Πρόκειται για αυτοηττώμενες προσωπικότητες, για
άτομα που δίνουν την εντύπωση ότι ο χειρότερος εχθρός είναι ο εαυτός τους. Ο
μαζοχισμός αρχικά αναφερόμενος από τον συγγραφέα Leopold von Sacher- Masoch αναφερόταν στην αναζήτηση του οργασμού μέσω του
βασανισμού και του εξευτελισμού και στη βίωση ευχαρίστησης μέσα από τον πόνο. Ο
Freud έκανε μια διάκριση ανάμεσα στο σεξουαλικό
μαζοχισμό και τον ηθικό μαζοχισμό. Ο ηθικός μαζοχισμός αφορά «ένα γενικό
πρότυπο πόνου που εξυπηρετεί έναν απώτερο σκοπό από το στενό σεξουαλικό νόημα
του μαζοχισμού» (McWilliams, 2008, σ. 538).
Ο Wilhelm Reich χρησιμοποίησε πρώτος
τον όρο μαζοχιστικό χαρακτήρα, στους τύπους της προσωπικότητες που πρότεινε.
Σύμφωνα με τον Reich ένα άτομο με
μαζοχιστική προσωπικότητα χαρακτηρίζεται από «πρότυπα οδύνης, διαμαρτυρίας, τάσεις
αυτοκαταστροφικότητας και αυτοϋποτίμησης, καθώς και μια ασυνείδητη επιθυμία να
βασανίζει τους άλλους μέσω του προσωπικού του πόνου» (McWilliams, 2008, σ. 539). Ο μαζοχισμός σήμερα πλέον δεν ταυτίζεται με τη
σεξουαλική συμπεριφορά μόνο, ούτε έχει μόνο αρνητική έννοια ή αποτελεί μια
παθολογική κατάσταση. Η θετική έννοια του μαζοχισμού συνδέεται με γεγονότα όπου
τα άτομα διακινδυνεύουν τη ζωή, την υγεία και την ασφάλειά τους για χάρη ενός
ανώτερου κοινωνικού αγαθού, όπως η επιβίωση του πολιτισμού ή των αξιών τους.
Ωστόσο, ένα άτομο με έντονα στοιχεία μαζοχισμού μπορεί να είναι επιρρεπές σε
ατυχήματα, ακρωτηριασμούς ή τραυματισμούς του εαυτού του, χωρίς να υπάρχει
αυτοκτονική πρόθεση. Ουσιαστικά, ο σωματικός πόνος που προκαλεί το άτομο με
μαζοχιστικές τάσεις στον εαυτό του, στοχεύει στην συναισθηματική ανακούφισή
του.
Επομένως, ο μαζοχισμός δεν σημαίνει αγάπη για τον
πόνο και την οδύνη. Το άτομο συμπεριφέρεται μαζοχιστικά προκαλώντας πόνο και
οδύνη στον εαυτό του ελπίζοντας –συνειδητά ή ασυνείδητα- ότι θα επιτύχει κάποιο
μεγαλύτερο καλό.
Για παράδειγμα, μια γυναίκα που κακοποιείται από το
σύζυγό της συμπεριφέρεται μαζοχιστικά εφόσον παραμένει μαζί του, χωρίς να
σημαίνει πως αυτό της δημιουργεί ευχαρίστηση όταν τη δέρνουν. «Οι πράξεις της
προδίδουν την πεποίθηση ότι η ανοχή της κακοποίησης συμβάλλει ώστε η ίδια είτε
να επιτύχει κάποιο σκοπό τόσο σημαντικό που να δικαιολογεί την οδύνη της, όπως
είναι, για παράδειγμα, ο στόχος να κρατήσει την οικογένειά της ενωμένη, είτε να
αποφύγει μια καταστροφή, όπως είναι, για παράδειγμα, η ολοκληρωτική εγκατάλειψη
από το σύζυγό της ή και τα δύο» (McWilliams, 2008, σ. 542). Αντικειμενικά το να παραμείνει σ’ αυτή τη σχέση είναι
πιο καταστροφικό ή επικίνδυνο από το να τον αφήσει. Ωστόσο, η γυναίκα συνεχίζει
να συμπεριφέρεται με ένα τρόπο που δείχνει ότι η ισορροπία της εξαρτάται από τη
διαρκή κακοποίησή της.
Τα μαζοχιστικά στοιχεία στην προσωπικότητα σε
αρκετές περιπτώσεις συνδέονται ή αλληλοκαλύπτονται με καταθλιπτικά στοιχεία. Η
πλειοψηφία των ατόμων με μαζοχιστική ή καταθλιπτική δομή προσωπικότητας έχουν
στοιχεία η μία της άλλης. Ο Kernberg αναφέρθηκε στην καταθλιπτική- μαζοχιστική προσωπικότητα, που υποστήριξε
ότι αποτελεί τον πιο συνηθισμένο τύπο νευρωτικού χαρακτήρα.
«Ο συναισθηματικός κόσμος ενός ατόμου με
μαζοχιστική οργάνωση μοιάζει πολύ με τον κόσμο ενός καταθλιπτικού ατόμου, με
μια ουσιαστική όμως διαφορά: η συνειδητή λύπη και τα βαθιά ασυνείδητα
συναισθήματα ενοχής κυριαρχούν και στους δύο τύπους οργάνωσης, ωστόσο, τα
μαζοχιστικά άτομα μπορούν εύκολα να βιώσουν θυμό, περιφρόνηση, ακόμη και
αγανάκτηση» (McWilliams, 2008, σ. 544). Στις
προαναφερόμενες συναισθηματικές καταστάσεις τα αυτοηττώμενα άτομα
αντιλαμβάνονται ότι υποφέρουν αλλά θεωρούν ότι αυτό είναι άδικο, θεωρούν τον
εαυτό τους θύμα ή άτυχο ή καταραμένο, παρόλο που δεν ευθύνονται τα ίδια, σαν να
τους καταδιώκει ένα «κακό κάρμα». Τα άτομα που έχουν και καταθλιπτικά στοιχεία
έχουν δεχθεί και αποδεχθεί τη δυστυχία τους, επειδή πιστεύουν ότι μόνο αυτό
τους αξίζει, ενώ τα μαζοχιστικά άτομα μπορεί να καταφέρονται εναντίον της
μοίρας τους (McWilliams, 2008).
Για παράδειγμα, εάν ένα άτομο θεωρεί ότι τα πρόσωπα
που ασκούν εξουσία τιμωρούν κάποια στιγμή όλους όσους βρίσκονται σε σχέση
εξάρτησης μαζί τους και εάν βρίσκεται σε μια χρόνια κατάσταση άγχους
περιμένοντας να επαληθευτεί η πεποίθησή του, τότε προκαλεί με δική του βούληση
μια αναμενόμενη τιμωρία στον εαυτό του που το ανακουφίζει από το άγχος και
επιβεβαιώνει τη δύναμή του απέναντι στο οδυνηρό γεγονός.
Τα άτομα με μαζοχιστική προσωπικότητα έχουν την
ανάγκη να έχουν ακροατές που θα επιβεβαιώνουν ότι ένοχοι είναι μόνο οι άλλοι.
Συχνά νιώθουν την ανάγκη να δείχνουν ότι υποφέρουν ή ότι κάποιος άλλους τους
κακοποιεί. Ωστόσο, μπορεί να αρνηθούν ότι η κατάσταση αυτή τους προκαλεί
δυσφορία ή να υπερασπίζονται τις καλές προθέσεις του δράστη, με αποτέλεσμα να
δημιουργούν στους άλλους αντιφατικά συναισθήματα. Από τη μία τους λυπούνται και
από την άλλη θεωρούν ότι τα θέλουν και τα παθαίνουν.
Τα άτομα με μαζοχιστική προσωπικότητα εκδηλώνουν
έντονα θέματα εξάρτησης και έντονους φόβους της μοναξιάς. Το βασικό μήνυμα που
μεταδίδουν μέσα σε μια σχέση τους είναι: «Σε παρακαλώ μη με αφήνεις. Εάν φύγεις
θα βλάψω τον εαυτό μου». Στις περιπτώσεις των κακοποιημένων γυναικών,
παρατηρείται συχνά η επιστροφή των γυναικών στο σύζυγό τους ή σύντροφό τους. Οι
γυναίκες αυτές φαίνεται πως συνήθως φοβούνται περισσότερο την εγκατάλειψη από
ότι τον πόνο ή τον θάνατο. Συνήθως, προέρχονται από γονείς που τους έδειχναν
ενδιαφέρον μόνο όταν τους τιμωρούσαν, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί έντονη
συσχέτιση ανάμεσα στη συναισθηματική επαφή και τον πόνο. Όταν ένα παιδί δέχεται
αυστηρή ή σκληρή τιμωρία –υπερβολική ή σαδιστική- τότε το μήνυμα είναι ότι η
ψυχική οδύνη αποτελεί το τίμημα μιας σχέσης με τους άλλους. Η επιθυμία για
επικοινωνία είναι πιο έντονη από την επιθυμία για σωματική ασφάλεια. Ακόμη, τα
άτομα με μαζοχιστική προσωπικότητα μπορεί να προέρχονται από ένα περιβάλλον στο
οποίο έχουν δεχτεί πολλές ενισχύσεις και έχουν μάθει να υπομένουν τα βάσανά
τους με γενναιότητα.
Στις καθημερινές τους συναναστροφές τα αυτοηττώμενα
άτομα έχουν την τάση να αποκτούν φίλους που είναι και οι ίδιοι δυστυχισμένοι,
και αν χαρακτηρίζονται από ηθικό μαζοχισμό τότε προσελκύονται από άτομα που θα
επιβεβαιώσουν την αίσθηση της αδικίας που τα καταβάλλει, ενώ συχνά τείνουν
επαναλαμβανόμενα να συνάπτουν σχέσεις στις οποίες εισπράττουν την έλλειψη
ευαισθησίας ή και το σαδισμό των άλλων (McWilliams, 2008).
Το άτομο με μαζοχιστική προσωπικότητα θεωρεί τον
εαυτό του ανάξιο, ένοχο, απορριπτέο, που του αξίζει να τιμωρηθεί. Ακόμη, το
άτομο μπορεί να αισθάνεται ότι είναι ανολοκλήρωτο, ενώ έχει την πεποίθηση ότι
είναι καταδικασμένο να το παρεξηγούν, να μην το εκτιμούν και να του
συμπεριφέρονται άσχημα. Συχνά, τα άτομα αυτά φαίνονται επιβλητικά και
περιφρονητικά, εξυμνούν την ψυχική τους οδύνη και συχνά περιφρονούν τους
άλλους, που δεν μπορούν να υπομένουν τα βάσανά τους με την ίδια γενναιότητα και
αξιοπρέπεια (McWilliams, 2008).
Βιβλιογραφία
McWilliams, N. (2008). Ψυχαναλυτική διάγνωση.
(Επιμ. Τ. Αναγνωστοπούλου & Σ. Τριλίβα). Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
Και πως θεραπεύεται ένα άτομο με τέτοιου είδους συμπεριφορά?
ΑπάντησηΔιαγραφή