Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2025

Πόσο σημαντική είναι η εντιμότητα;

Ποιος είναι ο έκτος παράγοντας που μπορεί να προστεθεί στο μοντέλο των πέντε παραγόντων;

Οι Costa και McCray μέσα από έρευνες εντόπισαν πέντε παράγοντες για την περιγραφή της προσωπικότητας… πέντε χαρακτηριστικά που θεωρούσαν ότι περιγράφουν επαρκώς την προσωπικότητα. Οι πέντε παράγοντες είναι η εξωστρέφεια, ο νευρωτισμός, το άνοιγμα στην εμπειρία, η προσήνεια και η ευσυνειδησία. Κάθε παράγοντας περιλαμβάνει ένα σύνολο από χαρακτηριστικά που περιγράφουν το άτομο. 

Οι παράγοντες φαίνονταν όχι μόνο αναγκαίοι, αλλά και λογικά επαρκείς για την περιγραφή των μέσων διαφορών στα άτομα. Πρόκειται για πέντε παράγοντες που βρέθηκε ότι αφορούν και τα δύο φύλα και τα άτομα διαφορετικών φυλών. Καλύπτουν τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, δίνοντας μια εικόνα για το κάθε άτομο.

Ωστόσο, σύμφωνα με πολλαπλά δεδομένα, οι ερευνητές των χαρακτηριστικών είχαν παραλείψει έναν παράγοντα. Φαίνεται λοιπόν πως υπάρχει και ένας έκτος παράγοντας τον οποίο παραβλέψαμε σε προηγούμενες αναλύσεις.

Για να κατανοήσουμε αυτόν τον παράγοντα, ας σκεφτούμε 2 υποθετικές περιπτώσεις:

Έναν έξυπνο, καλόβολο, σκληρά εργαζόμενο, συνεργάσιμο και κοινωνικά επιδέξιο γενικό διευθυντή ενός ομίλου εταιρειών και…

Έναν έξυπνο, καλόβολο, σκληρά εργαζόμενο, συνεργάσιμο και κοινωνικά επιδέξιο γενικό διευθυντή ενός ομίλου εταιρειών, ο οποίος κάνει παρανομίες και ψεύδεται όσον αφορά τα οικονομικά της εταιρείας.

Είναι σαφές πως οι δύο άνθρωποι διαφέρουν. 

Οπότε φαίνεται πως το μοντέλο των πέντε παραγόντων αποτυγχάνει να εντοπίσει τις διαφορές αυτές.

Και τα δύο άτομα μοιάζουν ως προς τη μεγάλη πεντάδα, αλλά διαφέρουν σε κάτι άλλο που είναι η εντιμότητα ή ειλικρίνεια/ταπεινότητα. 

Υπάρχει πράγματι ο έκτος παράγοντας της εντιμότητας ή ταπεινότητας και η σημασία των άλλων μεταβάλλεται ελαφρά όταν τον αναγνωρίσουμε. 

Οι ατομικές διαφορές στην τάση να είμαστε ειλικρινείς και αξιόπιστοι έναντι του να είμαστε πανούργοι και ανάξιοι εμπιστοσύνης, είναι ένας αξιόπιστος έκτος παράγοντας.

Το μοντέλο των έξι παραγόντων είναι μια καινούργια εξέλιξη στην ψυχολογία των χαρακτηριστικών. Δεν έχει ενσωματωθεί πλήρως ούτε στη βασική θεωρία, ούτε στην εφαρμοσμένη έρευνα. Ωστόσο, παίζει καθοριστικό ρόλο στις ανθρώπινες σχέσεις, τόσο στις διαπροσωπικές όσο και στις επαγγελματικές…

 

Cervone, D. & Pervin, L.A (2013). Προσωπικότητα. Έρευνα και εφαρμογές. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

«Κάθε πατέρας είναι ανέκαθεν νεκρός»

Του Massimo Recalcati

 

«’’Ένας πατέρας μπορεί να πεθάνει;’’ Φαίνεται να αναρωτιέται εμβρόντητος ο Φίλιπ Ροθ, όπως φαίνεται να αναρωτιέται κάθε παιδί μπροστά στο τραύμα της αποδήμησής του. Η συνάντηση με την ασθένεια του πατέρα και με τον θάνατό του είναι πάντα μια συνάντηση που σημαδεύει. Είναι η συνάντηση με μια ουσιαστική αλήθεια. Είναι η συνάντηση με την έλλειψη συνεκτικότητας του Άλλοι, με την αδυνατότητα του πατέρα να προστατέψει και να εγγυηθεί τη ζωή μας από την απεριόριστη τυχαιότητα της ύπαρξης.  

 


Υπό αυτή την οπτική κάθε πατέρας είναι ανέκαθεν νεκρός. Και είναι νεκρός όχι μόνο γιατί ο λόγος του πατέρα, στη θεμελιώδη σχέση του με τον Νόμο, υπερβαίνει τον ζωντανό κόσμο του πραγματικού πατέρα, όχι μόνο γιατί το Όνομα-του-Πατέρα, η συμβολική δηλαδή λειτουργία του πατέρα, δεν μπορεί να αναχθεί στο φυσικό πρόσωπο του πατέρα, όπως θα έλεγε η λακανική θεωρία, αλλά γιατί κάθε πατέρας είναι προορισμένος να κουβαλάει πάνω του το ίδιο του το όριο, τον ίδιο του τον ευνουχισμό, ακριβώς γιατί κανένας πατέρας δεν θα μπορέσει ποτέ να είναι η έσχατη εγγύηση των απογόνων του. Όντως αυτή η εγγύηση δεν υπάρχει, είναι αδύνατη και ο θανάσιμος χαρακτήρας του πατέρα αντανακλά αυτή την έσχατη αλήθεια της δομής. Για αυτό ο Λακάν μας θυμίζει ότι ο τάφος του Μωυσή, όπως και ο τάφος του Χριστού, είναι ανέκαθεν κενοί.

Ο θάνατος ενός πατέρα είναι πάντα μια στιγμή κομβικής μετάβασης της ζωής μας. ‘’Μπορούν ακόμα και εκείνοι να πεθάνουν;’’ Αναρωτιέται κάποια στιγμή το παιδί σκεφτόμενο τους γονείς του. Ερώτηση που θέτει και ο Φρόυντ σχετικά με την έμφυλη φύση της σχέσης ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα: μπορούν πραγματικά να απολαύσουν σεξουαλικά ο ένας την άλλη, μπορούν να έχουν μια σεξουαλικότητα; Διπλή ερώτηση, μόνο φαινομενικά διαφορετική, καθώς αυτό που την τροφοδοτεί είναι πάντα η ερώτηση πάνω στην απόσταση και την απόκλιση μεταξύ του πραγματικού Άλλου και του ιδεώδους Άλλου και πάνω στη αδυνατότητα του δεύτερου να καλύψει χωρίς κατάλοιπα το δύσκολο πεδίο του πρώτου.

Ο θάνατος ενός πατέρα θέτει ομοίως το πρόβλημα της καταγωγής μας, της προέλευσής μας και της αδυνατότητάς τους να φτιάξουν ένα στέρεο, σίγουρο έδαφος προστατευμένο από τους απρόβλεπτους κινδύνους της ζωής. Η μετάδοση μιας κληρονομιάς συμβαίνει στο φόντο της αδυναμίας να απαλλαγούμε από τη συνάντηση με την ανυπαρξία του Άλλου, την ανυπαρξία του Άλλου του Άλλου, όπως ορίζει ο Λακάν. Επομένως, ούτε ο τόπος του πατέρα μπορεί να σώσει την ύπαρξη από την απεριόριστη τυχαιότητά της παρόλο που αυτός ο τρόπος είναι ουσιαστικός στο να καταστήσει δυνατόν να κατοικήσουμε αυτή την τυχαιότητα» (σελ. 101-103).

 

Massimo Recalcati. 2021. Τι απομένει από τον πατέρα; Η πατρότητα στην υπερμοντέρνα εποχή. Εκδόσεις Κέλευθος.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Τι απομένει από τον πατέρα;»

Η πατρότητα στην υπερμοντέρνα εποχή.

Του Massimo Recalcati

 

«Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας διερωτάται ‘’Τι απομένει από τον πατέρα’’ την εποχή της εξάχνωσής του. Πρόκειται για τη βασική προβληματική που διέπει την πορεία του έργου του ψυχαναλυτή Μάσιμο Ρεκαλκάτι. Την εποχή της κατάρρευσης του ιδεώδους του πατέρα σε τι συνίσταται, ακόμα, η πατρική λειτουργία; Τι καθιστά δυνατή τη μετάδοση της επιθυμίας την εποχή της δύσης του Οιδίποδα; Μέσα από τον Φρόυντ και τον Λακάν καθώς και εκπροσώπους της λογοτεχνίας (Φίλιπ Ροθ και Κόρμακ ΜακΚάρθυ) αλλά και του κινηματογράφου (Κλιντ Ίστγουντ) σκιαγραφούνται τα χαρακτηριστικά του πατέρα της πράξης και όχι αναγκαστικά της εξ αίματος προέλευσης. 

Είναι αυτό που μπορούμε να περιμένουμε από ότι απομένει από τον πατέρα της εξάχνωσής του: μια πράξη, μια ενική μαρτυρία για την επιθυμία του, μια ενσαρκωμένη λύση στο άλυτο αίνιγμα της ζωής και του θανάτου» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«Πατέρας είναι αυτός που είναι ικανός να ενώνει και όχι να αντιπαρατεθεί την επιθυμία με τον Νόμο.

Για να υπάρχει επιθυμία, για να τροφοδοτείται η ύπαρξη από την ώση της επιθυμίας, για να υπάρχει ικανότητα επιθυμίας είναι απαραίτητο να υπάρχει Νόμος που δεν εγκρίνει κάποιο απλώς κατασταλτικό αίτημα αλλά ορίζει τη συνθήκη δυνατότητας της ίδιας της ύπαρξης της επιθυμίας.

Για ποιον Νόμο πρόκειται στο πεδίο της ψυχανάλυσης;

Για τον Νόμο που εγκαθιστά τη συμμαχία με την επιθυμία και που τον αποκαλούμε Νόμο του συμβολικού ευνουχισμού» (σελ. 47).

 

Massimo Recalcati. 2021. Τι απομένει από τον πατέρα; Η πατρότητα στην υπερμοντέρνα εποχή. Εκδόσεις Κέλευθος.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Η κραταιά αγάπη»

Της Μάρως Βαμβουνάκη 

 

«Τούτη και την άλλη ζωή τη διαλέγουν εκείνοι που αντέχουν την ψυχή τους. όσοι μπορούν με το φθαρτό να τροφοδοτήσουν το άφθαρτο και να κάψουν τον χρόνο τους στην παραλία της Αγίας Φωτιάς. Θέλουν ψυχή αυτά, θέλουν κότσια. Ιερή τρέλα και πίστη στην αγάπη σου. Θέλουν μια καρδιά σαν την καρδιά του Μίνω. 

 

Είναι ένα ζευγάρι ασυνήθιστο. Δίχως τέλος. Δίχως ανάπαυση.

Θα μπορούσε μάλιστα κανείς, απόψε, τούτη τη νύχτα της Αποκριάς και του Ψυχοσάββατου, να τους διακρίνει μέσα στον αναστατωμένο αέρα της νοτιάς. Να δει απόψε στο φεγγαρόφωτο, κάτω από τον φουρτουνιασμένο ουρανό, στον Φάρο, να στέκονται:

Μια γυναίκα ζωντανή και παράφορη που διαρκώς παλεύει τις πρωτόγονες δίψες της και τις ενοχές, που είναι μετανιωμένη. Και λίγο πιο πίσω, ένας ερωτευμένος νεκρός που δεν λέει να μετανοήσει» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«Ο έρωτας πεθαίνει και είναι στις κατάρες του να μην πεθαίνει ποτέ ταυτόχρονα και στους δύο. Πάντοτε ο ένας θα εγκαταλείπει. Ο ένας θα σηκώνει, μόνος του, τη ντροπή του προδότη, κι ο άλλος μόνος του, τη ντροπή του προδομένου. Ποιο είναι από τα δύο πιο βαρύ κανείς δεν γίνεται από πριν να το ξέρει. Από αύριο θα αρχίσουμε να το μαθαίνουμε αυτό. Κι εσύ, κι εγώ, καλή μου αγάπη» (σελ. 112).


Βαμβουνάκη, Μ. 1998. Η κραταιά αγάπη. Εκδόσεις Φιλιππότη.


Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Διαβάζοντας το βιβλίο: «Τανγκό μες στον καθρέφτη»

Της Μάρως Βαμβουνάκη

 

«Το ‘’Τανγκό μες στον καθρέφτη’’ είναι καμωμένο από το ημερολόγιο μιας γυναίκας, τρεις μήνες την άνοιξη. Μέσα από τις σελίδες του, περνούν αποσπάσματα από τη ζωή της και από τη ζωή πέντε φίλων της. 

Η ίδια πάντως αναρωτιέται: …τι κάνω δηλαδή γράφοντας με τις ώρες τόσα πολλά; Θέλω να πιστεύω πως σκαλίζω το χαρτί για τις αλήθειες μου, πως βάζω τάξη στις σκέψεις μου, πως δίνω ονόματα στο άγνωστο, πως εξορκίζω τους φόβους μου που, σχεδιάζοντας τους σε ήρεμα στις λέξεις, τους αποφορτίζω από τον κίνδυνο να συμβούν. Πως σαν υπάκουος γραφιάς του μύχιου εαυτού μου καταγράφω μέσα στην ησυχία του σπιτιού τα μηνύματα που στέλνει για να τα μαθαίνω και εγώ.

Συμβαίνουν όμως αυτά ή γράφω για να αυτοδικαιώνομαι ακόμα πιο συστηματικά; Σκαλίζω για τις αλήθειες μου ή θάβω αλήθειες; Καθαρίζω το πρόσωπό μου ή αργά-αργά το μεταπλάθω όπως θα το θελα για να το ανέχομαι; Για να το αγαπήσω ίσως κάποτε;

Πόσο ύπουλη και υποκριτική μπορεί να γίνει η δύναμη του λόγου;» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

«Ένας δεσμός δεν τελειώνει ποτέ έτσι και κάποτε συναντήθηκες, βρέθηκες με κάποιον, βρέθηκες πια για πάντα.

Ο χωρισμός δεν σημαίνει τέλος, σημαίνει γύρισμα σελίδας, σημαίνει μεταμόρφωση η σημαίνει πως: ξέρεις; Δεν μπορώ πια να σε καταλάβω και πρέπει να φύγω. Πρέπει να πάω τόσο μακριά που είναι να σε κατανόησω.

Οι εποχές των χωρισμών είναι πολύ σκληρές και άρρωστες. Κάνουν πυρετό, πονούν, αγριεύουν. Ποτέ ο άλλος δεν σου είναι πιο ξένος όσο την εποχή που χωρίζετε. Ξένος, άγνωστος, εχθρικός, αισθάνεσαι βάναυσα να σε προδίδει.

Τις ώρες και της πιο μικρής απώλειας οι άνθρωποι κακιώνουν. Γίνονται μνησίκακοι, εκδικητικοί, φτηνοί και ωμοί. Γίνονται χειρότεροι και κατώτεροι από τον εαυτό τους. Είναι που έχουμε την κακιά συνήθεια να πιστεύουμε πως οι άλλοι, διαρκώς, μας χρωστούνε διάφορα. Τα περισσότερα από τα χιλιάδες παράπονά μας που μας φθείρουν αυτή η συνήθεια τα προκαλεί.

Όταν παραπονιόμαστε δείχνουμε άχαροι και ντροπιασμένοι. Η ντροπή μας εξασθενίζει τόσο που αντί να συμμαζευόμαστε, αντί να συνερχόμαστε, εύκολα γλιστράμε στην κατηφόρα της εξαθλίωσης με την ηδονή της αυτοκαταστροφής.

Τελικά ποτέ δεν χώρισα με τους άντρες που χώρισα.

Πάντα ζούμε, κάπως, μαζί. Μπορεί και περισσότερο μονιασμένοι, περισσότερο τρυφεροί και συμπονετικοί μεταξύ μας.

Πάντα τους σέρνω μαζί μου, τους κοιτώ, τους χαϊδολογώ, τους λέω αστεία. Τους ρωτώ και νομίζω πως μου απαντούνε. Έρχονται στον ύπνο μου, στου ονείρου το χλιαρό κουκούλι και μου κάνουνε νοήματα.

Συνεννοούμαστε! Τώρα συνεννοούμαστε καλύτερα από τον καιρό που ήμασταν κοντά.

Φτάσαμε στον χωρισμό γιατί φτάσαμε σε αδιέξοδο.

Όμως το αδιέξοδο είναι ένα μυστικό σημείο στο τοπίο της ιστορίας μας που λειτουργεί μαγικά. Στέκεσαι μπροστά του, αδειάζεις, ακινητοποιείσαι. Στρέφεσαι απελπισμένος και κάνεις πίσω, κάνεις επιτέλους τη σωστή κίνηση: προς τα μέσα σου.

Εκεί, μέσα σου είναι πια η έξοδος και οι συναντήσεις οι αληθινές, η εύγλωττη σιωπή, οι ζωντανές μνήμες. Εκεί είναι πια η συνεννόηση κι η κατανόηση, η συναίνεση και η παραδοχή.

Για αυτό το λέω πως κάθε άνθρωπος που κάποτε ήρθε κοντά μας και μας τράβηξε, ζει μέσα μας για πάντα. Ωριμάζοντας μέχρι την εικόνα του την αληθινή. Και βηματίζοντας μέχρι τη θέση που του αξίζει» (σελ. 94-95).

 

Βαμβουνάκη, Μ. 1992. Τανγκό μες στον καθρέφτη. Εκδόσεις Φιλιππότη.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Η κατάκτηση της αυτονομίας στην εφηβεία

«Στα πρώιμα κείμενα για την εφηβεία διατυπωνόταν η υπόθεση ότι η συναισθηματική αποδέσμευση από τους γονείς ήταν θεμελιώδες στοιχείο της πορείας προς την ανεξαρτησία και ότι, χωρίς αποχωρισμό και απομάκρυνση, δεν μπορούσε το άτομο να γίνει ώριμος ενήλικας. Η άποψη αυτή έφερε έντονες τις επιδράσεις της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Πιο πρόσφατα, ωστόσο, εμπειρικές έρευνες έδειξαν διαφορετικά στοιχεία για το ζήτημα αυτό. Πρώτον, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, οι ερευνητές ανέφεραν θετικότερες σχέσεις μεταξύ γονέων και εφήβων σε σύγκριση με ότι αναμενόταν.

 

Ως αποτέλεσμα αυτής της εμπειρικής έρευνας, οι ειδικοί οδηγήθηκαν στην υπόθεση ότι ήταν δυνατόν να επιτευχθεί αυτονομία χωρίς τον αποχωρισμό και την αποδέσμευση που προβλέπονταν στα πρώιμα κείμενα. Οι Youniss & Smillar (1985), για παράδειγμα, μίλησαν για αλληλεξάρτηση, ένα στάδιο κατά το οποίο γονείς και έφηβοι συνεργάζονται για να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους. Στην κατάσταση αυτή, διατηρούνται οι στενοί δεσμοί, χωρίς να απειλείται η αυξανόμενη ατομικότητα του εφήβου» (σελ. 141).

Σε ένα άρθρο των Grotevant & Cooper (1986), περιγράφεται η έννοια της συνδεσιμότητας, σύμφωνα με την οποία, «ο νέος μπορεί να προχωρήσει προς την εξατομίκευση, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί δεσμούς με την οικογένεια». Επιπλέον, η έννοια της συνδεσιμότητας αρχικά παρατηρήθηκε ότι ισχύει για τις έφηβες περιγράφοντας τη σχέση μητέρας και κόρης (σελ. 142).

Τέσσερις πλευρές της συναισθηματικής αυτονομίας, με βάση μια κλίμακα που δημιουργήθηκε από τους Steinberg & Silverberg (1986) είναι οι εξής:

«Από-εξιδανίκευση: βαθμός στον οποίο ο έφηβος βλέπει ότι ο γονέας μπορεί να σφάλλει, όπως όλοι οι άνθρωποι.

Μη εξάρτηση: η απουσία ανώριμων εξαρτήσεων από τους γονείς.

Εξατομίκευση: η αντίληψη του εφήβου ότι οι γονείς δεν γνωρίζουν και δεν κατανοούν ούτε αυτόν ούτε τη ζωή του.

Γονείς ως άνθρωποι: η συνειδητοποίηση ότι οι γονείς είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, που έχουν τη δική τους ζωή και ζουν σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζει ο έφηβος» (σελ. 142).

Επίσης, υπάρχουν διάφοροι τύποι αυτονομίας, όπως:

Συμπεριφορική αυτονομία: ενεργές, φανερές εκδηλώσεις ανεξάρτητης λειτουργίας, που περιλαμβάνουν τη ρύθμιση της συμπεριφοράς και τη λήψη αποφάσεων.

Συναισθηματική αυτονομία: εσωτερικές αναπαραστάσεις των γονέων.

Αυτονομία αξιών/ αξιακή αυτονομία: ανάπτυξη ενός προσωπικού συστήματος αξιών και ηθικής» (σελ. 143).

 

Πηγή:

Coleman, J.C. 2013. Ψυχολογία της εφηβικής ηλικίας. Εκδόσεις Gutenberg.

 

 Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

 

Διαβάζοντας το βιβλίο: Ψυχολογία της εφηβικής ηλικίας

Του John C. Coleman

 

«Ο ανά χείρας τόμος ασχολείται με μία από τις πιο ενδιαφέρουσες –για πολλούς την πιο συναρπαστική– φάσεις της ανθρώπινης ανάπτυξης, ίσως και ολόκληρης της ζωής, την εφηβεία. Είναι ένα εγχείρημα-πρόκληση για τουλάχιστον δύο λόγους. 

 

Πρώτον, ο συγγραφέας έπρεπε να συγκεντρώσει και να οργανώσει έναν απέραντο πλούτο πληροφοριών, ώστε να καλύψει όχι απλώς όλες τις πλευρές/εκφάνσεις της εφηβικής ζωής, αλλά και τις ποικίλες ενδοατομικές, διατομικές, διομαδικές και διαπολιτισμικές διαφορές που παρατηρούνται στη διάρκεια αυτής της αποφασιστικής φάσης-μετάβασης στην ενήλικη ζωή.

Δεύτερον, έπρεπε να “διορθώσει” την ασαφή, συχνά αμφιλεγόμενη, εν πολλοίς άδικη εικόνα που επικρατεί για τον έφηβο στο ευρύτερο κοινό (και όχι μόνο!). Ο συγγραφέας αντιμετώπισε εξίσου αποτελεσματικά και τις δύο προκλήσεις. Παρουσιάζει όλες τις πληροφορίες, θεωρητικές και εμπειρικές, για τη σωματική, νοητική, γλωσσική, συναισθηματική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη, καθώς και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του εφήβου, με έναν τρόπο επιστημονικό και συνάμα σαφή και άμεσα κατανοητό για όλους τους ενδιαφερόμενους.

Και το κυριότερο: αλλάζει ριζικά, με τρόπο πειστικό, την επικρατούσα ανακριβή αντίληψη για την εφηβική ηλικία. Χωρίς να “αγιοποιεί” τον έφηβο, τον παρουσιάζει στις πραγματικές του διαστάσεις και συνθέτει το πορτρέτο ενός αναπτυσσόμενου ανθρώπου, ο οποίος μέσα από πιθανές αντιξοότητες και δικαιολογημένες συγχύσεις “βρίσκει τον δρόμο του”, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, ως ένα υγιές –σωματικά και ψυχικά– μέλος της κοινότητας. Με τέτοια χαρακτηριστικά, το εγχειρίδιο αυτό θα αποτελέσει ευχάριστο και χρήσιμο ανάγνωσμα για εφήβους/μετεφήβους, γονείς, εκπαιδευτικούς και κάθε άλλον που εμπλέκεται –προσωπικά ή επαγγελματικά– στα θέματα της εφηβείας».

«Οι απόψεις του Hall για την εφηβεία απέκτησαν επιπρόσθετη βαρύτητα από το γεγονός ότι διάσημοι ψυχαναλυτές συγγραφείς, όπως ο Sigmund και η Anna Freud, διατύπωσαν μια παρόμοια άποψη για το στάδιο αυτό της ζωής. Η ψυχαναλυτική άποψη για την εφηβεία είχε ως σημείο αφετηρίας την ορμητική εμφάνιση των ενστίκτων, που πιστευόταν ότι ήταν αποτέλεσμα της ήβης. Αυτή η αυξημένη λειτουργία των ενστίκτων, υποστηριζόταν, αναστατώνει την ψυχική ισορροπία που είχε επιτευχθεί στο τέλος της παιδικής ηλικίας και προκαλεί εσωτερικό αναβρασμό. Αυτός, με τη σειρά του, καθιστά περισσότερο ευάλωτη την προσωπικότητα.

[…] Πάντως, το μεγαλύτερος μέρος των ψυχαναλυτικών κειμένων εστιάζει στην ιδέα της αναστάτωσης και της αναταραχής και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι παρόμοιες θεωρητικές θέσεις ενίσχυσαν τη γενική άποψη ότι υπάρχουν μεγαλύτερες αναταραχές στην εφηβεία από ότι σε άλλα στάδια της ανάπτυξης» (σελ. 43).  

 

Coleman, J.C. 2013. Ψυχολογία της εφηβικής ηλικίας. Εκδόσεις Gutenberg.

 

 Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

Διαβάζοντας το βιβλίο: Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και Συμβουλευτική μετά τον μεταμοντερνισμό

Τα επιλεγμένα έργα του Del Loewenthal

 

«H επιστημονική και επαγγελματική πορεία του Del Loewenthal καλύπτει ένα ευρύ πεδίο που εκτείνεται στον υπαρξισμό, τον ανθρωπισμό, την ψυχανάλυση, την κριτική ψυχοθεραπεία, τον μεταμοντερνισμό και τη φωτοθεραπεία.


Το παρόν βιβλίο, Υπαρξιακή ψυχοθεραπεία και συμβουλευτική μετά τον μεταμοντερνισμό, περιλαμβάνει μια συλλογή κειμένων επιλεγμένων από τον ίδιο τον συγγραφέα, και απευθύνεται σε εκείνους που θέτουν την έννοια του νοήματος σε μια εξέχουσα θέση, εστιάζοντας στην ανθρώπινη εμπειρία όπως μπορεί να εξερευνηθεί μέσα από τους δυνητικά εκπληκτικούς και μεταβαλλόμενους τρόπους ύπαρξης σε έναν κόσμο μαζί με τους άλλους ανθρώπους. Η συγγραφική αυτή συλλογή θέτει καίρια ερωτήματα και περιλαμβάνει ενότητες για τις ψυχοθεραπευτικές πρακτικές στο πλαίσιο του μετα-μεταμοντερνισμού, τη σύνδεση των θεραπευτικών πρακτικών με τις ιδεολογίες και την πολιτική, την ψυχοθεραπευτική γνώση, καθώς και τη σχέση της έρευνας με την αναστοχαστική πρακτική.

 


Το έργο αυτό θα αποτελέσει ανάγνωσμα έμπνευσης για ψυχοθεραπευτές ψυχαναλυτές και, γενικότερα, για επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Παράλληλα, όμως, αφορά και όσους τρέφουν ενδιαφέρον για τα πεδία της φιλοσοφίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής επιστήμης, της έρευνας, καθώς και της εκπαίδευσης» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

Ένα βιβλίο με τις βασικές θεωρίες της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας και τις αντίστοιχες υπαρξιακές προσεγγίσεις ψυχοθεραπείας και συμβουλευτικής, την επιμέλεια του οποίου πραγματοποίησαν η Φιλία Ίσαρη και ο Θεοφάνης Καραγιάννης. Το βιβλίο περιλαμβάνει την περιγραφή της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας και συμβουλευτικής μετά τον μεταμοντερνισμό και τον R.D. Laing, τις ρίζες του νέου υπαρξισμού, εστιάζοντας στον Kierkagaard, τον Husserl, τον Heidegger, τον Merleau-Ponty, τον Hegel, τον Marx, τον Nietzsche, τον Freud και τον Saussure. Επίσης, αναφέρεται στον μεταμοντερνισμό και τον μετα-υπαρξισμό και σε εφαρμογές αυτών. Περιγράφει την εκπαίδευση στον μετα-υπαρξισμό, συνδυάζοντας τη θέση του Carl Rogers με την ψυχανάλυση και δίνοντας έμφαση στο σχεσιακό.

«Με διάφορους τρόπους, ο μεταμοντερνισμός προκαλεί, και μέσω αυτής της διαδικασίας, ενδεχομένως διεγείρει. Ουσιαστικά, επιτίθεται στις ‘’μοντέρνες’’, εγώ-κεντρικές/ προσωποκεντρικές προσεγγίσεις που ενυπάρχουν σε ένα μεγάλο τμήμα της ψυχανάλυσης, της συμβουλευτικής, της ψυχοθεραπείας και της ψυχολογίας. Οι μεταμοντέρνοι δυτικοί φιλόσοφοι εισηγούνται ότι ο άνθρωπος υπόκειται σε κάτι.

Για παράδειγμα, για τον Lacan υποκείμεθα στη γλώσσα, για τον Levinas υποκείμεθα στον άλλο και στη διαφορετικότητα, για τον Foucault υποκείμεθα σε σχέσεις εξουσίας/ γνώσης, για τον Deridda υποκείμεθα στην αναποφασιστικότητα και στην αποδόμηση του νοήματος, για την Kristeva υποκείμεθα σε παράξενες, αποδιοργανωτικές και ενδεχομένως δημιουργικές δυνάμεις. Ο ίδιος ο Freud, επιμένοντας ότι υποκείμεθα στο ασυνείδητο, συγκαταλέγεται και αυτός στους βασικούς μεταμοντέρνους στοχαστές» (σελ. 55).

 

Del Loewenthal. 2023. Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και Συμβουλευτική μετά τον μεταμοντερνισμό. Εκδόσεις Gutenberg.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.

Οι βάσεις της ατομικής ψυχολογίας

«Η οικογένεια λοιπόν που είναι η πρώτη κοινωνική ομάδα, την οποία γνωρίζει το άτομο και η προσαρμογή του προς αυτήν είναι συνάρτηση δύο μεταβλητών, δηλαδή της αναπτυσσόμενης προσωπικότητάς του και της μεταβαλλόμενης προσωπικότητας αυτής της ομάδας. […] το άτομο και η οικογένειά του είναι αλληλέγγυοι. 

[…] δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ ότι, όταν οι οικογενειακές συνθήκες είναι πολύ απότομες (σκληρές), η αρμονική ανάπτυξη είναι αδύνατη, όπως ακριβώς είναι αδύνατη η ανάβαση σε μια παγωμένη επιφάνεια, που δεν έχει στηρίγματα για τα πόδια. Όταν πάλι οι οικογενειακές συνθήκες είναι δίχως καμιά αντίσταση, η πρόοδος είναι τόσο δύσκολη, όσο και η διάβαση μέσα από το στοιβαγμένο χιόνι. Να λοιπόν, γιατί διακηρύσσει ο Άντλερ, ότι οι συνθήκες της ζωής και οι σχέσεις με τον πατέρα, τη μητέρα, τους αδερφούς και τις αδερφές –η θέση μέσα στην οικογένεια- παίζουν τόσο τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα, κανονίζουν δηλαδή ποιου είδους απάντηση θα δώσει το άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής σε αυτές ή σε εκείνες τις δυσκολίες, που θα συναντήσει. 

Αυτό κατά την έκφραση του Άντλερ είναι το πρόγραμμα της ζωής. Θεωρείται ότι σκέφτεται φυσιολογικά εκείνος, που από πολύ νωρίς κάνει ορθή αυτοεκτίμηση, πράγμα που κάνει πάντοτε κάθε άνθρωπος που είναι ορθά προσαρμοσμένος και επιζητεί ασφάλεια και ανακούφιση από εκείνους στους οποίους παρέχει ο ίδιος ασφάλεια και ανακούφιση. Ευτυχής υγιή ζωή λοιπόν δημιουργείται μόνον, όταν το συναίσθημα του εγώ και το κοινωνικό συναίσθημα, φαινομενικά αντίθετα, συμφιλιωθούν» (σελ. 31-32). 

Ο Άντλερ υποστηρίζει για τον νευρωτικό τα εξής: «ο νευρωτικός όμως αναπληρώνει το οξύτατο μειονεκτικό του συναίσθημα, με την υπεροπτική υψηλή του υπερεκτίμηση. Αντιδρά άσχημα στις πρώτες δοκιμασίες και απογοητεύσεις της ζωής, οπότε οι δοκιμασίες αυτές και απογοητεύσεις παίρνουν τη μορφή της επιτίμησης ή των χαδιών. Και οι δύο μορφές είναι κακές. Και οι δύο μορφές υπονομεύουν το αίσθημα της άμιλλας και της ανεξαρτησίας, που μόνο αυτό μας οπλίζει με θαρραλέα στάση απέναντι στις απαιτήσεις της ζωής» (σελ. 32).

Grookshank, F.G. Οι βάσεις της ατομικής ψυχολογίας.

 

Νίκος Κουραβάνας & Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγοι, MSc, MA.