Τα
τελευταία χρόνια το διαδίκτυο έχει «εισβάλλει» στη ζωή μας και έχει κυριεύσει
την καθημερινότητά μας. Ίσως αρκετοί από εμάς δεν μπορούμε να φανταστούμε τη
ζωή μας χωρίς αυτό και δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να σκεφτούμε πως περνούσαμε πριν
τις ώρες που τώρα περνάμε μπροστά στον υπολογιστή.
Το
διαδίκτυο είναι ένα χρήσιμο εργαλείο που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με
πολλαπλούς τρόπους και για πολλούς λόγους, όμως, όπως και για κάθε άλλο
αντικείμενο δεν είναι δύσκολο να ξεφύγουμε από τα όρια και η χρήση να γίνει
κατάχρηση και η κατάχρηση να μας οδηγήσει στον εθισμό, την εξάρτηση.
Όπως συμβαίνει
και με όλων των ειδών τις εξαρτήσεις, η εξάρτηση από το διαδίκτυο είναι ένα
ψυχοκοινωνικό φαινόμενο, στο οποίο συμβάλλει ένα σύνολο παραγόντων. Το ίδιο το
άτομο δυσκολεύεται να αντιληφθεί την εξάρτηση καθώς θεωρεί πως κάθε στιγμή
συνεχίζει να έχει τον έλεγχο του αντικειμένου που χρησιμοποιεί και στη
συγκεκριμένη περίπτωση του διαδικτύου. Ένα κύριο χαρακτηριστικό των εξαρτήσεων
είναι η δημιουργία και διατήρηση ενός φαύλου κύκλου, που μπορεί να διατηρηθεί
ακόμη και στο πλαίσιο της απεξάρτησης.

Η πρώτη αναφορά
στην υπερβολική χρήση του διαδικτύου έγινε από τον Ivan Goldberg (1996), ο οποίος χρησιμοποίησε τον όρο διαταραχή εθισμού και για τον
καθορισμό της υιοθέτησε τα κριτήρια που υπήρχαν στον εθισμό από ουσίες. Έτσι,
περιέγραψε τον εθισμό από το διαδίκτυο ως μια διαταραχή, με κύρια χαρακτηριστικά
την ανοχή, την απόσυρση και τη στέρηση του ατόμου. Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι
το άτομο εμφανίζει μια σταδιακή αύξηση του χρόνου που αφιερώνει στη χρήση του
διαδικτύου για να βιώσει ικανοποίηση, ενώ μειώνεται η ικανοποίηση που νιώθει,
με αποτέλεσμα να αναζητά όλο και περισσότερο χρόνο. Ακόμη, εμφανίζει απόσυρση
από άλλες καταστάσεις και δραστηριότητες της ζωής του, καθώς και το σύνδρομο της
στέρησης. Η διακοπή ή η μείωση στη χρήση του διαδικτύου είναι ιδιαίτερα
ψυχοφθόρα και σχεδόν ανέφικτη για το άτομο, τα οποίο μπορεί ακόμη κι όταν δεν
βρίσκεται στο διαδίκτυο να σκέφτεται τι συμβαίνει σ’ αυτό, ενώ μπορεί να
εμφανίσει άγχος και διέγερση και φαντασιώσεις ή όνειρα για το διαδίκτυο.
Σημαντική έκπτωση εμφανίζει το άτομο στον κοινωνικό, επαγγελματικό και
προσωπικό τομέα όσον αφορά τα επίπεδα λειτουργικότητάς του, ενώ έντονη είναι
και η παραίτηση από κοινωνικές, επαγγελματικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες,
από τις οποίες στο παρελθόν βίωνε ευχαρίστηση, ενδιαφέρον ή ικανοποίηση. Επίσης,
το άτομο μπορεί να μειώσει ακόμη και τον ύπνο του για να αυξήσει τις ώρες που
περνάει στο διαδίκτυο, να παραμελήσει τις προσωπικές του σχέσεις, να
εγκαταλείψει τους σημαντικούς άλλους, ακόμη και να παραμελήσει την προσωπική
του υγιεινή.

Οι
αρνητικές επιπτώσεις είναι εμφανείς στις φιλικές, ερωτικές αλλά και οικογενειακές
σχέσεις του ατόμου. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του ατόμου που είναι εξαρτημένο
από το διαδίκτυο είναι η εμφάνιση επιθετικότητας ή θυμού όταν οι άλλοι θίγουν
το πρόβλημα που αντιμετωπίζει με τη μη «φυσιολογική» χρήση του διαδικτύου. Είναι
δύσκολο να αναγνωρίσει ή να παραδεχτεί το πρόβλημα, ενώ μπορεί να αρχίσει να
λέει ψέματα στους γύρω του και να αποκρύπτει στοιχεία που φανερώνουν την
εξάρτησή του.
Πρόκειται
για ένα σοβαρό πρόβλημα, που χρειάζεται πρώιμη διάγνωση και αντιμετώπιση. Για
αυτό απαιτείται η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του περιβάλλοντος αλλά και των
ίδιων των ατόμων που φέρουν χαρακτηριστικά εθισμού.
Μια
θεραπεία που φαίνεται πως είναι αποτελεσματική είναι η γνωσιακή- συμπεριφορική
θεραπεία, που στοχεύει στη βελτίωση της ικανότητας του χρήστη να ελέγχει το
χρόνο και τον τρόπο που χρησιμοποιεί την πρόσβασή του στο διαδίκτυο. Σκοπός της
θεραπείας είναι η συνετή χρήση του διαδικτύου, ενώ το άτομο θα πρέπει να
αναπτύξει νέα κίνητρα, να βελτιώσει τις κοινωνικές, φιλικές και ερωτικές του
σχέσεις, να εμπλακεί σε δραστηριότητες που δεν απαιτούν τη χρήση του διαδικτύου
και να απομακρύνεται από διαδικτυακές δραστηριότητες που θα τον οδηγήσουν σε
μια εκ νέου εξάρτηση από το διαδίκτυο (Hall & Parsons, 2001. Young, 2007). Ωστόσο, το πρώτο βήμα είναι να απευθυνθεί κανείς για ενημέρωση
ή για διάγνωση στις δομές που υπάρχουν σχετικά με την αντιμετώπιση της παθολογικής
χρήσης υπολογιστή και διαδικτύου, όπως η Μονάδα απεξάρτησης 18 Άνω- Τμήμα
Παθολογικής Χρήσης Διαδικτύου και η Μονάδα Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) της Β'
Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Παράρτημα του Νοσοκομείου
Παίδων «Π & Α. Κυριακού».
Βιβλιογραφία
Goldberg, Ι. (1996). Internet
addiction disorder. http://www.cybernothing.org/jdfalk
/media-coverage/archive/msg01305.html.
Hall, A.S., & Parsons, J. (2001). Internet
addiction: College student case study using best practices practices in
cognitive behavior therapy. Journal of Mental Health Counseling, 23 (4).
Young, K.S. (2007). Cognitive behavior therapy with
internet addicts: Treatment outcomes and implications. CyberPsychology & Behavior, 10 (5), 671- 679.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου