Υπάρχουν γονείς που είναι καλοί, στον βαθμό που ακολουθούν κανόνες του ρόλου τους, χωρίς να φοβούνται να αναγνωρίσουν τις δυσκολίες, ίσως και τα λάθη που αναπόφευκτα θα κάνουν όλοι οι γονείς.
Ο πρώτος κανόνας αφορά τη διαχείριση της γονεϊκής εξουσίας. Η εξουσία των γονέων δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία αυταρχισμού, δεσποτισμού και δικτατορίας. Είναι απλώς η κοινωνική οργάνωση μέσα από την οποία λειτουργεί η κάθε ομάδα σύμφωνα με τη δυναμική της, για την καλύτερη εξυπηρέτηση και ευημερία των μελών της.
Η καλή λειτουργία οποιασδήποτε ομάδας στηρίζεται στην ικανότητα της αρχής που έχει την εξουσία να παίρνει σωστές αποφάσεις και στη δυνατότητα που έχει το κάθε μέλος να εκφράζει τις δικές του απόψεις.
«Πως λειτουργούν όμως όλα αυτά στο πλαίσιο της οικογένειας; Πρέπει οι γονείς να είναι εξουσία; Μπορούν τα παιδιά να διεκδικούν κάποιο ρόλο στη λήψη των αποφάσεων;
Υπάρχουν οικογένειες στις οποίες αναρωτιέται κανείς ποιος ή ποιοι τελικά κρατούν τα ηνία της γονεϊκής εξουσίας.
Οι γονείς νομίζουν ότι είναι ένδειξη αγάπης για τα παιδιά τους το γεγονός ότι δεν θέλουν να τους χαλάσουν χατίρι, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς μια ένδειξη της επιθυμίας τους να μη χαλάσουν τη δική τους διάθεση και ηρεμία...
Ένα είναι σίγουρο: Τα παιδιά που δεν μεγαλώνουν μέσα σε ένα πλαίσιο με καθορισμένα όρια, το οποίο προσδιορίζει σαφώς τι είναι επιτρεπτό και τι δεν είναι, γίνονται απαιτητικά, επιθετικά και δύσκολα, ενώ ενισχύεται ο εγωκεντρισμός τους και καθυστερεί η διαδικασία της κοινωνικοποίησής τους» (σελ. 184-185).
Ένας ακόμη κανόνας αφορά τη σταθερότητα αυτού του πλαισίου και τη σαφήνεια με την οποία δίνονται τα μηνύματα στα παιδιά. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι τόσο αν οι γονείς είναι αυστηροί, αδιάλλακτοι και άκαμπτοι ή χαλαροί και ανεκτικοί, όσο το να υπάρχει μια συνέπεια στον χαρακτήρα και στη συμπεριφορά τους.
Η αβεβαιότητα εύκολα προξενεί στο παιδί απογοήτευση, θυμό και επιθετικότητα. Τα διφορούμενα μηνύματα δυσκολεύουν τις σχέσεις: ένα όχι μπορεί να ερμηνευτεί σαν ναι και ένα ναι μπορεί να εξελιχθεί στο ακριβώς αντίθετο.
Ένας ακόμη κανόνας έχει να κάνει «με το δικαίωμα που έχουν τα παιδιά όταν μεγαλώσουν, να ζήσουν τη δική τους ζωή και όχι τη ζωή που επιθυμούν για αυτά οι γονείς τους. Υπάρχουν γονείς που κρατούν στα χέρια τους τα απραγματοποίητα όνειρα και τις σκοτωμένες ελπίδες των νεότερων χρόνων τους και αισθάνονται ότι εκεί που οι ίδιοι αστόχησαν θα μπορέσουν τα παιδιά τους να πετύχουν. Συνειδητά ή ασυνείδητα, τους μεταβιβάζουν, από όταν είναι ακόμα μικρά, την επιθυμία τους να περπατήσουν στα δικά τους μονοπάτια, ελπίζοντας έτσι να διαψεύσουν τις δικές τους αποτυχίες. Κανένας όμως δεν μπορεί να ξαναζήσει τη ζωή ενός άλλου» (σελ. 186).
Το γεγονός ότι γίνεται κανείς γονιός δεν σημαίνει ότι εκεί τελειώνει η ζωή του. Η ύπαρξη του παιδιού προσφέρει στους γονείς ένα βαθύτερο νόημα για τη ζωή, στενεύει συνάμα και το φάσμα των δυνατοτήτων τους, κάτι που ισχύει ιδιαίτερα για τις γυναίκες.
Ένας ακόμη κανόνας στη διαμόρφωση ισορροπημένων σχέσεων στην οικογένεια είναι αυτός που στηρίζεται στην ικανότητα των γονιών να λειτουργήσουν σαν καλά και δημιουργικά πρότυπα για τα παιδιά τους.
«Μεγάλο μέρος της ταυτότητας κάθε ανθρώπου διαμορφώνεται μέσα από τις ταυτίσεις που κάνει, και επειδή οι γονείς αποτελούν τα πρώτα και τα πιο ισχυρά μοντέλα ταύτισης για τα παιδιά, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τον μείζονα ρόλο που παίζει η προσωπικότητα των γονιών στη μακρόχρονη αναζήτηση και δόμηση της ταυτότητας των παιδιών» (σελ. 287).
Πηγή
Γεωργίου- Νίλσεν, Μ. 2002. Η τέχνη να είσαι γονιός. Εκδόσεις Καστανιώτη.
Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου