Στη σύγχρονη κοινωνία, που κυριαρχεί η αποξένωση και διογκώνονται οι δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις, η κατάθλιψη και η αυτοχειρία βρίσκονται σε μια ανοδική πορεία. Πρόκειται για δύο καταστάσεις που εξηγούνται μέσα από διάφορες προσεγγίσεις και θεωρίες και συνδέονται και με τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας.
Η ανάλυση της ταινίας στηρίζεται στη μελέτη των κοινωνικών αναπαραστάσεων, που αναφέρονται στο σύνολο των πεποιθήσεων, απόψεων και γνώσεων που έχει το άτομο για ένα αντικείμενο ή μια ολόκληρη κατηγορία. Στηρίζονται στην κοινή σκέψη και συνδέονται με την οργάνωση, επεξεργασία και μετάφραση της πραγματικότητας. Όλοι οι άνθρωποι έχουν διαμορφώσει τις δικές τους αναπαραστάσεις, ενώ μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τις τέχνες και γενικότερα το περιβάλλον οδηγούνται σε αναδιαμόρφωση των αναπαραστάσεων, καθώς υπάρχουν επιδράσεις (Moscovici, 1999).
Η ταινία που επιλέχθηκε να αναλυθεί είναι η ταινία “The Hours”, στην οποία πρωταγωνιστούν τρεις γυναίκες: Meryl Streep, Nicole Kidman και Julianne Moore. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Cunningham Michael. Το σενάριο στηρίζεται στο βιβλίο της Βιρτζίνια Γουλφ «Η κυρία Νταλογουέι», το οποίο ασκεί επιρροές στη ζωή διαφορετικών ανθρώπων σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Σε κάθε ιστορία απεικονίζονται ψυχικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη και διπολική διαταραχή (μανιοκατάθλιψη) και υπάρχει και η διαχείριση του θέματος της αυτοκτονίας. Η ιστορία εξελίσσεται σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές και περιγράφει τη ζωή τριών διαφορετικών γυναικών, δημιουργώντας και μια σύγκριση του τρόπου αναπαράστασης της κατάθλιψης και της αυτοχειρίας σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
Δεκαετία του 1920. Στην αγγλική εξοχή ζει η Βιρτζίνια Γουλφ με τον σύζυγό της, σε ένα κτήμα μακριά από το Λονδίνο, όπου κυριαρχεί η ηρεμία και η γαλήνη. Η Γουλφ παλεύει να αντιμετωπίσει τη διπολική διαταραχή από την οποία πάσχει, ενώ έχει στο ιστορικό της δύο απόπειρες αυτοκτονίας. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ασχολείται με τη συγγραφή του βιβλίου της «Κυρία Νταλογουέι» και προσπαθεί να αντισταθεί στις αρνητικές σκέψεις που κυριεύουν το μυαλό της και τις σκέψεις για την τάση αυτοκτονίας που έρχονται συχνά στο μυαλό της, ως μια προσπάθεια να απαλλαγεί από τη δυσφορία που νιώθει. Η ταινία ξεκινάει με την Βιρτζίνια Γουλφ, η οποία σε ένα γράμμα της γράφει: «Αγαπημένε μου, νομίζω πως αρχίζω να τρελαίνομαι ξανά. Νιώθω ότι δεν αντέχουμε να ξεπεράσουμε μία από εκείνες τις άσχημες στιγμές κι αυτή τη φορά δεν θα μπορέσω να το ξεπεράσω. Άρχισα να ακούω φωνές και δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Για αυτό θα κάνω αυτό που νομίζω καλύτερο». Εδώ περιγράφει τα συμπτώματα που έχει, τα οποία αφορούν τη διπολική διαταραχή. Αφήνει το γράμμα και πηγαίνει στο ποτάμι για να αυτοκτονήσει.
Δεκαετία του 1950. Στο Λος Άντζελες, στη μεταπολεμική εποχή ζει η Λόρα Μπράουν, που είναι παντρεμένη, έχει ένα παιδί και είναι έγκυος στο δεύτερο παιδί. Φαίνεται πως η ζωή της είναι μια χαρά, όμως, η ίδια πάσχει από κατάθλιψη και σκέφτεται την αυτοκτονία. Αποφασίζει να πάει σε ένα ξενοδοχείο για να αυτοκτονήσει, όπως πριν το κάνει, διαβάζει το βιβλίο «Κυρία Νταλογουέι», την παίρνει ο ύπνος και όταν ξυπνά μετά από έναν εφιάλτη, αλλάζει γνώμη και επιστρέφει στην οικογένειά της. Έχει όμως πάρει μια απόφαση: μόλις γεννήσει να εγκαταλείψει και τα δύο παιδιά της και να φύγει από τον γάμο, μέσα στον οποίο ένιωθε φυλακισμένη και χωρίς να μπορεί να επιλέξει τη ζωή που ήθελε.
Δεκαετία του 2000. Στη Νέα Υόρκη ζει η Κλαρίσα Βόγκαν, που διοργανώνει ένα πάρτι για τη βράβευση του συγγραφέα φίλου και πρώην συντρόφου της, Εντ Χάρις, που πάσχει από AIDS και είναι βαριά άρρωστος. Όταν τον επισκέπτεται και τον ρωτά αν έφαγε, αν πήρε τα χάπια του, της απαντά ότι δεν αντέχει άλλο, να αναπαριστά τον γενναίο μπροστά σε όλους. Θεωρεί ότι του έδωσαν το βραβείο εξαιτίας της κακής υγείας που έχει και αν ήταν υγιής δεν θα έπαιρνε κανένα βραβείο. Η Κλαρίσα είχε σχέση μαζί του όταν ήταν στο κολέγιο, ενώ ο Εντ μετά προτίμησε να κάνει σχέσεις κυρίως με άντρες. Ομοφυλόφιλη ήταν και η Κλαρίσα, η οποία έχει μακροχρόνια σχέση. Ο ίδιος δεν μπορούσε να αντέξει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν και αυτοκτόνησε μπροστά στα μάτια της Κλαρίσα πέφτοντας από το παράθυρο. Η Κλαρίσα έρχεται κοντά με τη μητέρα του Εντ, που είναι η Λόρα Μπράουν, η οποία τον εγκατέλειψε όταν γεννήθηκε γιατί δεν ήταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση και δεν άντεχε τη ζωή της.
Μέσα από την ιστορία των τριών αυτών γυναικών περιγράφονται οι δυσκολίες που κρύβουν οι ψυχικές διαταραχές και πώς νιώθουν τα άτομα αυτά, αλλά και πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση για το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκονται. Το ίδιο το άτομο με διαταραχή συναισθήματος δεν βρίσκει κάποιο νόημα στη ζωή του και αναζητά τρόπους ώστε να μπορέσει να δραπετεύσει από την ίδια τη ζωή, από τον ίδιο τον εαυτό. Όλα είναι το ίδιο ανούσια, δεν προκαλούν καμία ευχαρίστηση και ικανοποίηση και δε γεμίζουν με κάποιο τρόπο τον ψυχισμό των ατόμων. Σύμφωνα με το DSM-IV (εγχειρίδιο για τις ψυχιατρικές διαταραχές), η καταθλιπτική διάθεση, η ψυχοκινητική αναστάτωση, η απώλεια όρεξης, τα αισθήματα αναξιότητας, η έλλειψη συγκέντρωσης, η αναποφασιστικότητα και η απουσία ευχαρίστησης και ενδιαφέροντος είναι τα βασικά συμπτώματα της κατάθλιψης (Bennett, 2010· Kring et al., 2010· Pearson, 2006), τα οποία περιγράφονται με αρκετά ρεαλιστικό τρόπο από τους χαρακτήρες της ταινίας. Οι χαρακτήρες της ταινίας έχουν ένα κοινό αίσθημα: την απουσία επιλογής για τη ζωή τους, με αποτέλεσμα να νιώθουν ότι δεν ζουν όπως θέλουν, αναπτύσσοντας ένα αίσθημα αβοηθησίας, νιώθουν δηλαδή ότι δεν μπορούν οι ίδιοι να βοηθήσουν τον εαυτό τους και να επιλέξουν αυτό που θέλουν, όπως τον έρωτα που επιθυμούν (έρωτας της Λόρας για τη φίλη της Κίττι), (Bennett, 2010· Wiener, 2008).
Η αυτοκτονία είναι αποτέλεσμα της βαθιάς απελπισίας που νιώθουν ότι η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει και κανείς δεν μπορεί να τους βοηθήσει, ούτε οι ίδιοι θεωρούν ότι μπορούν με κάποιο τρόπο να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Για την κατανόηση της κατάθλιψης, ο Seligman ανέπτυξε τη θεωρία της μαθημένης αβοηθησίας, περιγράφοντας το αίσθημα του ατόμου ότι δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, που το οδηγεί σε ένα αίσθημα απόγνωσης και απελπισίας. Η θεωρία της απελπισίας, του Abramson et al. υποστηρίζει ότι το αίσθημα αβοηθησίας οδηγεί τα άτομα σε ένα αίσθημα απελπισίας, όπου νιώθουν ένα αδιέξοδο, από το οποίο δεν μπορούν να ξεφύγουν, πιστεύουν ότι δε θα υπάρξει επιθυμητή εξέλιξη στα πράγματα, ότι δεν έχουν την επιλογή της ζωής τους και ότι δεν μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση. Επομένως, ως μόνη λύση θεωρούν τον θάνατο (Kring et al., 2010) . Έρχονται αντιμέτωποι με μια σκληρή πραγματικότητα, στην οποία υπάρχουν ορισμένα κοινά συμπτώματα και βιώματα και ένας κοινός στόχος: η μάχη απέναντι στη διαταραχή με σκοπό την επιβίωση.
Πηγές:
Bennett, P. (2010), Κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Πεδίο.
Kring, A.M., Davinson, G.C., Seale, J.M. & Johnson, S.I. (2010), Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg.
Moscovici, S. (1999), Η Ψυχανάλυση, η εικόνα και το κοινό της. Αθήνα: Οδυσσέας.
Pearson, Q.M. (2006). Using the Film The Hours to teach diagnosis. Journal of Humanistic Counseling, Education and Development, 45, 70-78.
Wiener, D.R. (2008), A meditation on depression, time, aqnd narrative peregrination in the film “The Hours”. In H. Clark (Ed.), Depression and Narrative: Telling the dark (p. 157-160). State University of New York Press.
Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου