Ποιος είναι καλύτερος; Ποιος
κάνει τα περισσότερα ή τα λιγότερα; Ποιος είναι πιο έξυπνος; Ποιος προσφέρει
πιο πολλά μέσα στη σχέση; Ποιος αφιερώνει πιο πολύ χρόνο μέσα στην οικογένεια;
Ποιος έχει καλύτερη επαγγελματική πορεία; Ποιος είναι ξεχωριστός και ποιος
είναι μοναδικός;
Ας ξεκινήσουμε με κάτι βασικό.
Από τη στιγμή που μπαίνουμε στη διαδικασία της σύγκρισης χάνουμε τη
μοναδικότητά μας. Αν νιώθαμε μοναδικοί και ξεχωριστοί δεν θα είχαμε ανάγκη τη
σύγκριση και δε θα οδηγούσαμε τον εαυτό μας στο να γίνει ένα κακοφτιαγμένο ή
προχειροφτιαγμένο αντίγραφο του πρωτοτύπου, γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο πάντα θα παραμείνουμε ένα
αντίγραφο, όσο ολοκληρωμένο, τελειοποιημένο ή προσεκτικά φτιαγμένο και αν
είναι…
Και αν τώρα παρατηρήσαμε για
πρώτη φορά ότι βιώνουμε μια τέτοια κατάσταση μέσα σε κάποια ή κάποιες
σημαντικές για εμάς σχέσεις, τότε ίσως θα πρέπει να ανατρέξουμε προς τα πίσω
και να δούμε αν και παλιότερα συνέβαινε… Συνέβαινε μόνο από την πλευρά του
άλλου ή και τη δική μας πλευρά; Μήπως είμαστε κι εμείς ανταγωνιστικοί μέσα σε
μια σχέση και συνεχώς συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τον άλλο, ώστε να νιώθουμε
ότι βρισκόμαστε σε μια πιο ευνοϊκή θέση ή κατάσταση;
Οι συγκρίσεις είναι μια διαρκής
υπενθύμιση ότι υστερούμε σε κάτι, ότι πρέπει να προσπαθήσουμε περισσότερο, ότι
ο άλλος είναι καλύτερος από εμάς… κι αυτό γιατί συνήθως μπαίνουμε στη
διαδικασία να συγκριθούμε για όσα νιώθουμε ότι θα πρέπει να βελτιώσουμε ή να
αποκτήσουμε. Και ενώ μπορεί να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι η σύγκριση λειτουργεί
ως κίνητρο να βελτιωθούμε ως άνθρωποι στις διάφορες σχέσεις γύρω μας, στις περισσότερες
περιπτώσεις αυτό δεν ισχύει. Οι συγκρίσεις μας οδηγούν σε συγκρούσεις… γιατί
μέσα μας είναι εύκολο να ξυπνήσει ο ανταγωνισμός και ό,τι εν τέλει δεν μπορούμε
να αποκτήσουμε μας δημιουργεί ένα αίσθημα αποστέρησης ή ματαίωσης και απογοήτευσης.
Και είναι πολύ εύκολο να στραφούμε εναντίον του άλλου, μπαίνοντας σε μια
διαδικασία μείωσης του άλλου και υποτίμησης των επιτευγμάτων του.
Σε πολλές περιπτώσεις δε
συνειδητοποιούμε τη σύγκριση που διαρκώς κάνουμε ούτε τα αρνητικά συναισθήματα
που μας προκαλεί αυτή η κατάσταση. Οι συγκρίσεις αντί να μας κάνουν καλύτερους μας
οδηγούν σε βαθιά ανταγωνιστικές και συγκρουσιακές σχέσεις, όπου πληγώνουμε ο ένας
τον άλλο: εμείς προσπαθώντας να αποδείξουμε ότι ο άλλος δεν είναι καλύτερος από
εμάς και ο άλλος στην προσπάθειά του να αμυνθεί απέναντι στην ανεξήγητη επίθεση
που δέχεται…
Οι συγκρίσεις, επομένως,
καταλήγουν σε συγκρούσεις, σε συνεχείς εμπόλεμες καταστάσεις και μάχες, όπου θεωρούσαμε
ότι θα καταφέρουμε να αποδείξουμε ότι δεν υστερούμε τόσο σε σύγκριση με τον
άλλο… ότι δεν είμαστε κατώτεροι… ότι δεν υπερέχει σε όλα όσα εμείς οι ίδιοι
βάζουμε τον εαυτό μας σε κατάσταση σύγκρισης. Και οι συγκρίσεις προέρχονται από εμάς τους ίδιους,
χωρίς να μας έχουν ζητηθεί, χωρίς να μας έχουν προκληθεί μέσα από τη
συγκεκριμένη σχέση… Όμως, ανατρέχοντας στο παρελθόν ίσως διαπιστώσουμε ότι ως
παιδιά μπορεί να ήμασταν διαρκώς αντικείμενα σύγκρισης μέσα στο περιβάλλον μας…
και τώρα που μπορούμε εμείς να καθορίσουμε τους όρους στις σχέσεις μας,
επιλέγουμε συμπεριφορές και πρότυπα που μας είναι οικεία… ακόμη κι αν ξέρουμε
ότι από τις συγκρίσεις πολύ εύκολα θα φτάσουμε σε πολλαπλές συγκρούσεις…
εσωτερικές, δηλαδή στο μυαλό μας, σε όσα σκεφτόμαστε και σε όσα νιώθουμε, και
εξωτερικές, που αφορούν τις σχέσεις μας με τους άλλους…