Η οριακή ή μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας περιλαμβάνει τουλάχιστον πέντε από τα παρακάτω συμπτώματα, με βάση το DSM-IV-TR:
Απεγνωσμένες προσπάθειες αποφυγής μιας πραγματικής ή φανταστικής εγκατάλειψης.
Αστάθεια και υπερβολική ένταση στις διαπροσωπικές σχέσεις, με κύριο χαρακτηριστικό τη σχάση, δηλαδή εναλλαγή ανάμεσα στην εξιδανίκευση και την υποτίμηση του άλλου.
Ασταθής αίσθηση του εαυτού και των συναισθημάτων.
Παρορμητικές και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, (αλόγιστο ξόδεμα χρημάτων, υπερφαγία, αχαλίνωτη σεξουαλική συμπεριφορά).
Επανειλημμένα αυτοκτονική συμπεριφορά, απειλές, απόπειρες ή πράξεις αυτοακρωτηριασμού.
Υπερβολική συναισθηματική αντιδραστικότητα.
Χρόνια αισθήματα κενού.
Έντονες δυσκολίες στον έλεγχο του θυμού.
Στρες, ασυνήθιστος τρόπος σκέψης και στρεβλωμένη αντίληψη του περιβάλλοντος.
Τα άτομα με οριακή ή μεταιχμιακή διαταραχή της προσωπικότητας είναι πολύ πιθανό να έχουν βιώσει κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας αποχωρισμό από τους γονείς τους ή λεκτική και συναισθηματική κακοποίηση.
Τρόποι ερμηνείας:
Θεωρία αντικειμενοτρόπων σχέσεων
Η συγκεκριμένη θεωρία περιγράφει τον τρόπο που τα παιδιά εσωτερικεύουν ή ενδοβάλλουν τις εικόνες που έχουν για τα σημαντικά πρόσωπα στη ζωή τους, κυρίως τα πρόσωπα φροντίδας, με τα οποία έχουν ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς και με τα οποία ταυτίζονται. Οι εσωτερικευμένες εικόνες γίνονται μέρος του Εγώ και επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιδρά. Οι αξίες που ενδοβάλει κανείς ως παιδί μπορεί να έρθουν σε σύγκρουση με τις επιθυμίες και τα ιδανικά που έχει ως ενήλικας.
Ο πιο σημαντικός θεωρητικός είναι ο Otto Kernberg, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι αρνητικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας οδηγούν το παιδί να εσωτερικεύσει διαταραγμένες αναπαραστάσεις του αντικειμένου, που δεν απαρτιώνουν τις όψεις των οικείων του που χαρακτηρίζονται από αγάπη με αυτές που χαρακτηρίζονται από την έλλειψη αγάπης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το παιδί να αναπτύξει ένα ανασφαλές Εγώ.
Αν και έχουν ένα αδύναμο εγώ και χρειάζονται συνεχή επιβεβαίωση, διατηρούν την ικανότητα να έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Συχνά υιοθετούν ένα μηχανισμό άμυνας, που ονομάζεται σχάση: διχοτομούν τα αντικείμενα σε απολύτως καλά ή απολύτως κακά και αδυνατούν να απαρτιώσουν σε ένα σύνολο τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία των άλλων ή του εαυτού. Για τα περισσότερα πρόσωπα, αντικείμενα ή καταστάσεις τα κατατάσσουν σε απόλυτα καλά ή απόλυτα κακά και πολύ συχνά κάτι που το θεωρούσαν απόλυτα καλό μπορεί να μετατραπεί σε απόλυτα κακό.
Στόχος είναι η ενδυνάμωση του αδύναμου Εγώ, ώστε να σταματήσει να χρησιμοποιεί τον αμυντικό μηχανισμό της σχέσης.
Θεωρία προδιάθεση- στρες- Λίνεχαν
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένα θεωρία, τα προβλήματα που σχετίζονται με την οριακή ή μεταιχμιακή διαταραχή της προσωπικότητας αναπτύσσονται, όταν κάποιο άτομο το οποίο δυσκολεύεται να ελέγξει τα συναισθήματά του λόγω κάποιας βιολογικής προδιάθεσης, μεγαλώνει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που ακυρώνει την εμπειρία του. Η προδιάθεση του ατόμου για συναισθηματική απορρύθμιση αλληλεπιδρά με εμπειρίες ακύρωσης και προάγει τις δυσκολίες που σχετίζονται με την οριακή ή μεταιχμιακή διαταραχή της προσωπικότητας.
Μέσα σε ένα ακυρωτικό περιβάλλον, τα συναισθήματα του ατόμου υποτιμούνται και δε γίνονται σεβαστά: αυτό σημαίνει ότι οι προσπάθειες του ατόμου να εκφράσει αυτά που νιώθει αγνοούνται ή μπορεί ακόμη και να τιμωρούνται. Μια ακραία μορφή ακύρωσης είναι η κακοποίηση των παιδιών, είτε σεξουαλική είτε μη σεξουαλική, στην οποία ο γονέας ή το πρόσωπο φροντίδας που κακοποιεί το παιδί ισχυρίζεται ότι το αγαπά, αλλά εντούτοις το βλάπτει.
Οι δύο κύριοι παράγοντες που σχετίζονται με την οριακή ή μεταιχμιακή διαταραχή της προσωπικότητας κατά τη θεωρία αυτή, η συναισθηματική απορρύθμιση και η ακύρωση, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με δυναμικό τρόπο.
Το παιδί που δεν μπορεί να ρυθμίσει τα συναισθήματά του έχει τεράστιες απαιτήσεις από την οικογένειά του. Οι γονείς, που φτάνουν στα όριά τους, αγνοούν ή μπορεί ακόμη και να τιμωρούν τα ξεσπάσματα του παιδιού, γεγονός που κάνει το παιδί να καταστέλλει τα συναισθήματά του. Τα καταπιεσμένα συναισθήματα συσσωρεύονται και οδηγούν σε εκρήξεις στις οποίες οι γονείς ανταποκρίνονται. Οι γονείς καταλήγουν, επομένως, να ενισχύουν ακριβώς εκείνες τις συμπεριφορές που θέλουν να αποφύγουν. Υπάρχουν φυσικά πολλά ακόμη μοτίβα, αλλά όλα οργανώνονται γύρω από έναν φαύλο κύκλο: τη συνεχή εναλλαγή ανάμεσα στην απορρύθμιση και την ακύρωση.
Με βάση την εφαρμογή της Διαλεκτικής- συμπεριφορικής θεραπείας, της Λίνεχαν, στόχος είναι να εφαρμοστεί ένας συνδυασμός ενσυναίσθησης και αποδοχής, να μάθει το άτομο επιλύει προβλήματα και να εκπαιδευτεί
Πηγές:
Kring et al. (2010). Ψυχοπαθολογία. Εκδόσεις Gutenberg.
Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου