Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Έξαρση βίας & Εγκληματικότητας…

Μια κοινωνιο-ψυχολογική θεωρητική επισκόπηση

Τελευταία διαπιστώνουμε ότι έχουν έρθει στο φως της επικαιρότητας περιπτώσεις ειδεχθών εγκλημάτων που έχουν απασχολήσει αρκετά την κοινή γνώμη. Καταρχάς, θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι κάθε άνθρωπος έχει στη διάθεσή του κάποιες επιλογές τις οποίες μπορεί να τις χρησιμοποιήσει είτε για να προάγει το καλό, είτε να τις χρησιμοποιήσει για να προάγει το κακό. Δηλαδή, η επιλογή συνίσταται στον τρόπο με τον οποίο θα διαθέσει το άτομο τις δυνάμεις ή τις δυνατότητές του. Όταν οι δυνατότητές μας συνδεθούν με την κακή και σκοτεινή πλευρά του εαυτού μας, τότε η τάση που καλλιεργείται και αναπτύσσεται είναι αναπόφευκτο να μην οδηγήσει σε εχθρικότητα, σε καταπίεση, σε επιβολή, σε εξαναγκασμό, προκειμένου το άτομο που ενεργεί έτσι να αποκομίσει ίδιον όφελος. Τότε, η επιθετικότητα και η βία απέναντι στους άλλους είναι αναπόφευκτη, προξενώντας σοβαρές και ανεπανόρθωτες βλάβες. 


Ο χώρος στον οποίο εκδηλώνεται η βία, θα λέγαμε ότι τη χαρακτηρίζει. Αν για παράδειγμα η βία εκδηλώνεται στο οικογενειακό περιβάλλον, τότε θα μιλήσουμε για ενδοοικογενειακή βία, αν η βία εκδηλώνεται στο σχολικό περιβάλλον, τότε θα μιλήσουμε για τη σχολική βία, και αν η βία εκδηλώνεται στα γήπεδα, τότε θα μιλήσουμε για τον χουλιγκανισμό. Επίσης, εκτός από τον χώρο μια άλλη διάκριση θα μπορούσε να γίνει στη βάση των μέσων που μετέρχονται. Για παράδειγμα, έχουμε τη λεκτική βία, όπου κάποιος μέσα από τα λόγια προσπαθεί να μας κάνει να πονέσουμε, έχουμε τη σωματική βία, όπου κάποιος βιαιοπραγεί σε βάρος μας, επίσης, την ψυχολογική βία που έχει διάφορες πτυχές και εκφάνσεις όπως λόγου χάρη τον σχολικό εκφοβισμό (bullying) ή τον εργασιακό εκφοβισμό (mobbing). Βεβαίως, όταν απειλείται η ζωή του θύματος τότε μιλούμε για εγκληματικότητα, η οποία είναι μια πιο σοβαρή μορφή βίας, το αποκορύφωμα της οποίας είναι ο φόνος και δη ο πόλεμος στον οποίο καταπατάται το ανώτερο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυτό της ζωής. 

Η βία δεν απέχει πολύ από την εγκληματική δραστηριότητα και δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη αυτή η λεπτή γραμμή που ξεχωρίζει τη βία από την εγκληματικότητα, καθώς η μία εμπεριέχει την άλλη. Η σοβαρότητα των συνεπειών είναι ένα κριτήριο για να τις διακρίνουμε, αλλά και πάλι τι γίνεται όταν οι συνέπειες είναι μη μετρήσιμες, καθώς το θύμα μπορεί να ξεφύγει και να σωθεί από μια βίαιη ή εγκληματική ενέργεια σε βάρος του, όμως τα ψυχικά τραύματα που θα έχουν προκληθεί, ενδεχομένως να το ακολουθούν και σε όλο το υπόλοιπο της ζωής του; Στην επιστήμη της ψυχολογίας οι επιπτώσεις των ψυχικών τραυμάτων που ακολουθούν μια βίαιη ή εγκληματική πράξη προκαλούν αυξημένο άγχος και στρες στο θύμα που ονομάζεται «μετά τραυματικό στρες». Δεν είναι εύκολο για τον καθένα που βιώνει μετά τραυματικό στρες να το ξεπεράσει, ειδικά όταν το άτομο αυτό για τους δικούς του προσωπικούς λόγους δεν ζητά βοήθεια από έναν ειδικό της ψυχικής υγείας.


 

Πέραν αυτών, αξίζει να ερευνήσουμε τα αίτια που οδηγούν στις μέρες μας την έξαρση βίας και εγκληματικότητας, ώστε να θεραπεύσουμε το πρόβλημα και όχι απλώς τα συμπτώματά του. Το πνεύμα των καιρών μας (Zeitgeist), προφανώς πριμοδοτεί τον αμοραλισμό, την έλλειψη σταθερών και ηθικών αξιών, την επικράτηση ενός τυχοδιωκτισμού, όπου το μότο που επικρατεί είναι: «πατώ επί πτωμάτων», προκειμένου να ανέλθω κοινωνικά και οικονομικά. Έτσι, επικρατεί ο ατομισμός και ο ανταγωνισμός, όπου η βία γίνεται το μέσον διεξόδου και το εργαλείο για να βγάλουμε από τη μέση τους άλλους και να επικρατήσουμε. Υπάρχουν άτομα που δεν διστάζουν να κλέψουν τον πνευματικό και υλικό αγώνα και μόχθο του άλλου και να τον παρουσιάσουν σαν δικό τους. Η κρίση αξιών διαπιστώνεται ότι μολύνει και θεσμικούς φορείς της κοινωνίας, κάνοντάς τους να υπολειτουργούν, εφόσον οι πελατειακές σχέσεις όχι μόνο δεν έχουν παταχθεί, αλλά ανθούν κατατάσσοντας τη χώρα μας στις υψηλότερες θέσεις στη λίστα με τη διαφθορά. 


 

Ο καταναλωτισμός και η αγοραστική δύναμη έχουν θεοποιηθεί και υπερτονίζεται το εύκολο και γρήγορο κέρδος. Αυτή η νοοτροπία έρχεται σε αντίθεση με τις ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες που διαβιούμε, καθώς το βιοτικό επίπεδο γίνεται ολοένα και πιο χαμηλό με την αύξηση της ανεργίας να πλήττει κυρίως τους νέους, στραγγαλίζοντας τα όνειρά τους και τις φιλοδοξίες τους για το μέλλον. Η κατάσταση οικονομικής ανέχειας που το άτομο βιώνει εκλαμβάνεται ως μια παράφορη αδικία σε βάρος του, εφόσον οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Υποτίθεται ότι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι θα έπρεπε να είχαν λάβει μέτρα για να σταματήσουν αυτή την αδικία και η αβελτηρία τους, οδηγεί σε μια επί ίσοις όροις αβελτηρία του τύπου: «αφού δεν ενδιαφέρει εσάς τι είναι σωστό και τι όχι, γιατί θα έπρεπε να ενδιαφέρει εμένα; Ακόμη κι αν χρειαστεί να κλέψω, θα το κάνω προκειμένου να επιβιώσω». Εφόσον, το άτομο που βιώνει οικονομική ανέχεια δεν θα βρει αρωγή από την πολιτεία, ώστε να αντεπεξέλθει και πιέζεται από παντού, ουσιαστικά ωθείται στην εγκληματικότητα. Όταν, δηλαδή, το άτομο δεν έχει να ταϊσει τα παιδιά του, δεν θα κοιτάξει τι είναι ηθικό να κάνει, θα κοιτάξει απλά ότι αυτό που έχει σημασία είναι να επιβιώσει με κάθε τρόπο, καλό ή κακό. 


 

Εγκληματίας δεν γεννιέται κανείς, εγκληματίας γίνεται, και οι εγκληματίες δεν είναι άτομα που ανήκουν στην υψηλή κοινωνία, ούτε άτομα υψηλής μόρφωσης. Ας μην λησμονούμε τη φράση του Ουγκώ: «εκεί που ανοίγει ένα σχολείο κλείνει μια φυλακή». Μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον ανισότητας, αναξιοκρατίας και διαφθοράς, η βία και η εγκληματικότητα γίνεται λύση ανάγκης για τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα που διαβιούν σε συνθήκες ανέχειας. Τα παιδιά τους δεν λαμβάνουν το δικαίωμα και το αγαθό της μόρφωσης, αλλά αναγκάζονται να παρατήσουν το σχολείο προκειμένου να βρουν οποιαδήποτε δουλειά για να προσφέρουν στην οικογένεια, έστω ένα κομμάτι ψωμί. Με την υψηλή ανεργία, ούτε η εύρεση μιας δουλειάς του ποδαριού είναι εφικτή. Η εγκληματικότητα για αυτά τα άτομα είναι μονόδρομος και όταν το άτομο φτάσει στο σωφρονιστικό ίδρυμα, τότε ίσως είναι πολύ αργά. Τα άτομα που φυλακίζονται αποτελούν αποκλεισμένη κοινωνική ομάδα, όπου στιγματισμένα και δίχως επαγγελματικές δεξιότητες και γνώσεις, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αναγκαστούν να προβούν σε εγκληματικές ενέργειες προκειμένου να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Έτσι, διαιωνίζεται ο φαύλος κύκλος της βίας και η αύξηση της εγκληματικότητας κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο σώμα της Αστυνομίας και στις υπηρεσίες που παρέχει. Τότε, αυτό που ακολουθεί είναι ολόκληρη η κοινωνία να βρεθεί σε αναβρασμό και αναστάτωση και η Δημοκρατία να διέλθει σε κρίση.

 


Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου