυτό το στάδιο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Από τη μια μεριά, προσπαθούν να αποφύγουν τα επεισόδια κακοποίησης και από την άλλη, οι εξωτερικοί παράγοντες είναι αυτοί που έρχονται και ταράζουν την ισορροπία. Οι κακοποιημένες γυναίκες έχουν μάθει ότι δεν έχουν τη δύναμη να διακόψουν τον κύκλο της βίας, είναι πιο επιρρεπείς στο σύνδρομο της επίκτητης αδυναμίας (Walker, 1989). 

Κάποια στιγμή σε αυτή τη φάση, η ένταση αυξάνεται, με αποτέλεσμα να είναι όλο και πιο δύσκολος ο έλεγχος της κατάστασης. Ο άνδρας αυξάνει την καταπίεση και τη βιαιότητα, ενώ η γυναίκα αδυνατεί να κρατήσει μια ισορροπία και γίνεται πιο ευάλωτη στα χτυπήματα και στον πόνο.


Η δεύτερη φάση στον κύκλο της κακοποίησης των γυναικών είναι η έκρηξη, όπου από τα επεισόδια της κακοποίησης έχει χαθεί κάθε έλεγχος και είναι ανεξέλεγκτη η έκρηξη των εντάσεων, που υπήρχαν κατά την πρώτη φάση. Τα επεισόδια κακοποίησης είναι πιο σοβαρά και κυριαρχεί ο θυμός του δράστη και το άγχος, η κατάθλιψη και τα παράπονα της κακοποιημένης γυναίκας. 

Η διάρκεια αυτής της φάσης είναι μικρότερη από την προηγούμενη, ενώ κύρια χαρακτηριστικά της είναι η αδυναμία πρόβλεψης και η έλλειψη ελέγχου. Ο άνδρας που κακοποιεί τη σύζυγό του φαίνεται πως γνωρίζει ότι η βίαιη συμπεριφορά προς τη σύζυγο είναι μια λανθασμένη συμπεριφορά και κοινωνικά αποδοκιμαστέα, για αυτό το λόγο και προσπαθούν με κάθε τρόπο να παραμείνει μυστική, φυλαγμένη μέσα στην οικογένεια, καθώς αποτελεί μια ιδιωτική υπόθεση. 

Μετά το τέλος αυτής της φάσης του κύκλου βίας, οι γυναίκες συνήθως νιώθουν μια αίσθηση αποστασιοποίησης από το βίαιο επεισόδιο, δυσπιστούν ότι ο άνθρωπος που αγαπούν τους συμπεριφέρθηκε με αυτό τον τρόπο και ότι το επεισόδιο που βίωσαν ήταν όντως πραγματικό. Αμέσως μετά το επεισόδιο, οι κακοποιημένες γυναίκες νιώθουν ένα σοκ και αρνούνται το επεισόδιο. Τόσο οι άνδρες που κακοποιούν, όσο και οι κακοποιημένες γυναίκες προσπαθούν να βρουν τρόπους να εξηγήσουν τη σοβαρότητα του επεισοδίου. Οι γυναίκες μειώνουν τη σημαντικότητα και σοβαρότητα των τραυμάτων που έχουν υποστεί από τον άνδρα τους και δεν ζητούν βοήθεια (ιατρική, ψυχολογική) για να τα ξεπεράσουν.


Μετά το τέλος της δεύτερης φάσης, ακολουθεί μια φάση που χαρακτηρίζεται από υπερβολική αγάπη, ευγένεια, και τη μεταμελημένη συμπεριφορά του δράστη (Walker, 1989). Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, κυρίαρχο στοιχείο είναι η ηρεμία, μετά την ένταση που δημιουργήθηκε στην πρώτη φάση και εκτονώθηκε στη δεύτερη φάση. Ο δράστης εμφανίζεται μετανιωμένος στη γυναίκα του, δείχνει μεταμέλεια, και συμπεριφερόμενος ευγενικά και τρυφερά, ζητά από εκείνη να τον συγχωρέσει, αφού πρώτα υπόσχεται ότι το επεισόδιο δε θα επαναληφθεί. Ο άνδρας που έχει κακοποιήσει τη σύζυγό του πιστεύει ότι δεν θα επαναλάβει μια τέτοια συμπεριφορά βίας, από τη μια μεριά γιατί αγαπά τη σύζυγό του και από την άλλη γιατί θεωρεί ότι της έχει δώσει ένα «καλό μάθημα», και εκείνη δεν θα συμπεριφερθεί ποτέ ξανά με τέτοιο τρόπο που θα τον εκνευρίσει και θα τον κάνει να είναι εκτός ελέγχου. Η γυναίκα πείθεται από τη συμπεριφορά του δράστη και τον συγχωρεί, κυρίως γιατί νιώθει ότι ο άνδρας της χρειάζεται βοήθεια και μόνο αυτή μπορεί να τον βοηθήσει. 
 
Στην τρίτη φάση του κύκλου βίας και μετά από την απόφαση της γυναίκας να παραμείνει στη βίαιη σχέση, η κακοποιημένη γυναίκα μετατρέπεται ολοκληρωτικά σε θύμα. Ωστόσο, η κακοποιημένη γυναίκα συνεχίζει να νιώθει και ένα φόβο επανάληψης του βίαιου επεισοδίου, αν και ελπίζει πως αν περιοριστούν οι δύο προηγούμενες φάσεις θα σταματήσει ο άνδρας της να εκδηλώνει βίαιες συμπεριφορές. Η ήρεμη συμπεριφορά μέσα σε ένα βίαιο γάμο δεν κρατά για πολύ, αλλά σύντομα εμφανίζονται μικρά επεισόδια κακοποίησης, αρχίζοντας ένας νέος κύκλος βίας. 

Στη βάση των κλινικών παρατηρήσεων, θεωρείται ότι μετά από κάποιες καλές στιγμές και την έκφραση ορισμένων τρυφερών συναισθημάτων, οι συγκρούσεις επανεμφανίζονται και γίνονται όλο και πιο συχνές και άλυτες, ενώ η έντασή τους αυξάνει (Kaufman, Kantor & Jasinski, 1998). Η συνεχόμενη βία διαβρώνει τη σχέση και εξαλείφει και τα λίγα θετικά και τρυφερά συναισθήματα που υπήρχαν. 

Η θεωρία αυτή επιβεβαιώνεται και από την έρευνα της Walker (1983), τα αποτελέσματα της οποίας απέδειξαν ότι στις κακοποιημένες σχέσεις υπάρχουν τρεις φάσεις που συμβαίνουν κυκλικά. Γενικότερα, η Walker (1983), συμπέρανε ότι οι κακοποιημένες γυναίκες αναπτύσσουν ψυχολογικά επακόλουθα που μπορεί να θεωρηθούν ότι αποτελούν το σύνδρομο της κακοποιημένης γυναίκας.



Βιβλιογραφία
Kaufman-Kantor, G., & Jasinski, J.L. (1998). Dynamics and Risk Factors in Partner Violence. In J.L. Jasinski & L.M. Williams (Eds.), Partner Violence : A comprehensive review of 20 years of research (pp.34-48). California: Sage Publications.
Walker, L.E. (1983). The Battered Women Syndrome Study. In D. Finkelhor, R.J. Gelles, G.T. Hotaling, & M.A. Staus (Eds.), The dark side of families: Current family violence research (pp.31-48). Beverly Hills, CA: Sage Publications.
Walker, L.E. (1989). Η κακοποιημένη γυναίκα. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου