Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2021

Η συνεισφορά και το έργο του Aaron Temkin Beck

Ο Aaron Temkin Beck γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου του 1921 στο Ρόουντς Άιλαντ (Rhodes Island). Οι γονείς του, η Ελίζαμπεθ (το γένος Temkin) και ο Χάρι Μπεκ, τυπογράφος, ήταν Ρωσοεβραίοι μετανάστες. Σε ηλικία οκτώ ετών έσπασε το χέρι του και εμφάνισε σηψαιμία, περνώντας ένα μήνα στο νοσοκομείο. Από τότε έγινε φοβικός με το αίμα και τον τραυματισμό, αισθανόμενος άγχος αν μύριζε αιθέρα. Ωστόσο, έμαθε να διαχειρίζεται το άγχος του εστιάζοντας το μυαλό του αλλού και συνειδητοποίησε ότι υπήρχε μια σύνδεση μεταξύ των σκέψεων και των συναισθημάτων. Το 1950 ο Beck παντρεύτηκε τη Phyllis Whitman, μια δικηγόρο που έγινε η πρώτη γυναίκα δικαστής στο ανώτερο δικαστήριο της Πενσυλβάνια, και το ζευγάρι απέκτησε τέσσερα παιδιά. Μανιώδης τενίστας, έπαιζε μέχρι τα 80 του. Μαζί με τη Phyllis, απόκτησαν τα παιδιά τους, τον Roy, την Judith, τον Daniel και την Alice, επίσης, απέκτησαν 10 εγγόνια και 10 δισέγγονα. 

 

Το περιοδικό «The American Psychologist» έχει εκφράσει την άποψη ότι ο  Aaron Τ. Beck (1921-2021), υπήρξε «ένας εκ των πέντε ψυχοθεραπευτών με τη μεγαλύτερη επιρροή όλων των εποχών». Οπωσδήποτε, ο Beck ήταν ένας από τους κορυφαίους ερευνητές στον κόσμο όσον αφορά στην ψυχοπαθολογία κι επίσης ήταν ο πατέρας της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας (CBT). Ήταν επίσης, Ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και Ομότιμος Πρόεδρος του Ινστιτούτου Beck και του απονεμήθηκε το βραβείο Albert Lasker (2006) ως αναγνώριση της δουλειάς του στη διαμόρφωση της σύγχρονης ψυχοθεραπείας. Είχε αποφοιτήσει από το Brown University το 1942 και από το Yale Medical School το 1946. Ως ψυχαναλυτής, είχε δείξει το ενεργό του ενδιαφέρον για την ψυχαναλυτική δομή της κατάθλιψης, αναπτύσσοντας τη Γνωσιακή Θεραπεία, η οποία στις μέρες μας είναι γνωστή κι έχει καθιερωθεί πλέον με την επωνυμία Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία ή πιο απλά ως CBT από τα αρχικά των Αγγλικών λέξεων Cognitive Behavioral Therapy. Αξίζει να σημειώσουμε ότι περισσότερες από 2.000 μελέτες έχουν δείξει ότι η CBT είναι μια αποτελεσματική θεραπεία που συμβάλλει στην αντιμετώπιση ιατρικών προβλημάτων τα οποία συνδέονται με ψυχολογικής φύσεως ζητήματα. 


Αρχικά ο Beck επιχείρησε να επιβεβαιώσει τις ψυχαναλυτικές απόψεις, αλλά σιγά σιγά και ύστερα από μελέτες με καταθλιπτικούς ασθενείς, οδηγήθηκε στο να αναπτύξει μια νέα θεωρία για την κατάθλιψη και επικεντρώθηκε στις αυθόρμητες αρνητικές σκέψεις των καταθλιπτικών ασθενών του, οι οποίες σχετίζονταν με την απώλεια και την αποτυχία, μια παρατήρηση που ερχόταν σε σύγκρουση με την ψυχαναλυτική θεωρία ότι οι καταθλιπτικοί ασθενείς έχουν μια έμφυτη ανάγκη να υποφέρουν ή ότι η κατάθλιψή τους οφείλεται στον καταπιεσμένο θυμό τους, καθώς κι ότι οι ψυχικές διαταραχές θα μπορούσαν να επιλυθούν εξερευνώντας τις από καιρό θαμμένες αναμνήσεις, όπως πίστευε ο Φρόυντ. Τις αυθόρμητες, αρνητικές σκέψεις, ο Beck τις ονόμασε τελικά «αυτόματες αρνητικές σκέψεις» και διαπίστωσε ότι υπαγόρευαν τις αντιδράσεις των καταθλιπτικών ασθενών περισσότερο από την ίδια την κατάσταση, μια κατασκευή που αποκάλεσε «γνωστικό μοντέλο».

Για να κάνει τους ασθενείς του να αισθανθούν καλύτερα και να εμπλακούν σε πιο προσαρμοστικές συμπεριφορές, ο Beck τους βοηθούσε να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίον σκέφτονταν τις καταστάσεις και τα περιστατικά που συνέβαιναν στη ζωή τους. Είχε επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση των δυσπροσαρμοστικών σκέψεων των ασθενών του, αρνητικών δηλαδή σκέψεων για τον εαυτό τους, για τους άλλους, για τον κόσμο και για το μέλλον. Το 1977, η πρώτη κλινική δοκιμή της θεωρίας του κατέδειξε ότι η CBT είναι η πρώτη θεραπεία ομιλίας που είναι πιο αποτελεσματική από τη φαρμακευτική αγωγή για τη θεραπεία της κατάθλιψης. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώθηκαν και από τη δεύτερη κλινική δοκιμή που διεξήχθη στο Ηνωμένο Βασίλειο, αποσπώντας το διεθνές ενδιαφέρον, αλλά και την αποδοχή και αναγνώριση της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας.

Από εκεί κι έπειτα, ο Δρ. Beck ερεύνησε κι εφάρμοσε την CBT και σε άλλες διαταραχές κάνοντας κλινικές παρατηρήσεις και πλέον η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία εφαρμόζεται με επιτυχία στις αγχώδεις διαταραχές, στις διαταραχές προσωπικότητας, στις διατροφικές διαταραχές, στην ψύχωση, στη χρήση ουσιών και σε άλλες ψυχιατρικές διαγνώσεις. Επιπροσθέτως, η CBT εφαρμόζεται σε παιδιά, εφήβους, σε οικογένειες, σε ζευγάρια, σε ενήλικες, σε ηλικιωμένους σε ποικίλα περιβάλλοντα όπως νοσοκομεία, κατοικίες, σχολεία, φυλακές κοκ. 


 

Ένα ακόμη από τα σπουδαία επιτεύγματα της CBT είναι ότι έδωσε τη δυνατότητα σε κάποιους ασθενείς με άγχος και άλλες διαταραχές της ψυχικής υγείας να υποβληθούν σε θεραπεία που περιλαμβάνει ελάχιστες συνεδρίες, συνήθως 12, αντί για τη χρόνια παρατεταμένη θεραπεία της ψυχανάλυσης. Αντιλαμβανόμαστε τον αντίκτυπο, ειδικά σε ασθενείς που προέρχονται από τα χαμηλά οικονομικά στρώματα. Οι διαστρεβλωμένες ή αλλιώς οι «αυτόματες αρνητικές σκέψεις», μπορούσαν μέσα σε αυτό το βραχύ χρονικό διάστημα της θεραπείας να αμφισβητηθούν, να μεταμορφωθούν και να πάψουν να χρωματίζουν αρνητικά την ψυχική κατάσταση των ασθενών. Στην 70χρονη καριέρα του ο Beck συνέγραψε περίπου 600 εργασίες και 25 βιβλία και ανέπτυξε συστήματα ταξινόμησης για τη μέτρηση των συμπτωμάτων συγκεκριμένων διαταραχών και την αξιολόγηση του κινδύνου αυτοκτονίας. Δουλεύοντας στα 90 του, το πιο πρόσφατο έργο του ήταν η «γνωσιακή θεραπεία προσανατολισμένη στην ανάκαμψη» για να βοηθήσει τους ανθρώπους να διαχειριστούν τη σχιζοφρένεια. 


 

Με άλλα λόγια, ο Beck διαπίστωσε ότι οι «αυτόματες αρνητικές σκέψεις» των ασθενών του, όπως ότι δεν ήταν αγαπητοί ή ότι ήταν άχρηστοι, τροφοδοτούσαν την χαμηλή τους αυτοεκτίμηση, το άγχος και την κατάθλιψή τους. Η λύση που πρότεινε ήταν ότι θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη διάθεσή τους αν άλλαζαν τη σκέψη τους αντικαθιστώντας δηλαδή, τις αρνητικές τους σκέψεις με εναλλακτικές θετικές σκέψεις, αποφεύγοντας τις υπερβολικές γενικεύσεις. Όταν για παράδειγμα ένας ασθενής του εξέφρασε τη σκέψη ότι δεν τον αγαπά η σύζυγός του, γιατί δεν τον χαιρετά ποτέ όταν έφευγε για δουλειά, γιατί να μην σήμαινε ότι της είναι δύσκολος ο αποχαιρετισμός και στενοχωριέται επειδή τον αγαπά, γι’ αυτό και δεν τον χαιρετά; Τις επόμενες δεκαετίες οι ψυχολόγοι προσάρμοσαν τη βασική προσέγγιση της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας για να ταιριάζει σε διαφορετικές διαταραχές από την κατάθλιψη έως τις κρίσεις πανικού, τις διατροφικές διαταραχές, την αϋπνία, τον εθισμό και τον πόνο, ακόμη και τη σχιζοφρένεια όπως προαναφέραμε.

Η εργασία του Μπεκ στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια ενέπνευσε τον Δρ Μάρτιν Σέλιγκμαν να βελτιώσει τις δικές του γνωστικές τεχνικές και ασκήσεις και αργότερα να εργαστεί πάνω στην έννοια της «μαθημένης αδυναμίας» και πώς αυτή συντελεί στην κατάθλιψη. Ο Aaron T. Beck, εκτός από ιδρυτής και Επίτιμος Πρόεδρος του μη κερδοσκοπικού Ινστιτούτου Beck για τη Γνωσιακή Θεραπεία και Έρευνα, υπήρξε και καθηγητής στο Τμήμα Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια και διευθυντής της Ερευνητικής Μονάδας Ψυχοπαθολογίας (PRU), η οποία είναι η μητρική οργάνωση του Κέντρου Θεραπείας και Πρόληψης της Αυτοκτονίας. Ο Beck ανέπτυξε επίσης το Beck Depression Inventory (BDI), ένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα εργαλεία για τη μέτρηση του βαθμού σοβαρότητας της κατάθλιψης. Ο Beck είναι επίσης γνωστός για τη δημιουργία του Beck Hopelessness Scale και του Beck Anxiety Inventory, εργαλεία που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως από ψυχιάτρους, ψυχολόγους και άλλους ειδικούς στο χώρο της ψυχικής υγείας. Η προσφορά και το έργο του είναι ανεκτίμητα!

 


Πηγές:

Beck Institute | Dr. Aaron T. Beck | Beck Institute

Aaron T. Beck, MD (pearsonassessments.com)

Aaron Beck obituary | Psychiatry | The Guardian

 


 

Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου