«Ο Winnicott επιβεβαιώνει ότι απέναντι στο νεογνό τα συναισθήματα των γονέων μοιράζονται σε 60% αγάπη και 40% μίσος. Γιατί;
Επειδή η γέννηση ενός μωρού αποτελεί πράγματι μια χαρά, αλλά συνοδεύεται επίσης και από μια ολόκληρη διαδικασία πένθους, διότι το πραγματικό παιδί δεν είναι ποτέ όμοιο με το ιδανικό παιδί που είχαμε φανταστεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και θα πρέπει να το αποδεχθούμε έτσι όπως είναι. Αυτό που γνωρίζουμε λιγότερο είναι ότι το παιδί μας φέρνει αντιμέτωπους με το μωρό που κάποτε υπήρξαμε. Αλλά ελλείψει συνειδητών αναμνήσεων ιδού που είμαστε υποχρεωμένοι, παρά τη θέλησή μας, να φανταστούμε και να προβάλλουμε αυτό που πιστεύουμε ότι υπήρξαμε. Παρόμοιες ιστορίες μπορούν, αλίμονο, να επιφέρουν πολλές ζημιές. Η μητέρα της Έλσας για παράδειγμα, έβλεπε ξανά τον εαυτό της ως μωρό μιας μανιοκαταθλιπτικής μητέρας, μωρό ανεπαρκές για τη μητέρα του, αφού δεν κατάφερνε να τη βγάλει από την ανισορροπία της. Ασυνείδητα, επομένως, αναθυμάται τα κενά της, την ανικανότητά της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των γονιών της, ακόμη και των παππούδων της, και πιστεύει ότι διακρίνει τις ίδιες ελλείψεις, την ίδια ανικανότητα στην κόρη της. Οπότε, λοιπόν, κατά τη διάρκεια των συζητήσεών μας, παρατηρούσα μια κάποια επιθετικότητα απέναντι στην Έλσα, ω! ένα σχεδόν τίποτα, αλλά αποκαλυπτικό παρ’ όλα αυτά για την ψυχική διάθεση της μητέρας: μια φορά που το μωρό έπαιζε με τη λαβή του πορτ- μπεμπέ, του την άρπαξε απότομα… Επωφελήθηκα λοιπόν από αυτές τις ευκαιρίες για να επιμείνω στην ανάδειξη των ικανοτήτων του κοριτσιού, στην ανάπτυξή του, και τον τρόπο που είχε να προσελκύσει την προσοχή της μητέρας» (Ριφό, σελ. 61).
Ο Winnicott απαρίθμησε ένα σύνολο από λόγους που μια μητέρα μισεί το μωρό της. Το μωρό είναι ένας κίνδυνος για το σώμα της γυναίκας κατά την εγκυμοσύνη και τη γέννηση. Είναι αδίστακτο, την αντιμετωπίζει ως μια απλήρωτη υπηρέτρια, που θα πρέπει να είναι δίπλα του διαρκώς και να το φροντίζει. Προτείνει ότι είναι ζωτικής σημασίας για τη μητέρα να αναγνωρίσει τα πιο δύσκολα συναισθήματά της γύρω από το μωρό της, χωρίς να καταφεύγει σε αντίποινα, ώστε να βοηθήσει το παιδί κατά την ανάπτυξή του να βιώσει τη σχέση με τον άλλο ως μία φαντασίωση, όπου ο ένας στηρίζεται στην πραγματικότητα. Το μωρό δεν είναι δική της νοητική σύλληψη, δεν παράγεται διά μαγείας και αποτελεί μια παρέμβαση στην προσωπική ζωή της μητέρας, μια πρόκληση με την οποία πρέπει να ασχοληθεί. Το βρέφος δείχνει απογοήτευση όταν η μητέρα δεν είναι παρούσα και προσπαθεί να κυριαρχήσει, ενώ πρέπει να είναι προστατευμένο, έτσι ώστε η ζωή να ακολουθεί τον ρυθμό τους βρέφους και όλες οι ανάγκες του βρίσκονται υπό την παρακολούθηση της μητέρας. Επίσης, το βρέφος δεν ξέρει καθόλου τι κάνει εκείνη και πόσο θυσιάζεται, ενώ δεν μπορεί να επιτρέψει το δικό της μίσος. Το βρέφος είναι καχύποπτο και πολλές φορές αρνείται το φαγητό της.
Οι φαντασιώσεις της συμβιωτικής φύσης της σχέσης μητέρας- βρέφους οδηγούν τις γυναίκες στο να μην μπορούν να εκδηλώσουν τα πιο δύσκολα συναισθήματα που βιώνουν κατά τη διαδικασία να γίνουν μητέρες. Η γέννηση είναι ένας βίαιος αποχωρισμός του βρέφους από τη μητέρα, που στοιχειώνει τη γυναίκα για το υπόλοιπο της ζωής της και οι φαντασιώσεις της απουσίας πόνου και της ευκολίας στη γέννα δεν επιτρέπουν τον σωματικό και συναισθηματικό πόνο αυτού του αποχωρισμού.
Πηγή:
Μαρσέλ Ριφό. 2012. Οιδίπους είσαι και φαίνεσαι! Συναντήσεις με έναν παιδοψυχίατρο. Εκδόσεις Τόπος.
http://mamsie.org/2015/03/03/love-and-hate-in-childbirth/.
Winnicott, D.W. (1994). Hate in the counter-transference. Journal of Psychotherapy Practice and Research, 3(4), 348-356.
Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου