Η περίοδος των εορτών αποτελεί
μια ευκαιρία για σμίξιμο συγγενών και φίλων που έχουμε να δούμε καιρό. Πολλοί
από αυτούς έχουν μια διάθεση για σύγκριση ανάμεσα στην τελευταία φορά που μας είδαν
και στο σήμερα. Κάποιες φορές αυτή η σύγκριση λαμβάνει διαστάσεις επίκρισης,
λόγου χάρη εκτός από τις αλλαγές που διαπιστώνουν στο σπίτι μας, υπογραμμίζουν και τις αλλαγές που βλέπουν στην εξωτερική μας
εμφάνιση με προσβλητικό τρόπο. Οι επικρίσεις αυτές και τα αρνητικά, αδιάκριτα ή
και προσβλητικά σχόλια, δεν είναι λίγες οι φορές που επεκτείνονται και προς τα
παιδιά.
Ένας ευρέως διαδεδομένος τρόπος
που χρησιμοποιείται από συγγενείς και φίλους είναι να ξεκινήσουν συζητήσεις σχετικά
με την επίδοση των παιδιών στο σχολείο, φτάνοντας στο σημείο μάλιστα να ζητούν από
τα παιδιά να αποδείξουν τις γνώσεις τους μπροστά σε όλους. Τους κάνουν
ερωτήσεις για τις γνώσεις τους στα αγγλικά, στην ιστορία, κτλ και δεν σπανίζουν οι περιπτώσεις που τους ζητούν ακόμη και να λύσουν μαθηματικές ασκήσεις ή να γράψουν
κάποια έκθεση κ.ο.κ.
Από την πλευρά των ενηλίκων, η
συμπεριφορά αυτή φαίνεται αθώα και ακίνδυνη, ενίοτε διασκεδαστική, παρασύροντας
ακόμη και τους γονείς σ’ αυτόν τον ιδιότυπο τρόπο εξέτασης. Το γιορτινό κλίμα
και η αίσθηση χαλαρότητας που δίνουν οι διακοπές δεν προμηνύουν ούτε αποτελούν τον
κατάλληλο χώρο και χρόνο για τέτοιου είδους ιδιότυπες εξετάσεις, με αποτέλεσμα
τα παιδιά να αιφνιδιάζονται και να έρχονται σε αμηχανία, αλλά και άγχος και ως
εκ τούτου να απαντούν λανθασμένα. Μάλιστα, οι γονείς αισθάνονται ντροπή υπό το
βάρος των λανθασμένων αυτών απαντήσεων των παιδιών τους και τα κοιτάζουν
αγριεμένοι ή μαλώνουν τα παιδιά τους. Οι γονείς νιώθουν ότι οι λανθασμένες
απαντήσεις των παιδιών τους, εκθέτουν τους ίδιους κι έτσι το γιορτινό κλίμα
μετατρέπεται σε μια αρένα, όπου τα παιδιά κρίνονται και κατηγορούνται και
καλούνται να απολογηθούν γιατί δεν ξέρουν. Δυστυχώς, πολλοί γονείς εκλαμβάνουν
τα παιδιά τους ως προέκταση του εαυτού τους και όχι ως ξεχωριστές προσωπικότητες, προσδοκώντας από αυτά να κάνουν ότι δεν έκαναν εκείνοι ή να γίνουν ότι δεν έγιναν
εκείνοι.
Από την άλλη πλευρά, τα παιδιά
βιώνουν αισθήματα ντροπής, ενοχής, αμηχανίας, ανεπάρκειας, αυτοαμφισβήτησης,
απομόνωσης, ανασφάλειας και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Η συμπεριφορά των ενηλίκων στερεί
από το παιδί να αισθανθεί ικανό και χρήσιμο, οδηγώντας το σε δυσκολία ή αμφιθυμία
στη λήψη των αποφάσεών του, με αποτέλεσμα να υψώνει τείχη άμυνας. Επιπροσθέτως, το παιδί νιώθει
ότι υποτιμάται με τις παρατηρήσεις που δέχεται μπροστά σε όλους και συχνά
εξαιτίας των απειλών και του φόβου της τιμωρίας καταφεύγει στα ψέματα. Πολλές φορές,
το παιδί αισθάνεται αβοήθητο, λόγω της απόρριψης που έχει δεχτεί από τους ίδιους
του τους γονείς. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι πιο οδυνηρή η απόρριψη και η
απουσία στήριξης από τους γονείς που βιώνεται ως εγκατάλειψη και προδοσία από
το ίδιο το παιδί, παρά οι συμπεριφορές ελέγχου και επιθετικής κριτικής των
συγγενών.
Το παιδί αφέθηκε στο να γίνει
στόχος των συγγενών για έναν πολύ απλό λόγο: γιατί δέχθηκε πλήγμα η εικόνα των
γονιών απέναντι στους συγγενείς. Είναι πιο σημαντικό το τι θα πει ο «κόσμος» για
το παιδί τους, και όχι το πώς θα νιώσει το παιδί τους.
Οι γονείς είναι τα πιο κατάλληλα
και ικανά πρόσωπα για να θέσουν όρια ως προς τη συμπεριφορά των συγγενών
απέναντι στα παιδιά τους. Η οικογένεια θεωρείται το σημαντικότερο κύτταρο
για την ψυχοκοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού, και αυτό που θα
πρέπει να διδάξουν οι γονείς είναι η άνευ όρων αποδοχή. Δε θα πρέπει το παιδί
να εκβιάζεται με διλήμματα όπως: θα σ’ αγαπώ μονάχα αν είσαι καλός μαθητής ή θα σ’
αγαπώ μονάχα αν είσαι καλό παιδί ή θα σ’ αγαπώ αν απαντάς σωστά στις ερωτήσεις
των συγγενών. Το παιδί θα πρέπει να νιώθει διαρκώς τη στήριξη, την προστασία, την
ασφάλεια, την αποδοχή και τη βοήθεια από τους γονείς του, ούτως ώστε να μην
κλονίζεται η εμπιστοσύνη του προς τους γονείς και προς τον ίδιο του τον εαυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου