Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Το άγχος στα παιδιά με αυτισμό υψηλής λειτουργικότητας



Τα παιδιά που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού και είναι υψηλής λειτουργικότητας, ενώ έχουν κανονική ή υψηλή νοημοσύνη μπορεί να εμφανίσουν συμπτωματολογία άγχους. Ο αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας μπορεί να συνυπάρχει με αγχώδεις διαταραχές. Τα παιδιά με αυτισμό εμφανίζουν έντονα άγχος αποχωρισμού, καθώς και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (Gillott et al., 2001). Εκτός από το άγχος τα παιδιά με αυτισμό εμφανίζουν δυσκολίες στη διαχείριση του στρες, ενώ το άγχος αυξάνεται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, καθώς τα νεαρά άτομα έρχονται αντιμέτωπα με αυξανόμενες και περίπλοκες κοινωνικές καταστάσεις και συχνά δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν και πώς να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές και διαπροσωπικές δυσκολίες.
Μεγαλώνοντας το παιδί με αυτισμό κανονικής ή υψηλής νοημοσύνης αρχίζει να συνειδητοποιεί περισσότερο τα ελλείμματα και τις δυσκολίες που εμφανίζει όσον αφορά την κοινωνική αλληλεπίδραση και την επικοινωνία, καθώς και την παρουσία στερεότυπων συμπεριφορών και περιορισμένων ενδιαφερόντων, που το δυσκολεύουν να ενταχθεί σε ομάδες συνομηλίκων και να αναπτύξει παρόμοια με αυτούς ενδιαφέροντα. Η ηλικία, το γνωστικό και νοητικό επίπεδο, ο βαθμός κατάκτησης των κοινωνικών δεξιοτήτων καθώς και οι δυσκολίες του ατόμου με αυτισμό ως προς τη διαχείριση των συναισθημάτων επηρεάζουν τα επίπεδα άγχους που θα εμφανίσει. Το άγχος στα παιδιά με αυτισμό θεωρείται είτε ως ένα σύμπτωμα που συνυπάρχει με τον αυτισμό είτε ως απόρροια των δυσκολιών που αντιμετωπίζει σε κοινωνικό επίπεδο (White et al., 2009).

Τα συμπτώματα άγχους των παιδιών με αυτισμό θα μπορούσαν να μειωθούν με την εφαρμογή της γνωσιακής- συμπεριφορικής παρέμβασης, όπου θα εφαρμοστεί τροποποίηση της συμπεριφοράς του παιδιού, εκπαίδευση των γονέων και προσαρμογή του σχολείου. Οι έρευνες δείχνουν πως η γνωσιακή- συμπεριφορική παρέμβαση μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα άγχους των παιδιών με αυτισμό, καθώς είναι μια αρκετά δομημένη θεραπεία που προσαρμόζεται στις ανάγκες του κάθε παιδιού και στοχεύει στην τροποποίηση των δυσλειτουργικών συμπεριφορών, βελτιώνοντας τις δεξιότητες του παιδιού (Wood et al., 2009). Ουσιαστικά, απαιτείται ένα πολυεπίπεδο μοντέλο που θα προσαρμοστεί στο μαθησιακό στυλ του παιδιού, τις μοναδικές δυνατότητές του και τα ελλείμματα του παιδιού, έχοντας ως στόχο τη βελτίωση της διαχείρισης στρες και την αύξηση των επιπέδων διέγερσης. Τα παιδιά με αυτισμό που αντιμετωπίζουν αισθητηριακή ευαισθησία χρειάζονται στρατηγικές που στηρίζονται στην εργοθεραπεία, για μείωση της πίεσης ή εκτόνωση του στρες (White et al., 2009).

Η εφαρμογή της γνωσιακής- συμπεριφοριστικής προσέγγισης που θα απευθύνεται στην οικογένεια έχει βρεθεί πως είναι αποτελεσματική για τη διαχείριση του άγχους στα παιδιά με αυτισμό, κυρίως όσον αφορά τη σχολική, κοινωνική και οικογενειακή ζωή. Ωστόσο, το δύσκολο στα παιδιά με αυτισμό είναι η γενίκευση των συμπεριφορών τους και του τρόπου σκέψης που χρησιμοποιούν. Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική προσέγγιση στοχεύει στο να μάθει στα παιδιά με αυτισμό να αναγνωρίζουν τις σκέψεις τους και τις σκέψεις των άλλων, να αναγνωρίζουν τη συναισθηματική τους κατάσταση και να μπορούν να κατανοήσουν και να εξηγήσουν πως συγκεκριμένες σκέψεις επηρεάζουν τα συναισθήματά τους αλλά και πως οι σκέψεις μπορούν να τα βοηθήσουν με στόχο την αλλαγή της συναισθηματικής τους κατάστασης (Chalfant et al., 2006).


Βιβλιογραφία
Chalfant, A.M., Rapee, R., & Carroll, L. (2006). Treating anxiety disorders in children with high functioning autism spectrum disorders: A controlled trial. Journal of Autism and Developmental Disorders, 37 (10), 1842- 1857.
Gillott, A., Furniss, F., & Walter, A. (2001). Anxiety in high-functioning children with autism. Autism, 5 (3), 277-286.
White, S.W., Oswald, D., Ollendick, T., Scahill, L. (2009). Anxiety in children and adolescents with autism spectrum disorders. Clinical Psychology Review, 29 (3), 216-229.
Wood, J.J., Drahota, A., Sze, K., Har, K., Chiu, A., & Langer, D.A. (2009). Cognitive behavioral therapy for anxiety in children with autism spectrum disorders: A randomized, controlled trial. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 50 (3), 224-234.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου