Ο έφηβος δίνει ιδιαίτερη σημασία στην
εικόνα του σώματός του που αλλάζει σαν σύνολο, και δυσκολεύεται να
εσωτερικεύσει όλες αυτές τις αλλαγές που γίνονται με σχετικά γρήγορο
ρυθμό. Οι αλλαγές αυτές είναι ικανές
ακόμη και να διεγείρουν ή και να αναβιώσουν παλιότερα άγχη και συναισθήματα.
Στην εφηβεία συνυπάρχει ο Νάρκισσος με τον Οιδίποδα, καθώς είναι μια ηλικία
στην οποία ο έφηβος επαναβιώνει το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, σε μια προσπάθεια
επίλυσης όλων όσων δεν έχει καταφέρει να επεξεργαστεί και να ξεπεράσει κατά την
προσχολική ηλικία. Επιπλέον, εμφανίζεται μια φυσιολογική ναρκισσιστική φάση,
κατά την οποία ο έφηβος στρέφει το ενδιαφέρον προς τον εαυτό του, αποσύροντας
την ενέργεια από το περιβάλλον την επενδύει στον εαυτό (Σηφακάκη, 2012). Συχνά,
αναρωτιέται για την εικόνα του σώματός του και εκφράζει προβληματισμούς και
ανησυχίες σχετικά με το αν είναι όμορφος ή την κατάσταση μελών του σώματός του.
Επίσης, οι αντιδράσεις των γονιών και
γενικά του περιβάλλοντος απέναντι σε αυτές τις αλλαγές μπορεί να διαδραματίσουν
καθοριστικό ρόλο για την αντίληψη του εαυτού από τον ίδιο τον έφηβο. Σε αρκετές
περιπτώσεις, οι αλλαγές του σώματος και οι τροποποιήσεις της εικόνας του εαυτού
του, προκαλούν στον έφηβο μια βαθύτερη διαταραχή στις σεξουαλικές και
συναισθηματικές του επενδύσεις σε νέα «αντικείμενα», καθώς και στις επενδύσεις
προς τον εαυτό του, που όπως αναφέρει ο Kestenberg, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να
φτάσουν σε μια καθαρά ναρκισσιστική αναδίπλωση.
Οι ναρκισσιστικές επενδύσεις, στο
σωματικό επίπεδο εκδηλώνονται με ένα υπερβολικό ενδιαφέρον του εφήβου για την
αισθητική του εμφάνιση. Δηλαδή,
ασχολείται υπερβολικά με την καθαριότητα, το ντύσιμό του, το χτένισμά του και
γενικά με το σώμα του. Η τάση αυτή όμως
μπορεί να εκφραστεί ή να εκδηλωθεί με την έλλειψη ενδιαφέροντος για τον εαυτό
του, η άμυνα αυτή ονομάζεται ασκητισμός και είναι χαρακτηριστική κατά την
εφηβεία (Μ. Νασιάκου, 1985, σ. 81). Ο ασκητισμός περιγράφει την παραίτηση από
κάθε απόλαυση, που ο έφηβος έχει ανάγκη ώστε να μπορέσει να αποδείξει στον εαυτό
του ότι μπορεί να σταθεί μόνος του στα πόδια του (Σηφακάκη, 2012).
Η A. Freud δείχνει να συμφωνεί λέγοντας ότι οι
κύριοι τρόποι άμυνας που υιοθετεί ο έφηβος για να αντιμετωπίσει το χάσιμο του
αγαπημένου αντικειμένου είναι η δημιουργία των σχέσεων που υποκαθιστούν τις
γονεϊκές, όπως ένας παράφορος έρωτας ή και ως ένα βαθμό η ναρκισσιστική
απόσυρση – ως μια φυσιολογική κατάσταση. Συγκεκριμένα, ο έφηβος μπορεί να
αποσύρει τη λιβιδινική ενέργεια από εξωτερικά αντικείμενα και να επενδύσει στο
Εγώ, δίνοντας έμφαση στην ενασχόληση με το σώμα και αυτά που μπορεί να
καταφέρει, σε ένα πλαίσιο παντοδυναμίας και απουσίας επικινδυνότητας. Ο έφηβος
μπορεί να εμφανίσει μεταστροφή του συναισθήματος στο αντίθετό του. Για
παράδειγμα η αγάπη προς τους γονείς μετατρέπεται σε μίσος, ενώ η εξαρτητική
συμπεριφορά μετατρέπεται σε μια συμπεριφορά αντίδρασης και επανάστασης. Συχνά,
οι έφηβοι για να χειριστούν τα συναισθήματά τους χρησιμοποιούν τον μηχανισμό
της διανοητικοποίησης, όπου απουσιάζει το συναίσθημα και γίνεται μια προσπάθεια
να δοθεί μια λογικοφανής εξήγηση για μια συναισθηματική κατάσταση, που προκαλεί
μεγάλη πίεση ή σύγχυση στον έφηβο (Σηφακάκη, 2012).
«Η βασική αντινομία του εφήβου
διαπιστώνεται ανάμεσα στην απόσυρση και στην προσπάθεια επίτευξης των
κοινωνικών ρόλων και της σεξουαλικής πληρότητας» (Σηφακάκη, 2012: 93). Ο
έφηβος, δηλαδή, από τη μια πλευρά αποσύρεται και θεωρεί ότι μπορεί να ζήσει μια
ασκητική ζωή, χωρίς απολαύσεις και υλικά αγαθά και από την άλλη, προσπαθεί να
υιοθετήσει νέους ρόλους και να δομήσει νέες ταυτότητες, ώστε να προετοιμαστεί
για την είσοδό του στον κόσμο των ενηλίκων.
Βιβλιογραφία
Νασιάκου, Μ. (1985). Η
ψυχολογία σήμερα. Αθήνα: Παπαζήσης.
Σηφακάκη, Γ. (2012). Η
Ψυχαναλυτική προσέγγιση του S. Freud. Στους Γ. Ποταμιάνο & Φ.
Αναγνωστόπουλο (Επιμ.), Προσωπικότητα.
Αθήνα: Παπαζήσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου