«Υπάρχει μια κρίσιμη διαφορά
ανάμεσα στο πως είναι τα πράγματα και στο γεγονός ότι τα πράγματα είναι. Όταν μας
απορροφά ο καθημερινός τρόπος, στρεφόμαστε σε εφήμερους περισπασμούς, όπως είναι
η εμφάνιση, το ύφος, τα αγαθά ή η επιρροή. Στον οντολογικό τρόπο, αντίθετα, όχι
μόνο έχουμε μεγαλύτερη επίγνωση της ύπαρξης, της θνητότητας και των άλλων απαρασάλευτων
χαρακτηριστικών της ζωής αλλά και μεγαλύτερο άγχος και είμαστε πιο έτοιμοι να
προχωρήσουμε σε σημαντικές αλλαγές. Παρακινούμαστε να αναλάβουμε τη θεμελιώδη
ανθρώπινη ευθύνη μας να κατασκευάσουμε μια αυθεντική ζωή με συμμετοχή, με ανθρώπινη
διασύνδεση, με νόημα και αυτοπραγμάτωση» (σελ. 45).
«Η ιδέα του να γίνεις ‘αυτός που
είσαι’ συνδέεται στενά και με τις άλλες ρήσεις του Νίτσε, ‘Ανάλωσε τη ζωή σου’
και ‘Πέθανε τη σωστή στιγμή’. Σε όλες αυτές τις παραλλαγές ο Νίτσε μας παροτρύνει
να αποφύγουμε την αβίωτη ζωή. Μας λέει, πραγμάτωσε τον εαυτό σου,
πραγματοποίησε τις δυνατότητές σου, ζήσε με τόλμη και με πληρότητα. Τότε και
μόνο τότε, πέθανε χωρίς να μετανιώνεις για τίποτα» (σελ. 114-115).
«Τα τρία δοκίμια του Σοπενάουερ:
Αυτό που είναι ο άνθρωπος. Αυτό
που κατέχει ο άνθρωπος. Αυτό που αντιπροσωπεύει ο άνθρωπος.
Ποιος από μας δεν έχει γνωρίσει
κάποιον άνθρωπο που να είναι τόσο στραμμένος προς τα έξω, τόσο απορροφημένος
στη συσσώρευση αγαθών ή στο τι σκέφτονται οι άλλοι, ώστε να χάνει κάθε αίσθηση
του εαυτού του; Ένα τέτοιος άνθρωπος, όταν του τίθεται κάποιο ερώτημα, αναζητεί
την απάντηση προς τα έξω κι όχι προς τα μέσα. Διατρέψει δηλαδή τα πρόσωπα των
άλλων, για να μαντέψει ποια απάντηση επιθυμούν ή περιμένουν» (σελ. 122).
«Εμείς τα ανθρώπινα όντα είμαστε
από τη φύση μας πλασμένα για να συνδεόμαστε με τους άλλους. Από όποια άποψη κι
αν μελετήσουμε την ανθρώπινη κοινωνία, είτε εξετάσουμε την ευρεία αναπτυξιακή της
ιστορία είτε την ανάπτυξη ενός μεμονωμένου ατόμου, είμαστε υποχρεωμένοι να
δούμε τον άνθρωπο μέσα στο διαπροσωπικό του πλαίσιο, όπως σχετίζεται με τους άλλους»
(σελ. 129).
«Υπάρχουν δύο είδη μοναξιάς: η
καθημερινή και η υπαρξιακή. Η πρώτη είναι διαπροσωπική, είναι ο πόνος του να
είσαι απομονωμένος από τους άλλους ανθρώπους. Αυτή η μοναξιά –η οποία συχνά
συνδέεται με έναν φόβο για τη στενή επαφή ή με αισθήματα απόρριψης και ντροπής
ή με την πεποίθηση ότι είμαστε ανίκανοι να αγαπηθούμε –είναι σε όλους μας γνώριμη.
Για την ακρίβεια το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς που γίνεται στην
ψυχοθεραπεία, επιχειρεί να βοηθήσει τους θεραπευόμενους να μάθουν να
διαμορφώνουν πιο στενές, πιο υποστηρικτικές και σταθερές σχέσεις με τους άλλους.
Η μοναξιά αυξάνει σε πολύ μεγάλο
βαθμό την αγωνία του θανάτου. Ο πολιτισμός μας ορθώνει δυστυχώς πολύ συχνά ένα
παραπέτασμα σιωπής και απομόνωσης γύρω από τον άνθρωπο που πεθαίνει. Μπροστά
στον μελλοθάνατο οι φίλοι και τα μέλη της οικογένειας γίνονται συχνά πιο
απόμακρα, γιατί δεν ξέρουν τι να πουν. Φοβούνται μην τον ταράξουν. Αποφεύγουν, επίσης,
να τον πλησιάσουν πολύ, από φόβο μην έρθουν αντιμέτωποι με τον δικό τους θάνατο»
(σελ. 130).
Yalom, Irvin. (2008). Στον κήπο του Επίκουρου. Αφήνοντας πίσω τον τρόμο
του θανάτου. Αθήνα: Άγρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου