«Το βασικό κακό και τα δεινά συνδέονται πάντα με έλλειψη γνήσιας ζεστασιάς και στοργής».
Η Κάρεν Χόρνευ (Karen Danielsen Horney) γεννήθηκε σε ένα χωριό της Γερμανίας, το 1885 και ζήλευε πολύ τον μεγαλύτερο αδερφό της. Τα ανδρικά μέλη της οικογένειας, πατέρας και αδερφός, ήταν αυτά που άσκησαν σημαντική επίδραση στη ζωή της. Ο πατέρας της ήταν 50 ετών, όταν γεννήθηκε η Χόρνευ, ενώ η μητέρα της ήταν 17 χρόνια μικρότερη από τον πατέρα της. Ο πατέρας της ήταν θρησκευόμενος, κυριαρχικός, δεσποτικός, υπερόπτης και δύσθυμος, ενώ η μητέρα της ήταν ελκυστική, ενθουσιώδης και είχε ελεύθερη σκέψη. Όταν η Χόρνευ ήταν μικρή, η μητέρα της την είχε εμπιστευτεί και της είπε ότι επιθυμούσε τον θάνατο του πατέρα της.
Η Χόρνευ μέχρι την ηλικία των 8 ετών ήταν ένα παραδειγματικό παιδί, που είχε την αποδοχή της μητέρας της. Ωστόσο, η ίδια δεν ένιωθε ότι εισπράττει αγάπη, αποδοχή και ασφάλεια, για αυτό άλλαξε συμπεριφορά απέναντι στη μητέρα της και έγινε φιλόδοξη και επαναστάτρια. Σε όλη της τη ζωή ένιωθε ότι δεν έχει λάβει αγάπη και αναζητούσε αυτή την αγάπη σε σχέσεις που έκανε. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της, η Χόρνευ γνώρισε και παντρεύτηκε τον άντρα της, από τον οποίο κράτησε και το επίθετό του, που ήταν υποψήφιος διδάκτορας στις πολιτικές επιστήμες. Στον γάμο της ένιωθε έντονη προσωπική δυσφορία, ενώ έκανε τρεις κόρες. Ένιωθε να κατακλύζεται από δυστυχία και αισθήματα καταπίεσης. Κατά τη διάρκεια του γάμου της και μετά τον χωρισμό της, η Χόρνευ είχε διάφορες ερωτικές σχέσεις. Μια από τις πιο μακροχρόνιες σχέσεις της ήταν με τον ψυχαναλυτή Έριχ Φρομ, που ήταν 15 χρόνια μικρότερός της και η σχέση διήρκεσε 20 χρόνια. Μετά από προτροπή της Χόρνευ, ο Φρομ ανέλαβε την κόρη της για ψυχανάλυση, την οποία βοήθησε να κατανοήσει την εχθρότητα που είχε απέναντι στη μητέρα της. Η Χόρνευ ένιωσε ότι την πρόδωσε ο Φρομ κι έτσι τον χώρισε και έπειτα άρχισε να συνάπτει σχέσεις με νεότερους άνδρες.
Δεν υπήρξε ποτέ ούτε μαθήτρια ούτε αναλυόμενη του Φρόυντ, αν και εκπαιδεύτηκε στην κλασική ψυχαναλυτική θεωρία. Διαφώνησε έντονα με τον Φρόυντ και τη θεωρία του, κυρίως στον τρόπο που εκείνος περιέγραφε και παρουσίαζε το ψυχολογικό πορτρέτο των γυναικών. Η Χόρνευ υποστήριξε ότι η ψυχανάλυση έδωσε έμφαση στη μελέτη της ανάπτυξης των ανδρών παρά των γυναικών. Μίλησε για τον φθόνο της μήτρας για να απαντήσει στον Φρόυντ, που είχε αναφερθεί στον φθόνο του πέους. Η θεωρία της Χόρνευ ήταν επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από τις προσωπικές της εμπειρίες, κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, καθώς και από κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στις κοινωνικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.
Το 1913 η Χόρνευ πήρε το πτυχίο της ιατρικής στο Βερολίνο και ολοκλήρωσε την ψυχιατρική και την ψυχαναλυτική της εκπαίδευση. Ο Φρόυντ ήταν περίπου 30 χρόνια μεγαλύτερος από τη Χόρνευ, οπότε όταν αυτή ξεκινούσε την πιο παραγωγική της περίοδο, ο Φρόυντ βρισκόταν ήδη στην κορυφή της μεγαλύτερης δημιουργικής του δύναμης.
Πηγές:
Schultz, D.P. & Schultz, S.E. (2021). Ψυχολογικές Θεωρίες Προσωπικότητας. Πεδίο.
Χόρνευ, Κ. (1967). Η ψυχολογία της γυναίκας. Εκδόσεις Γλάρος.
Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου