Σάββατο 17 Αυγούστου 2013

Η απιστία για τα δύο φύλα



Το φύλο είναι άμεσα συνδεδεμένο με τα χαρακτηριστικά των σχέσεων και την απιστία. Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα είναι εμφανείς στο επίπεδο των σχέσεων και συγκεκριμένα στην ανάπτυξη και εξέλιξη των στενών διαπροσωπικών σχέσεων. 
Άνδρες και γυναίκες αντιλαμβάνονται και ερμηνεύουν τις σχέσεις με διαφορετικό τρόπο καθώς και τη συναισθηματική ανάπτυξη στη σχέση, ενώ διαφορετικός είναι ο τρόπος που εκδηλώνουν, αντιλαμβάνονται η διαχειρίζονται τα αισθήματα ζήλιας που είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο των στενών διαπροσωπικών σχέσεων. Επιπλέον, διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα δύο φύλα παρατηρήθηκαν ανάμεσα στα επίπεδα της αυτοεκτίμησης και της ειλικρίνειας στη σχέση τους (Knaus, 1998). 

Σε μια έρευνα των Stebleton & Rothenberger (1993) διερευνήθηκε η ειλικρίνεια στις ερωτικές σχέσεις. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές βρήκαν ότι άνδρες και γυναίκες είχαν διαφορετικές αντιλήψεις για τα συναισθήματα που ένιωθαν πριν από μια σωματική επαφή. Το 68% των γυναικών και το 43% των ανδρών πίστευαν ότι πριν από μια σεξουαλική επαφή οι δύο σύντροφοι θα πρέπει να είναι ερωτευμένοι. Όσον αφορά την έλλειψη ειλικρίνειας, το 36% των ανδρών και το 21% των γυναικών ανέφεραν ότι είχαν κάποια σχέση στη ζωή τους στην οποία δεν ήταν ειλικρινείς με το σύντροφό τους.  


Σε ένα σύνολο ερευνών σε δείγματα Αμερικανών έχει βρεθεί ότι οι άνδρες είχαν μια πιο ισχυρή επιθυμία να εμπλακούν σε σεξουαλική απιστία, ενώ ήταν περισσότερο πιθανό τελικά να εμπλακούν σε σεξουαλική απιστία αλλά και να έχουν εξωσυζυγικές συντρόφους. Επιπλέον, οι άνδρες παρουσιάζουν περισσότερα επεισόδια απιστίας, είτε είναι μακροπρόθεσμα είτε είναι βραχυπρόθεσμα είτε είναι της μιας βραδιάς (one- night stands), ενώ έχουν περισσότερες σεξουαλικές επαφές με γυναίκες ενώ ταυτόχρονα διατηρούν σχέση με άλλη γυναίκα. Για την απιστία τα κίνητρά τους είναι κυρίως σεξουαλικά ενώ είναι λιγότερο πιθανό από ότι οι γυναίκες να ερωτευτούν μία από τις συντρόφους με τις οποίες απατούν τη νόμιμη σύντροφό τους (Tsapelas, Fisher & Aron, 2010).

Από την άλλη μεριά, οι γυναίκες τείνουν να αναπτύσσουν μία περισσότερο συναισθηματική σχέση με το άτομο που επιλέγουν για να απατήσουν το σύντροφό τους, ενώ αναφέρουν ότι τα κίνητρα για την απιστία τους είναι κυρίως η στενή σχέση και η αυτοεκτίμηση. Επίσης, ενδιαφέρονται περισσότερο για τις αρνητικές κρίσεις των άλλων όταν νιώθουν ότι είναι άδικες απέναντι στον άλλο (Brand et al., 2007). Η ένταση και η συχνότητα της απιστίας στις γυναίκες εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο δεν βιώνουν ικανοποίηση στη βασική τους σχέση, ενώ στους άνδρες η επιθυμία για απιστία σχετίζεται λιγότερο με τα χαρακτηριστικά της βασικής τους σχέσης (Prins et al., 1993). 

Οι γυναίκες βρέθηκε ότι παρουσιάζουν μεγαλύτερη διάθεση να αποκαταστήσουν τη σχέση είτε δείχνοντας κατανόηση προς τη συμπεριφορά απιστίας του συντρόφου τους είτε προσπαθώντας να τον χειριστούν με στόχο την αλλαγή της συμπεριφοράς. Αυτό συνδέεται με την πεποίθηση των κοινωνιοβιολογικών θεωριών ότι οι γυναίκες αναζητούν περισσότερο σταθερές σχέσεις με βασικό ασυνείδητο κίνητρο την αύξηση της αναπαραγωγικής τους καταλληλότητας (Buss, 1994). Σε μία έρευνα για τις ατομικές διαφορές ως προς την απιστία βρέθηκε ότι υπάρχει ένας διαχωρισμός των κινήτρων σε συναισθηματικά και σεξουαλικά κίνητρα. Στους άνδρες βρέθηκε ότι το σεξ ήταν το βασικό κίνητρο που θα τους ωθούσε στην απιστία, ενώ στις γυναίκες η μη ικανοποίηση από τη σχέση (Barta & Kiene, 2005). 

Το 90% των Αμερικάνων ανδρών και γυναικών συζύγων που είχαν εμπλακεί σε απιστία είτε σεξουαλική, είτε συναισθηματική, είτε και τα δύο ταυτόχρονα, ένιωθαν ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η απιστία δικαιολογούσε τη συμπεριφορά τους (Glass & Wright, 1992). Επίσης, στην έρευνα των Allen & Baucom (2004) βρέθηκαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες σχετικά με τις αναφορές τους για την απιστία. Συγκεκριμένα, οι άνδρες ανέφεραν περισσότερες απιστίες σε σύγκριση με τις γυναίκες ενώ περιέγραψαν τις εξωσυζυγικές τους σχέσεις ως περισσότερο αιτιολογημένες. 

Σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα βρέθηκαν και στην έρευνα των Seal, Agostinelli & Hannett (1994), στην οποία διερευνήθηκε η κοινωνικο- σεξουαλικότητα και το φύλο σε σχέση με την προθυμία των ατόμων να απατήσουν το σύντροφό τους. Οι άνδρες ανέφεραν μεγαλύτερη προθυμία από τις γυναίκες να εμπλακούν σε κάποια σεξουαλική ή συναισθηματική επαφή με άτομο έξω από τη σχέση τους. Επίσης, βρέθηκε ότι οι άνδρες ήταν πιο πρόθυμοι να εμπλακούν σε σεξουαλική επαφή με μια άγνωστη, αν αυτή ήταν ελκυστική ή αν είχαν συζητήσει μαζί της, ενώ ανέφεραν ότι δεν θα προχωρούσαν σε μια σχέση μαζί της. Οι γυναίκες ανέφεραν ότι θα προχωρούσαν περισσότερο σε μια συναισθηματική απιστία παρά σε μια σεξουαλική απιστία, ενώ οι άνδρες λιγότερο επηρεασμένοι από τη διάκριση εξέφρασαν την επιθυμία τους είτε για συναισθηματική είτε για σεξουαλική απιστία.

Οι άνδρες είναι περισσότερο πιθανό να προχωρήσουν σε απιστία χωρίς συναισθηματική εμπλοκή, ενώ στις γυναίκες είναι πιο πιθανό η απιστία να συνοδεύεται από συναισθηματική εμπλοκή (Thompson, 1984). Επίσης, μελέτες σχετικά με τη ζήλια στις ρομαντικές σχέσεις έχουν διαπιστώσει τις διαφοροποιήσεις της σεξουαλικής και συναισθηματικής απιστίας ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι άνδρες εκδηλώνουν περισσότερο ψυχολογικό και σωματικό πόνο όταν σκέφτονται την σεξουαλική απιστία από τη σύντροφό τους, ενώ οι γυναίκες νιώθουν μεγαλύτερο πόνο όταν σκέφτονται τη συναισθηματική απιστία του συντρόφου τους (Wiederman & Allgeier, 1993). Σε μια ακόμη έρευνα των Teisman & Mosher (1978) βρέθηκε ότι οι άνδρες σε σύγκριση με τις γυναίκες αναγνωρίζουν την σεξουαλική απιστία ως τη βασική πηγή για τα συναισθήματα ζήλιας που βιώνουν, ενώ οι γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες αναγνωρίζουν ότι στο επίκεντρο των συναισθημάτων ζήλιας τους βρίσκονται η απώλεια του χρόνου και της προσοχής του συντρόφου.

Οι παραδοσιακοί ρόλοι των δύο φύλων επιδρούν στις εκδηλώσεις της σεξουαλικότητας και των συναισθημάτων. Και για τα δύο φύλα η σύναψη μιας σχέσης με ένα τρίτο πρόσωπο που περιλαμβάνει σεξουαλική και συναισθηματική εμπλοκή οφείλεται κυρίως στη μη ικανοποίηση που εισπράττουν από την σχέση τους. Ωστόσο, οι σχέσεις των ανδρών με τρίτα πρόσωπα είναι περισσότερο σεξουαλικές και οι σχέσεις των γυναικών με τρίτα πρόσωπα είναι περισσότερο συναισθηματικές. Οι άνδρες παραδοσιακά θεωρούνταν αυτοί που συγκέντρωναν υψηλότερα επίπεδα στις απιστίες, ενώ υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι τα ποσοστά απιστίας ανάμεσα στα δύο φύλα τείνουν να μειωθούν, κυρίως όταν εξετάζονται και δύο βασικά είδη απιστίας –συναισθηματική και σεξουαλική απιστία (Thompson, 1984).

 Η απιστία αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο στο πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων, με συνέπειες τόσο στα άτομα όσο και στη σχέση. Πρόκειται για ένα θέμα που διαφοροποιείται ανάμεσα στα δύο φύλα, καθώς άνδρες και γυναίκες παρουσιάζουν διαφορετικά ποσοστά τόσο ως προς την προθυμία τους και τα κίνητρα για απιστία όσο και ως προς την πραγματοποίηση της απιστίας. Επίσης, διαφοροποιήσεις με βάση το φύλο παρουσιάζονται και ως προς τις διαφορετικές ποιότητες απιστίας. 

Συγκεκριμένα, οι άνδρες έχουν περισσότερο σεξουαλικά κίνητρα και προχωρούν σε σεξουαλική απιστία, ενώ οι γυναίκες έχουν περισσότερο συναισθηματικά κίνητρα και προχωρούν σε συναισθηματική απιστία. Αυτές οι διαφοροποιήσεις μπορούν να αποδοθούν στους διαφορετικούς ρόλους των δύο φύλων, στο διαφορετικό τρόπο που κοινωνικοποιούνται τα αγόρια και τα κορίτσια και στις διαφορετικές προσδοκίες που έχει το κοινωνικό σύνολο από τους άνδρες και τις γυναίκες. Η απιστία φαίνεται πως συνδέεται και με τους τύπους δεσμού που συνάπτει το άτομο. Γενικότερα, παρατηρείται ότι η απιστία αποτελεί ένα φαινόμενο που αφορά τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις αλλά έχει και άλλες διαστάσεις, όπως κοινωνικές και πολιτισμικές που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στην διερεύνηση ενός τέτοιου ζητήματος.


Βιβλιογραφία

Allen, E.S., & Baucom, D.H. (2004). Adult attachment and patterns of extradyadic involvement. Family Process, 43 (4), 467- 488.
Barta, W.D., & Kiene, S.M. (2005). Motivations for infidelity in heterosexual dating couples: The roles of gender, personality differences, and sociosexual orientation. Journal of Social and Personal Relationships, 22 (3), 339- 360.
Brand, R. J., Markey, C. M., Mills, A., & Hodges, S.D. (2007). Sex differences in self-reported infidelity and its correlates, Sex Roles, 57, 101-109.
Buss, D.M. (1994). The evolution of desire. New York: Basic Books.
Glass, S., & Wright, T. (1992). Justifications for extramarital relationships: The association between attitudes, behaviors, and gender. Journal of Sex Research, 29, 361-387.
Knaus, S. (1998). Gender diefferences in relationships: The progression of intimacy and commitment. Journal of Psychological Inquiry, 3, 38- 41.
Prins, K.S., Buunk, B.P., & Van Yperen, N.W. (1993). Equity, normative disapproval and extramarital relationships. Journal of Social and Personal Relationships, 10, 39- 53.
Seal, D.W., Agostinelli, G., & Hannett, C.A. (1994). Extradyadic romantic involvement: Moderating effects of sociosexuality and gender. Sex Roles, 31 (1/2), 1-22.
Stebleton, M. J., & Rothenberger, J. H. (1993). Truth or consequences: Dishonesty in dating and HIV/AIDS related issues in a college-age population. Journal of American College Health, 42, 51-54.
Teisman, M.W., & Mosher, D.L. (1978). Jealous conflict in dating couples. Psychological Reports, 42, 1211- 1216.
Thompson, A.P. (1984). Emotional and sexual components of extramarital relations. Journal of Marriage and the Family, 46, 35- 42.
Tsapelas, I., Fisher, H.E., & Aron, A. (2010). Infedility: When, Where, Why. In W.R. Cupach & B.H. Spitzberg (Eds.), The Dark Side of Close Relationships II (pp. 175- 196). New York: Routledge.
Wiederman, M.W., & Allgeier, E.R. (1993). Gender differences in sexual jealousy: Adaptationist or social learning explanation? Ethology and Sociobiology, 14, 115- 140.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου