https://theatromusicbooks.blogspot.com/2025/10/blog-post_179.html
Ελένη Παπαδοπούλου & Νίκος Κουραβάνας: "Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν είναι στόχος να αλλάξει ο θεραπευτής τα γεγονότα της ζωής του θεραπευόμενου, αλλά να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει όσα του συνέβησαν".
Η φωτογραφία και το παραμύθι, δύο μέσα που παραδοσιακά συνδέθηκαν με τη μνήμη και τη φαντασία, αποκτούν στο βιβλίο «Φωτογραφοθεραπεία και Παραμυθοθεραπεία» των Ελένης Παπαδοπούλου και Νίκου Κουραβάνα μια νέα, θεραπευτική διάσταση. Οι συγγραφείς μάς καλούν να ξαναδούμε τον εαυτό μας μέσα από εικόνες και αφηγήσεις, να αναμετρηθούμε με τις σκιές αλλά και τα φώτα της προσωπικής μας ιστορίας και να ανακαλύψουμε τρόπους επανανοηματοδότησης της ζωής μας. Στη συζήτηση που ακολουθεί, οι δύο δημιουργοί μιλούν για τη δύναμη της αφήγησης, τη θεραπευτική λειτουργία των συμβόλων και της φωτογραφίας, αλλά και για το πώς η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα προς τον αληθινό μας εαυτό.
Στο βιβλίο σας αναφέρετε ότι οι αφηγήσεις μας μιλούν για το ποιοι είμαστε. Πώς μπορεί η θεραπεία να βοηθήσει κάποιον να επαναδιαπραγματευτεί την προσωπική του αφήγηση;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αφηγήσεις, είτε οι συλλογικές, είτε οι προσωπικές, λειτουργούν σαν καθρέφτες που μας δείχνουν ποιοι είμαστε, κι έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε ως προς το ποιοι θα θέλαμε να γίνουμε. Αποκτούμε, μάλλον τις περισσότερες φορές ασυνείδητα, επίγνωση σχετικά με το τι μας αρέσει στο είδωλο αυτό που βλέπουμε στον καθρέφτη για να το κρατήσουμε. Κι από την άλλη, όσα δεν μας αρέσουν έχοντας επίγνωση και γι’ αυτά, επιχειρούμε να τα αλλάξουμε ή τουλάχιστον να προσπαθήσουμε, καθώς θεωρητικά, δηλ. στα λόγια, μας είναι ευκολότερη η αλλαγή από όσο είναι στην πράξη. Δεν είναι, λοιπόν, και τόσο τυχαίες οι ιστορίες που λέμε για τον εαυτό μας, καθώς επιλέγουμε το τι θα αναδείξουμε και τι θα «ξεχάσουμε» και αυτή η διεργασία μοιάζει σαν να «υφαίνουμε» έναν ιστό όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αποκτούν συνοχή, νοηματοδότηση και αρμονία, κι έτσι αποφεύγουμε το χάος, τη διάσπαση, την ασυναρτησία. Μέσα από τις αφηγήσεις δηλαδή συγκροτούμε τον εαυτό και άρα διαμορφώνουμε τη δική μας μοναδική κι ανεπανάληπτη ταυτότητά μας. Ταυτότητα σημαίνει συγκρότηση πεποιθήσεων, αξιών, εμπειριών και όλων όσων μας συνδέουν με τις ρίζες μας, με το βαθύτερο είναι μας, με αυτό που πραγματικά είμαστε, δηλ. με τον αληθινό μας εαυτό.
Συνεπώς, όταν η διεργασία αυτή της αφήγησης γίνεται υπό το βλέμμα και κυρίως υπό την καθοδήγηση του θεραπευτή, όλες οι ασυνείδητες όψεις, γίνονται συνειδητές. Ο θεραπευόμενος μπορεί να πάει σε μεγαλύτερο βάθος σχετικά με το γιατί έχει «κατασκευάσει» τη συγκεκριμένη αφήγηση για τον εαυτό του κι ως εκ τούτου, μπορεί να ερμηνεύσει καλύτερα και ορθότερα σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές του, αναπλαισιώνοντας στρεβλούς τρόπους θέασης του εαυτού του, αλλά και του κόσμου που τον περιβάλλει. Μέσα στη θεραπεία, ο θεραπευόμενος έχει τη δυνατότητα να «επαναδιηγηθεί» την προσωπική του αφήγηση και να πάρει αποστάσεις από την παλιά του αφήγηση. Αν λόγου χάρη στην προσωπική του αφήγηση κάποιος χρησιμοποιεί φράσεις όπως: «μου άξιζαν να μου συμβούν αυτά που έπαθα», «δεν μου αξίζει να αγαπηθώ», «είμαι ένας αποτυχημένος κι έτσι θα είμαι…» κοκ, τότε με την παρέμβαση του θεραπευτή ο άνθρωπος θα βοηθηθεί να δει 1. Ποια γεγονότα «ξεχάστηκαν», 2. «ποιοι ενίσχυσαν αυτές τις σκέψεις», 3. Να εντοπιστούν «εναλλακτικές φωνές», όπως η φωνή του ανθρώπου που άντεξε και που ονειρεύεται ακόμη.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν είναι στόχος να αλλάξει ο θεραπευτής τα γεγονότα της ζωής του θεραπευόμενου, αλλά να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει όσα του συνέβησαν, να αναγνωρίσει ότι του αξίζει να αγαπηθεί κι ότι το να μάχεται και να αγωνίζεται κάποιος δεν σημαίνει αποτυχία, αλλά το αντίθετο: αποτελεί επιτυχία, καθώς μας επιτρέπει να αλλάξουμε.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο θεραπευτικό όφελος που έχετε παρατηρήσει μέσα από την επαφή ενός ανθρώπου με μια φωτογραφία της ζωής του;
Ίσως, τα δάκρυα που έρχονται στα μάτια ενός ανθρώπου που κοιτάζει μια παλιά του φωτογραφία. Η επαφή με το συναίσθημα, που τόσο λείπει από τον σκληρό κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε. Η επαφή με ένα κομμάτι του εαυτού του που ίσως είχε ξεχάσει ή ίσως είχε απορρίψει, καθώς η ηλικιακή περίοδος που βρισκόταν στην φωτογραφία θα μπορούσε να συνδέεται και με ένα τραυματικό γεγονός, μια σημαντική απώλεια, συναισθηματική ή σωματική κακοποίηση, και γενικά κάποιον ανείπωτο πόνο που απλά θάφτηκε βαθιά κι έμεινε εκεί, σαν μια πληγή στην ψυχή που περιμένει με κάποιον τρόπο να λάβει τον «καθαρισμό» και την περιποίηση που δεν έλαβε τότε που έπρεπε.
Επομένως, η θέαση μιας φωτογραφίας μπορεί να φέρει στην επιφάνεια απροσδόκητα συναισθήματα, επιτρέποντας στον θεραπευόμενο τη βαθύτερη ενσυναίσθηση για τον «παλιό» του εαυτό, αναδεικνύοντας σκέψεις, φόβους, ελπίδες, βάσανα και δυσκολίες που ξεχάσαμε κι όμως που μας έχουν «σμιλέψει» σε αυτό τον άνθρωπο που είμαστε σήμερα. Τα όσα κάποιος πέρασε για να φτάσει στο σήμερα, θα πρέπει να επανεξεταστούν προκειμένου να αποκαλύψουν νέες πτυχές της ζωής του ατόμου. Αφενός, μια παλιά φωτογραφία ειδικά όταν συγκρίνεται με μια τωρινή φωτογραφία, επιτρέπει στον θεραπευόμενο να ξεσκεπάσει το άτομο που ήταν παλιά, να πει: «αυτός ήμουν εγώ» κι «αυτός είμαι τώρα». Έτσι, δίνεται μια μοναδική ευκαιρία αναπλαισίωσης και επανανοηματοδότησης στον θεραπευόμενο προκειμένου να αντικαταστήσει στρεβλές ή άκαμπτες και δυσλειτουργικές απόψεις αφήγησης του εαυτού όπως από: «Δεν ήμουν μόνο "θύμα" τότε», σε «ήμουν και εκείνος που άντεξε» ή από «Δεν ήμουν μόνο "χαμένος"», σε «ήμουν και εκείνος που πάλευε σιωπηλά». Με άλλα λόγια, θα λέγαμε ότι η φωτογραφοθεραπεία μας επιτρέπει να δούμε κριτικά την προσωπική μας αφήγηση κι έτσι να αναγνωρίσουμε και να επουλώσουμε παλιές μας πληγές, αλλά κυρίως να αποδεχθούμε αυτόν που είμαστε.
Τα παραμύθια συχνά μιλούν με σύμβολα. Πώς τα σύμβολα λειτουργούν θεραπευτικά σε σχέση με το συνειδητό και το ασυνείδητο;
Καταρχάς, θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε ότι το «σύμβολο» αποτελεί μορφή ή σχήμα ή εικόνα που σημαίνει «κάτι διαφορετικό», κάτι πιο βαθύ που συνδέεται με την ψυχή. Σύμφωνα με τον Φρόιντ, ο ψυχισμός μας μοιάζει περισσότερο με ένα παγόβουνο, όπου το «συνειδητό» αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου και βρίσκεται έξω από την επιφάνεια του νερού, κι άρα είναι εύκολη η πρόσβαση σε αυτό, και περιλαμβάνει όλα όσα λέμε, σκεφτόμαστε ή αντιλαμβανόμαστε, ενώ το «ασυνείδητο», βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και περιλαμβάνει εικόνες, αναμνήσεις, φόβους, επιθυμίες στις οποίες δεν έχουμε εύκολη πρόσβαση. Βλέπουμε, ότι για να μας εξηγήσει τη λειτουργία του ψυχισμού μας, ο Φρόιντ χρησιμοποιεί τον συμβολισμό του παγόβουνου, για να γίνουν πιο εύληπτα και κατανοητά όσα ήθελε να μας πει.
Θα λέγαμε λοιπόν, ότι κατά παρόμοιο τρόπο, το σύμβολο γεφυρώνει το ασυνείδητο με το συνειδητό κι ότι το σύμβολο όταν διεισδύει στον εσωτερικό μας κόσμο, περισσότερο το αισθανόμαστε, παρά το καταλαβαίνουμε. Για τον Γιούνγκ τα σύμβολα ήταν αρχέτυπα, δηλ. αναπαραστάσεις κοινές σε πολλούς πολιτισμούς καταδεικνύοντας την κοινή καταγωγή του ανθρώπινου γένους. Έτσι, τα παραμύθια καταφεύγοντας στη χρήση συμβόλων, πηγαίνουν βαθιά στο ασυνείδητο των ανθρώπων, σε χώρο, όπως εκείνον του παγόβουνου που δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση. Το ασυνείδητο, δεν αντιδρά με κριτική, κι έτσι το παιδί ή ο ενήλικας που ακούει ένα παραμύθι δεν κρίνει την αφήγηση της ιστορίας, αλλά τη νιώθει, την αισθάνεται και ταυτίζεται με τις αγωνίες του ήρωα. Δεν εξηγεί, δεν ερμηνεύει το παραμύθι αυτός που το ακούει κι έτσι το «σύμβολο» προσφέρει «απόσταση», μιαν απόσταση ασφαλείας, όπου ο θεραπευτής μπορεί να δουλέψει θεραπευτικά με έναν τρόπο ασφαλή. Ακόμη και το «τραύμα» που με δυσκολία περιγράφεται με λέξεις, μπορεί να συμβολιστεί όπως λ.χ. «με μια μάγισσα που φυλακίζει παιδιά στο σπίτι της» κι έτσι μέσα από απόσταση το παιδί επεξεργάζεται και μεταμορφώνει τα δικά του προσωπικά τραύματα, έχοντας κατά νου την ελπίδα ότι ο ήρωας δικαιώνεται πάντα στο τέλος και κατά παρόμοιο τρόπο και το ίδιο θα δικαιωθεί. Τα παραμύθια προσφέρουν παρηγοριά. Ας μην λησμονούμε εξάλλου και την ετυμολογία της λέξης παραμυθία = παρηγορώ, ενθαρρύνω, εμψυχώνω.
Σε μια εποχή υπερπληροφόρησης και εικόνων που κατακλύζουν την καθημερινότητα, πώς η φωτογραφία ξαναβρίσκει τον ρόλο της ως «καθρέφτης» του εαυτού;
Πράγματι,
αυτή η κατάσταση είναι γεγονός σήμερα. Όμως, η φωτογραφοθεραπεία μάλλον
αποτελεί εκείνη τη χαραμάδα φωτός που αχνοφέγγει στο βάθος του τούνελ,
αποτελώντας πυξίδα για όλους. Εν προκειμένω, υπάρχει εδώ μια ειδοποιός διαφορά,
κι αυτή έγκειται στο γεγονός ότι στη φωτογραφοθεραπεία ο άνθρωπος φωτογραφίζει όχι για το “κοινό” αλλά
για τον εαυτό του, και τότε η εικόνα
μετατρέπεται σε ψυχικό καθρέφτη.
Εκεί, κάθε σκιά, κάθε κενό, κάθε φως αποκτά υπαρξιακό νόημα. Οι περισσότερες εικόνες σήμερα
δημιουργούνται για να δημιουργήσουν εντυπώσεις, όπως όμως κι ένα πυροτέχνημα,
για λίγα ας πούμε δευτερόλεπτα. Όμως, στη φωτογραφοθεραπεία οι φωτογραφίες
τραβιούνται για να θυμίζουν, για να μην οδηγηθεί το άτομο στη λήθη.  Ως εκ τούτου, μια φωτογραφία γίνεται έτσι καθρέφτης
όχι μόνο του προσώπου, αλλά και του βιώματος,
της ανάγκης, της σιωπής ή της ευφράδειας.
Στην ταχύτητα της εποχής, κάθε φωτογραφία γίνεται εφήμερη.
Όμως όταν κάποιος σταθεί μπροστά
σε μια φωτογραφία και την κοιτάξει με τα μάτια της ψυχής, τότε ξεκινά η εσωτερική
αντανάκλαση. Σε αυτού του είδους την
ενδοσκόπηση είναι σημαντικό να αναρωτηθεί κανείς: «Γιατί με αγγίζει αυτή η
φωτογραφία;», «Τι λέει για εμένα, όχι για τον κόσμο;». Η φωτογραφία δεν
χρειάζεται να κάνει κρότο σαν το πυροτέχνημα. Χρειάζεται σιωπή γύρω της
για να ακουστεί. Η φωτογραφία τότε ξανά βρίσκει τον πραγματικό της ρόλο
ως καθρέφτης εαυτού, καθώς, δεν τραβιέται για να τραβήξει τα φώτα πάνω της,
αλλά για να θυμίσει. Να θυμίσει ποιος
ήσουν, ποιος νόμισες ότι είσαι, ποιος ίσως θα ήθελες να γίνεις.
Υπάρχουν συγκεκριμένα παραμύθια ή φωτογραφίες που θεωρείτε ότι έχουν ιδιαίτερη δύναμη σε θεραπευτικό πλαίσιο;
Θα λέγαμε από την εμπειρία μας ότι φαίνεται πως αυτά τα παραμύθια που έχουν ιδιαίτερη θεραπευτική δύναμη είναι εκείνα που δεν τα βρίσκουμε στις βιβλιοθήκες, ούτε στις βιτρίνες ή στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Πρόκειται για εκείνα τα παραμύθια στα οποία ο αφηγητής προσθέτει και διηγείται στοιχεία από την προσωπική ιστορία της ζωής του. Δοκιμάστε το αν θέλετε. Ρωτήστε τους παππούδες και τις γιαγιάδες σχετικά με το παραμύθι που διηγούνται στα παιδιά και θα ανακαλύψετε ότι μπορεί να ξεκινά όπως ένα γνωστό, αλλά μέσα στην ιστορία αρέσκονται να προσθέτουν προσωπικά τους βιώματα και να «υφαίνουν» την προσωπική τους αφήγηση σαν να ήταν παραμύθι. Επομένως, ξεχωρίζουν όχι γιατί η δύναμη αυτών των παραμυθιών είναι αντικειμενική ή μαγική, αλλά κυρίως διότι είναι βιωματική και ενεργοποιείται μέσα από τον ψυχισμό του ανθρώπου που τα «υφαίνει». Τι πιο όμορφο από αυτό;
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις φωτογραφίες. Οι προσωπικές φωτογραφίες και κυρίως οι παλιές ή ακόμη καλύτερα οι παιδικές φωτογραφίες ασκούν μια απίστευτη δύναμη στον ψυχισμό του ανθρώπου. Φαίνεται πως οι παιδικές φωτογραφίες διακρίνονται από πλούσια θεραπευτική δυναμική, καθώς βοηθούν στην επανένωση με το «εσώτερο παιδί» που κρύβουμε μέσα μας, αφυπνίζοντας όλα εκείνα τα κομμάτια που μάλλον ξεχάστηκαν, αλλά αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα παραμένουν βαθιά μέσα μας και δεν είναι άλλα από την ανάγκη για προστατευτικότητα, για τρυφερότητα, για αγκαλιές, κι ανεμελιά. Αχ αυτή η ανεμελιά, πόσο λείπει στους ανθρώπους και μαζί της εκείνη η παιδική αθωότητα, η γνώση ότι η μαμά ή ο μπαμπάς θα σε σώσει από τους κακούς.
Αμέσως μετά τις παιδικές φωτογραφίες, ιδιαίτερη θεραπευτική δύναμη παρουσιάζουν οι «οικογενειακές φωτογραφίες». Αυτή η κατηγορία φωτογραφιών έχει τόσα να πει για μεταβατικά συμβάντα όπως αποχαιρετισμοί, μετακομίσεις, νοσοκομεία, αλλά και καταστάσεις δύσκολες και τραυματικές, όπως απώλειες, πένθος που ξυπνούν ερωτήσεις του τύπου: «ποιος έλειπε;», «ποιος κοιτάζει ποιον» κοκ.
Το βιβλίο σας είναι και μια πρόσκληση για προσωπική εξερεύνηση. Πώς μπορεί ένας αναγνώστης χωρίς θεραπευτικό υπόβαθρο να το αξιοποιήσει στην καθημερινότητά του;
Αυτή ήταν και μία ερώτηση που υποβάλαμε κι εμείς στον εαυτό μας κατά τη διάρκεια συγγραφής αυτού του βιβλίου και η αλήθεια είναι πως μας την θέτουν συχνά πυκνά όσοι αναγνώστες επιθυμούν να αγοράσουν το βιβλίο. Δεν απαιτείται να είναι κάποιος θεραπευτής για να διαβάσει και να χρησιμοποιήσει τις τεχνικές που προτείνονται στο βιβλίο. Ο αναγνώστης θα μπορούσε να εμπνευστεί από το βιβλίο και να φωτογραφίζει συχνότερα ό, τι τον συγκινεί, τον προβληματίζει ή τον γαληνεύει διατηρώντας έτσι ένα προσωπικό «άλμπουμ- ημερολόγιο» φωτογραφιών, όπου κάτω από κάθε φωτογραφία θα μπορούσε να γράφει μια σημείωση απαντώντας στις εξής ερωτήσεις: «γιατί τράβηξα αυτή την φωτογραφία;», «τι μου θυμίζει;», «αν μπορούσα να μπω στη φωτογραφία και να βρισκόμουν εκεί, τι θα έλεγα στον εαυτό μου;».
Ακόμη, το βιβλίο θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα και τον «οδηγό» για να ξαναδεί ο αναγνώστης τις δικές το παιδικές ή οικογενειακές φωτογραφίες και να αναστοχαστεί τις διάφορες φάσεις ζωής του ή τις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους που εικονίζονται σε αυτές τις φωτογραφίες.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία μπορεί να έρθουν στην επιφάνεια διάφορα θετικά συναισθήματα όπως συγκίνηση, νοσταλγία ή κι αρνητικά συναισθήματα όπως θυμός ή πόνος. Ο αναγνώστης δεν χρειάζεται να λύσει τίποτα, απλά να αποδεχτεί όσα έρχονται στην επιφάνεια και να τα δει με διαφορετική ματιά. Με δυο λόγια, ο αναγνώστης μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το βιβλίο σαν έναν δρόμο που θα τον οδηγήσει σε μεγαλύτερη αυτογνωσία, δίχως να υπάρχει ανάγκη ειδικών γνώσεων.
Πώς αντιδρούν οι θεραπευόμενοι όταν για πρώτη φορά καλούνται να «διαβάσουν» τον εαυτό τους μέσα από μια εικόνα ή μια ιστορία;
Ομολογουμένως, οι αντιδράσεις που ξεδιπλώνονται ποικίλουν, καθώς αρκετές φορές το να καλείται ο θεραπευόμενος να «διαβάσει» τον εαυτό του μέσα από μια εικόνα ή μια ιστορία είναι γι’ αυτόν μια στιγμή αποκάλυψης αλλά και ευαλωτότητας. Έτσι, έχουν υπάρξει φορές που μπορεί να φέρει ο θεραπευόμενος στη συνεδρία κάποιο άλμπουμ και να βιώσει σιωπή ή αμηχανία, καθώς σε κάποια σελίδα του άλμπουμ παράπεσε μια φωτογραφία της πρώην συζύγου. Οπότε, κάποια βασικά συναισθήματα αναδύονται, όπως λ.χ. έκπληξη, άμυνα, φόβος.
Άλλες φορές εκδηλώνεται επίσης έκπληξη ως αντίδραση, και συνήθως συνδέεται με δάκρυα, εξαιτίας μιας ξαφνικής συγκίνησης. Τους ακούς τότε να λένε: «Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτή η φωτογραφία με έκανε να κλάψω…». Σε αυτές τις περιπτώσεις μια πληγή, μια ανάμνηση που είχε απωθηθεί βαθιά στο ασυνείδητο αναγνωρίστηκε και πλέον δουλειά του θεραπευτή είναι να μετατρέψει τη φωτογραφία σε ένα σημείο επιστροφής του θεραπευόμενου προς τον εαυτό του, όπου θα αναλύσει και θα θεραπεύσει τραύματα του παρελθόντος.
Κατά παρόμοιο τρόπο μέσα από την παραμυθοθεραπεία, κάποιοι μηχανισμοί άμυνας όπως η προβολή, μπορούν να βοηθήσουν το θεραπευόμενο άτομο να αποφορτιστεί από ζητήματα που το απασχολούν. Για παράδειγμα, το παιδί που ακούει για τη «μάγισσα που έχει φυλακίσει ένα παιδί στον πύργο της», ίσως πει: «αυτή η μάγισσα μου θυμίζει την μητριά μου, που με κλείνει στο δωμάτιό μου». Επομένως, η «προβολή» βοηθά τον θεραπευόμενο να αντιμετωπίσει εμμέσως ένα πρόβλημα, κι άρα να τακτοποιήσει ζητήματα όπως τραύματα, σχέσεις, οικογενειακά μοτίβα κοκ.
Αν έπρεπε να συνοψίσετε με μια φράση τι σημαίνει για εσάς η συνάντηση τέχνης και ψυχοθεραπείας, ποια θα ήταν αυτή;
«Όταν δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσει όσα νιώθει κανείς, τότε η τέχνη δανείζει λόγια κι έτσι προχωρά η θεραπεία».
Βλάρα Αλεξία, 17/10/2025
.jpg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου