Ο Νίτσε στο έργο του «Η γέννηση της τραγωδίας» αναρωτιέται τους λόγους που οι Έλληνες είχαν ανάγκη την τραγωδία και κυρίως την τέχνη. Επίσης, θέτει και ένα βασικό ψυχολογικό ερώτημα, το οποίο σχετίζεται με την καταγωγή της τραγωδίας. Συγκεκριμένα, προσπαθεί να εξηγήσει αν η λαχτάρα του Έλληνα για γιορτές και για ηδονές οφείλεται σε κάποια στέρηση, σε κάποια μελαγχολία ή πόνο; Ποια η σχέση του Έλληνα με τον πόνο; Η θετική απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα οδήγησε τον Νίτσε στην προσπάθεια να νοηματοδοτήσει τη διονυσιακή μανία, που πηγάζει μέσα από την τραγική και κωμική τέχνη. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, ο Νίτσε θέτει τα εξής ερωτήματα: «Μήπως υπάρχουν -αυτό είναι ερώτημα για ψυχίατρους- νευρώσεις της υγείας; Νευρώσεις της νεότητας και της νεανικότητας ενός λαού; Τι μας δείχνει αυτή η σύνθεση του Θεού και του τράγου στον σάτυρο; Ποιο βίωμα για τον ίδιο τον εαυτό του; Ποια ορμή ωθούσε τον Έλληνα να συλλάβει το διονυσιακό, ενθουσιώδη, ονειροπόλο και αρχέγονο άνθρωπο ως σάτυρο;» (Νίτσε, 2010).
Σύμφωνα με τον Νίτσε, ο Σάτυρος ήταν «το αρχέτυπο του ανθρώπου, η έκφραση των υψηλότερων και σφοδρότερων συγκινήσεων του, ως εκστατικός ζηλωτής που μαγεύεται από τη γειτνίαση του θεού του, ως συμπάσχων σύντροφος στον οποίο επαναλαμβάνεται η οδύνη του θεού, ως διαλαλητής της σοφίας που βγαίνει μέσα από τους κόλπους της φύσης, την οποία συνήθιζαν να θωρούν οι Έλληνες με γεμάτη σεβασμό έκπληξη. Ο Σάτυρος ήταν κάτι υψηλό και θείο: έτσι έπρεπε να φαίνεται ιδίως στην οδυνηρά κομματιασμένη ματιά του διονυσιακού ανθρώπου». Στην ουσία, ο διονυσιακός Έλληνας με ένα μαγικό τρόπο μετατρέπεται σε Σάτυρο. Επίσης, ο Σάτυρος προσομοιάζει σε «μωρό άνθρωπο», δηλαδή στο αντίθετο του θεού, σύμβολο των ισχυρότερων ορμών της φύσης και ταυτόχρονα κήρυκας της σοφίας και της τέχνης της. Η τραγωδία γεννήθηκε από τον τραγικό χορό και στην αρχή ήταν χορός και μόνο χορός. Ο Σάτυρος ήταν διονυσιακός χορευτής, ο οποίος μέσα από τον μύθο και τη λατρεία επικύρωνε τη θρησκευτικά αναγνωρισμένη πραγματικότητα. Ο Απόλλωνας μας φανερώνει ότι μέσω του κόσμου των βασάνων μπορεί το άτομο να πραγματώσει το λυτρωτικό όραμα μέσα από τη θεοποίηση της εξατομίκευσης, δηλαδή να διατηρήσει τα όριά του, το μέτρο. Ο Απόλλωνας ως ηθική θεότητα απαιτεί το μέτρο ώστε τα άτομα να καταφέρουν να διατηρούν την αυτογνωσία τους. Μαζί με την αισθητική αναγκαιότητα για ομορφιά κάνει την εμφάνισή της η αναγκαιότητα για «γνώθι σαυτόν και μηδέν άγαν». Αντιθέτως, η οίηση και η υπερβολή αποτελούν τους εχθρικούς δαίμονες, που προέρχονται από την προαπολλώνια εποχή, την εποχή των Τιτάνων, δηλαδή τον κόσμο των βαρβάρων. Έτσι, λόγου χάρη εξηγείται το γιατί ο Προμηθέας έπρεπε να ξεσκιστεί από τον γύπα (λόγω της αγάπης του για τον άνθρωπο) και γιατί ο Οιδίποδας βρέθηκε στη δίνη ανοσιουργημάτων (λόγω της υπερβολικής σοφίας του), (Νίτσε, 2010).
Στο σημείο αυτό, διαπιστώνουμε μια διαφοροποίηση από τον ορισμό της τρέλας όπως τον αναφέρει ο Φουκώ, ο οποίος υποστηρίζει ότι η κλασική τρέλα είναι το παραλήρημα, εκ της λατινικής λέξης lira, που σημαίνει αυλάκι και deliro, που σημαίνει βγαίνω από το αυλάκι, δηλαδή από τον ίσιο δρόμο της λογικής. Το παραλήρημα αποτελεί μια βαθμίδα του ονείρου και στον αντίποδα βρίσκεται η εγρήγορση. Με άλλα λόγια, το παραλήρημα είναι ένα όνειρο που βλέπουμε ξύπνιοι. Πλέον δεν ισχύει η αντίληψη ότι «το όνειρο είναι μια μεταβατική μορφή τρέλας», αλλά η τρέλα παίρνει από το όνειρο τα βασικά της γνωρίσματα, σαν μια απελευθέρωση της εικόνας μέσα στο σκοτάδι της πραγματικότητας. Επίσης, για τον Φουκώ, «η τρέλα ξεκινώντας από το πάθος, δεν είναι ακόμα παρά μια ζωηρή διατάραξη της λογικής ενότητας, σώματος και ψυχής, είναι το επίπεδο του αλόγιστου». Η τρέλα συνδέεται με έναν παραληρηματικό λόγο κάτω από τις αλλοιώσεις του σώματος, τις ιδιορρυθμίες της συμπεριφοράς και της ομιλίας. Όπως βλέπουμε όμως από τον μύθο, η σοφία και η λογική δεν βοήθησε τον Οιδίποδα από το να προβεί σε πράξεις τρέλας, για αυτό και ο Νίτσε προκρίνει το μέτρο (Φουκώ, 2004).
Επίσης, ο Φουκώ (2005) στο άρθρο του με τίτλο “Madness, the absence of work”, που δημοσίευσε με δύο συνεργάτες του επισημαίνει ότι όπως ο Artaud θα ανήκει στη δόμηση της γλώσσας μας και όχι στη ρήξη της, έτσι και οι νευρώσεις θα ανήκουν στις συστατικές μορφές της κοινωνίας μας και όχι στις αποκλίσεις. Ο Φουκώ στο σημείο αυτό δίνει έμφαση στην ύπαρξη ενός ορίου, που επιτρέπει την ηρεμία του θετικού, κάτι που συνδέεται με την αναζήτηση του μέτρου από την πλευρά του Νίτσε. Σύμφωνα με τον Φουκώ, η αναζήτηση της αλήθειας είναι μια περίεργη διαδικασία, στην οποία οι άνθρωποι δεν ξέρουν που θα πρέπει να απευθυνθούν. Ο θάνατος μαρτυρά μια αλήθεια για τον καθένα μας, καθώς λέει τι θα συμβεί σε όλους, ενώ η τρέλα είναι ο πιο σπάνιος κίνδυνος και φέρει ελάχιστο βάρος σε σύγκριση με τις εμμονές που έχει προκαλέσει και τα ερωτήματα που έχει θέσει (Foucault et al., 1995). Ο Φουκώ στο βιβλίο του «Η ιστορία της τρέλας» περιγράφει επιτυχώς την τρέλα του Αρτώ γράφοντας: «Η τρέλα του Αρτώ δεν γλιστράει στα χρονικά κενά του έργου, η επαναλαμβανόμενη παρουσία αυτής της απουσίας, το κεντρικό κενό της, βιωμένο και μετρημένο σ’ όλες τις απέραντες διαστάσεις του», ενώ λίγο πιο κάτω συνεχίζει: «Η τρέλα είναι η απόλυτη κατάλυση του έργου, είναι η καθοριστική στιγμή μιας απουσίας, που γκρεμίζει την αλήθεια του έργου τέχνης στον χρόνο, γίνεται το εξωτερικό του περίγραμμα, η γραμμή κατάρρευσης, το πλαίσιο του κενού. Το έργο του Αρτώ βιώνει μες στην τρέλα την ίδια του την απουσία, αλλά η εμπειρία αυτή, το πάντα ανανεωμένο κουράγιο του εγχειρήματός του, όλες αυτές οι λέξεις που εκσφενδονίζονται ενάντια σε μια θεμελιωμένη απουσία γλώσσας, όλος αυτός ο χώρος του φυσικού πόνου και του τρόπου που περιστοιχίζει, ή καλύτερα που συμπίπτει με το κενό –να ‘το το έργο τέχνης. Το έργο του Αρτώ είναι μια επικίνδυνη κάθοδος στον απόκρημνο χώρο της απουσίας του έργου. Κι η τρέλα παύει να ‘ναι ο χώρος όπου ο συγγραφέας έστεκε αναποφάσιστος κι όπου η αυθεντική αλήθεια του έργου κινδύνευε να αποσιωπηθεί, γίνεται το αποφασιστικό σημείο, από όπου αυτή η αλήθεια τινάζεται αδέσμευτη και χαράζεται για πάντα στην ιστορία».
Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η σχέση ανάμεσα στην τρέλα και την τέχνη. Ο Νίτσε έχει αποδώσει ένα σωτήριο χαρακτήρα στην τέχνη, καθώς η μουσική, ο χορός, οι πλαστικές τέχνες αλλά και η ισορροπία ανάμεσα στις τέχνες οδηγεί το άτομο στην τέχνη ως μέσο έκφρασης. Η μέθη συνδέεται με τη μουσική και τον χορό, η ψευδαίσθηση με τις πλαστικές τέχνες και η ισορροπία ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνιο, δηλαδή ανάμεσα στη μέθη και την ψευδαίσθηση συνδέεται με την τραγωδία. Η γέννηση, επομένως, της τραγωδίας είναι το σημείο εκείνο πάνω στο οποίο μπορούμε να μελετήσουμε τη δυϊκότητα των δύο θεών της τέχνης, του Απόλλωνα και του Διόνυσου, η σύνθεση του ονείρου και της μέθης.
Ο Φουκώ επισημαίνει ότι ο τραγικός ήρωας δεν μπορεί να είναι τρελός και η τρέλα δεν μπορεί να φέρνει μέσα της τις αξίες της τραγωδίας. Ο τελευταίος τοποθετεί την τρέλα ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ενώ θεωρεί ότι η τρέλα αρχίζει εκεί όπου διαταράσσεται και σκοτεινιάζει η σχέση του ανθρώπου με την αλήθεια, υποστηρίζοντας ότι η τρέλα του Νίτσε, δηλαδή η κατάρρευση της σκέψης του συνδέεται με το άνοιγμα της σκέψης στον σύγχρονο κόσμο. Επομένως, μέσα από τη μελέτη της γέννησης της τραγωδίας καθορίζονται τα όρια ανάμεσα στη μέθη και στο όνειρο, που και τα δύο φέρουν χαρακτηριστικά τρέλας, αλλά δεν είναι η τρέλα. Η τρέλα παίρνει από το όνειρο τα βασικά της γνωρίσματα, σαν μια απελευθέρωση της εικόνας μέσα στο σκοτάδι της πραγματικότητας. Ίσως αξίζει να μας προβληματίσει το γεγονός ότι στο έργο του Νίτσε υπάρχουν αρκετοί παραλληλισμοί γύρω από το σκοτάδι και το φως, όπως για παράδειγμα η αναφορά στον μύθο του Προμηθέα αλλά κυρίως ο ίδιος ο Απόλλωνας, του οποίου το όνομα σχετίζεται με το φως, αλλά και ανάμεσα στη διαύγεια και την ψευδαίσθηση. Η προσέγγιση του Νίτσε χαρακτηρίζεται από δίπολα, πάνω στα οποία προσπαθεί να βρει μια ισορροπία, να βρει το μέτρο, ώστε να μην χαθούν όλα.
Βιβλιογραφία
Cook, D. (1989). Nietzsche, Foucault, tragedy. Philosophy and Literature, 13 (1), 140- 150.
Foucault, M., Stastny, P. & Sengel, D. (1995). Madness, the Absence of Work. Critical Inquiry, 21 (2), 290-298.
Νίτσε, Φ. (2010). Η γέννηση της τραγωδίας. Αθήνα: Πανοπτικόν.
Simon, J. (1991). Η αλήθεια και η ερμηνεία. Friedrich Nietzsche Περί αλήθειας και ψεύδους υπό εξωηθική έννοια. Θεσσαλονίκη: Βάνιας.
Φουκώ, Μ. (2004). Η Ιστορία της τρέλας. Αθήνα: Ηριδανός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου