"Το να ακούμε δεν είναι και τόσο προφανές όσο φαίνεται. Μπαίνουμε τόσο γρήγορα στον πειρασμό να απαντήσουμε, να βρούμε λύσεις, να συμβουλεύσουμε, να ολοκληρώσουμε τη φράση του άλλου, να διακόψουμε, δηλαδή να τον κρίνουμε… Και, επίσης, μπορεί να ακούμε αφηρημένα, να ακούμε τις λέξεις, αλλά όχι τη σημασία τους. Ακούμε πάντα την καρδιά αυτού που μας μιλά;
Το να ακούμε ένα παιδί δεν αφορά το να στεκόμαστε μπροστά του, λέγοντάς του: ‘Σε ακούω’. Το παιδί μιλά περισσότερο όταν είναι στραμμένο προς την ίδια πλευρά με εμάς, μέσα στο αυτοκίνητο, κάνοντας κάτι άλλο… Ξεφλουδίζοντας τον αρακά, καθαρίζοντας τα λαχανικά, μαγειρεύοντας… πλένοντας ή μαζεύοντας τα πιάτα, αυτές είναι κάποιες πιθανές ευκαιρίες. Αν έχει ανάγκη να μιλήσει, θα ‘τσιμπήσει’.
Το να κάνετε κάτι μαζί μπορεί, επίσης, να είναι ένας τρόπος να ακούσετε πίσω από τις λέξεις… να ακούσετε τη ζωή που υπάρχει μέσα του.
Μπαίνουμε στον πειρασμό να συντομεύουμε τη συζήτηση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ή να αναλαμβάνουμε τον έλεγχο όταν φοβόμαστε μήπως αναδυθούν συγκεκριμένα συναισθήματα".
Η γλώσσα της τρυφερότητας
«Υπάρχουν γονείς που λένε το σ’ αγαπώ τέσσερις φορές την ημέρα, και άλλοι που δεν το λένε καθόλου. Αυτοί που δεν καταφέρουν να πουν όχι στο παιδί τους και πιστεύουν ότι έτσι του λένε ότι το αγαπούν. Υπάρχουν εκείνοι που ισχυρίζονται ότι προτιμούν τις πράξεις από τα λόγια, εκείνοι που τα αντικαθιστούν με δώρα…
Όταν δεν τα έχουμε ακούσει στην παιδική μας ηλικία, δεν είναι πάντα εύκολο να προφέρουμε αυτά τα λόγια αγάπης. Συμβαίνει, επίσης, να τα λέμε πολύ συχνά ή με άσχημο τρόπο… Κάποιες φορές, αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να προσθέσουμε κάτι ακόμη. Αυτές οι λέξεις μπορεί να αντικαθιστούν άλλες που δεν ξέρουμε πώς να τις προφέρουμε.
Όταν το ‘σ’ αγαπώ’ σημαίνει ‘σου λέω ότι σ’ αγαπώ για να βεβαιωθώ ότι σε έχω πείσει, επειδή εγώ δεν έχω πείσει τον εαυτό μου’, μπορεί να φανεί βαρύ στο παιδί, και θυμίζει κάθε φορά σ’ αυτόν που το προφέρει τις ελλείψεις της δικής του παιδικής ηλικίας. Αυτό πλέον δεν είναι σ’ αγαπώ για την παρούσα σχέση, αλλά ένα σ’ αγαπώ που απευθύνεται στον εαυτό μας» (σελ. 313).
Πηγή:
Ιζαμπέλ Φιλιοζά. 2011. Δεν υπάρχουν τέλειοι γονείς. Εκδόσεις Ενάλιος.
Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου