Όλα τα παιδιά βιώνουν δυσκολίες και
αρνητικά συναισθήματα όταν οι γονείς τους παίρνουν διαζύγιο. Οι επιπτώσεις του
διαζυγίου στα παιδιά και οι αντιδράσεις των παιδιών εξαρτώνται τόσο από την
προσωπικότητα του κάθε παιδιού όσο και από την ηλικία τους. Συνήθως τα παιδιά
βιώνουν μετά το διαζύγιο αρνητικά συναισθήματα και αναπτύσσουν κάποιες
ιδιαίτερες συμπεριφορές που είναι παροδικές. Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι
η εμφάνιση προβλημάτων στον ύπνο, τα αισθήματα ενοχής, παλινδρομήσεις,
προσκόλληση σε συγκεκριμένα άτομα, τάση για απομόνωση, αισθήματα λύπης και
θυμού, αλλαγές στη συμπεριφορά απέναντι στο φαγητό και εμφάνιση ψυχοσωματικών
πόνων. Υπάρχουν και κάποια παιδιά που νιώθουν ανακούφιση και χαρά με το
διαζύγιο. Πρόκειται για παιδιά που έχουν βιώσει πολλές καταστάσεις καβγάδων,
τσακωμών, εντάσεων ή κακοποίησης μέσα στην οικογένειά τους (Γεωργιάδου, 2008).
Στα συναισθήματα που βιώνει το παιδί
σημαντικό ρόλο παίζει το άγχος αποχωρισμού το οποίο αποτελεί μέρος της
φυσιολογικής ανάπτυξης του παιδιού. Κατά την ανάπτυξή του το παιδί βιώνει ένα
σύνολο φόβων, ενώ έχει διάφορες κρίσεις και άγχη προσαρμογής. Τα παιδιά αρχικά
αντιδρούν απέναντι στο χωρισμό με δάκρυα και θυμό. Στη συνέχεια ηρεμούν
εμφανίζοντας όμως ακόμη έντονη ανησυχία, και σημάδια απόγνωσης. Αυτά είναι και
τα στάδια του άγχους αποχωρισμού που βιώνουν τα παιδιά όταν η μητέρα τους φύγει
για λίγο από κοντά τους (Herbert, 2009).
Τα παιδιά που βρίσκονται στην προσχολική
ηλικία μετά το διαζύγιο των γονιών αισθάνονται έντονα άγχος αποχωρισμού, ενώ
μπορεί να εμφανίσουν παλινδρόμηση, όπως νυχτερινή ενούρηση, πιπίλισμα δακτύλου,
κ.α., ή να νιώσουν ανασφάλεια και να βλέπουν συχνά εφιάλτες. Το παιδί σε αυτή
την ηλικία θα πρέπει να νιώσει ότι οι γονείς του είναι εκεί και μπορούν να το
στηρίξουν. Επιπλέον, τα παιδιά κάνουν συχνά σενάρια στο μυαλό τους για
επανασύνδεση των γονιών τους. Είναι σημαντικό οι γονείς να είναι ξεκάθαροι
απέναντι στα παιδιά τους και στην κατάσταση που επικρατεί καθώς και σταθεροί ως
προς τις αποφάσεις που παίρνουν σχετικά με το διαζύγιο (Χατζηχρήστου, 2009).
Κατά τη σχολική ηλικία τα παιδιά κατανοούν
πιο εύκολα το διαζύγιο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι λιγότερες οι
επιπτώσεις του διαζυγίου. Τα παιδιά και σε αυτή την ηλικία εμφανίζουν έντονα
συναισθήματα θυμού απέναντι στους γονείς τους, ενώ πιστεύουν ότι οι γονείς δεν
θα τα αγαπούν πλέον όπως πριν. Κάποια παιδιά εμφανίζουν έντονα ξεσπάσματα θυμού,
τα οποία ο γονιός θα πρέπει να αντιμετωπίσει με υπομονή και σταθερότητα. Ένα
βασικό συναίσθημα που εμφανίζεται στα παιδιά είναι ο φόβος της εγκατάλειψης. Τα
παιδιά νιώθουν ότι οι γονείς θα τα εγκαταλείψουν και δεν θα έχουν κανένα να τα
φροντίζει και να τα αγαπά. Το διαζύγιο σημαίνει διακοπή της ρουτίνας και
αλλαγής της καθημερινότητας, η οποία είναι αναγκαία στα παιδιά ώστε να νιώθουν
ασφάλεια και σιγουριά (Γεωργιάδου, 2008).
Κάποια παιδιά μετά το διαζύγιο των γονέων
μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα κατάθλιψης, όπως έλλειψη ενδιαφέροντος για
πράγματα που πριν τους άρεσαν, διαταραχές στον ύπνο, διαταραχές στο φαγητό,
αισθήματα απαισιοδοξίας ή ματαιότητας, χαμηλές επιδόσεις, συχνά κλάματα και
γενικά αδιαφορία. Τα παιδιά που παρουσιάζουν τα προαναφερθέντα συμπτώματα
χρειάζονται στήριξη, εκδήλωση και επιβεβαίωση της αγάπης των γονέων και
σεβασμό. Επίσης, οι γονείς θα πρέπει να μην υποτιμούν τα συναισθήματα των
παιδιών τους και να τα αντιμετωπίζουν με υπομονή, επιμονή και σταθερότητα.
Είναι σημαντικό η σχέση ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά να είναι καλή έτσι
ώστε να μπορούν τα παιδιά να μιλήσουν για όσα νιώθουν, σκέφτονται ή φοβούνται
(Γεωργιάδου, 2008. Μπερζέ & Γκραβιγιόν, 2004).
Το διαζύγιο επιφέρει μεγάλες αλλαγές στη
ζωή των περισσότερων παιδιών, καθώς τα ίδια τα παιδιά σε πολλές περιπτώσεις
εμπλέκονται στην ένταση και τις συγκρούσεις των γονιών τους, βιώνουν
οικονομικές δυσκολίες, αλλάζουν τόπο διαμονής ή σχολείο, χαλάει η σχέση με
κάποιον από τους γονείς. Το παιδί βιώνει έντονα την απώλεια, καθώς το διαζύγιο
αποτελεί μια ισχυρή μορφή απώλειας. Το κέντρο του κόσμου για τα παιδιά είναι η
οικογένεια. Το κέντρο αυτό στο διαζύγιο καταρρέει, με αποτέλεσμα τα παιδιά να
βιώνουν θλίψη, έλλειψη αγάπης και στοργής και ανασφάλεια. Τα παιδιά μετά το
διαζύγιο θα πρέπει να αναζητήσουν ένα νέο στήριγμα, ενώ μπορεί να βιώνουν μια
μόνιμη ανησυχία (Emery, 2005).
Τα παιδιά των χωρισμένων γονιών φαίνεται
πως έχουν διπλάσιες πιθανότητες να επισκεφθούν κάποιο ειδικό στο χώρο της
ψυχικής υγείας ή να εμφανίσουν προβλήματα συμπεριφοράς, ενώ είναι 1.5 φορές πιο
πιθανό να εμφανίσουν καταθλιπτικά συμπτώματα ή να πάρουν και τα ίδια διαζύγιο
στο μέλλον. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η πλειοψηφία των παιδιών με
διαζευγμένους γονείς παρουσιάζει ψυχολογικά προβλήματα, ενώ ακόμη και στην περίπτωση
της εμφάνισης ψυχολογικών προβλημάτων δεν είναι βέβαιο ότι το διαζύγιο αποτελεί
τον βασικό εκλυτικό παράγοντα (Μπερζέ & Γκραβιγιόν, 2004).
Το διαζύγιο αποτελεί για τα παιδιά την
πρώτη μεγάλη απώλεια στη ζωή τους. Τα παιδιά βιώνουν θλίψη για τη ζωή που
κάποτε είχαν. Οι γονείς θα πρέπει να βοηθήσουν τα παιδιά τους να πενθήσουν, να
μειώσουν το αίσθημα της απώλειας που βιώνουν τα παιδιά τους αλλά και να
επιτρέψουν στα παιδιά τους να βιώσουν το συναίσθημα της θλίψης, να έχουν τα
δικά τους συναισθήματα και να τα ενθαρρύνουν ώστε να τα μοιραστούν μαζί τους.
Οι γονείς είναι αυτοί που πρέπει να βοηθήσουν τα παιδιά να καταλάβουν τα
συναισθήματά τους αλλά και να βρουν τα κατάλληλα λόγια ώστε να τα εκφράσουν.
Για να μπορέσει το παιδί να εκμυστηρευτεί τα συναισθήματά του στο γονιό θα
πρέπει και ο γονιός να μοιραστεί τα συναισθήματά του με το παιδί, με τον τρόπο
που πρέπει και στο βαθμό που πρέπει (Emery, 2005).
Ένα βασικό ερώτημα είναι πότε οι γονείς θα
πρέπει να απευθυνθούν και να ζητήσουν βοήθεια από κάποιον ειδικό για το παιδί
τους μετά από ένα διαζύγιο.
Ο γονιός γνωρίζει αρκετά καλά το παιδί του
και μπορεί να αποφασίσει αν θα πρέπει να ζητήσει τη βοήθεια ενός ψυχολόγου σε
περίπτωση που κρίνει ότι το παιδί του εμφανίζει κάποιες μη συνηθισμένες
συμπεριφορές. Τον πρώτο καιρό μετά το διαζύγιο τα παιδιά είναι φυσιολογικό να
εμφανίζουν κάποιες διαφορετικές συμπεριφορές. Ωστόσο, όταν πλέον οι γονείς δουν
ότι το παιδί εμφανίζει κάποιες ανησυχητικές συμπεριφορές θα πρέπει να ζητήσουν
βοήθεια. Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι η διατήρηση ή η επανεμφάνιση κάποιων
ιδιαίτερων συμπεριφορών για περισσότερο από ένα χρόνο μετά το διαζύγιο, η
παράξενη συμπεριφορά απέναντι στους φίλους, η μείωση της σχολικής του απόδοσης,
η εμφάνιση παραβατικών συμπεριφορών, η έντονη προσκόλληση ή απομόνωση ή η
αρνητική συμπεριφορά η οποία διατηρείται ακόμη και με την πάροδο του χρόνου
(Γεωργιάδου, 2008).
Τα περισσότερα παιδιά προσαρμόζονται στη
νέα κατάσταση που προκαλείται από το διαζύγιο των γονιών τους και οι έντονες
συναισθηματικές τους αντιδράσεις σταδιακά μειώνονται σε διάστημα δύο περίπου
ετών μετά το διαζύγιο. Ωστόσο, κάποια παιδιά παρουσιάζουν δυσκολίες για μεγάλο
χρονικό διάστημα. Τα παιδιά εκτός από την προσαρμογή τους στις αλλαγές που
απαιτεί το διαζύγιο των γονιών, θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αλλαγές στις
ερωτικές σχέσεις των γονιών τους, σε σχέσεις συμβίωσης των γονιών τους με
άλλους συντρόφους ή στην πιθανότητα ενός δεύτερου γάμου (Χατζηχρήστου, 2009).
Το διαζύγιο είναι μια δύσκολη κατάσταση όχι
μόνο για τα παιδιά αλλά και για τους ενήλικες, οι οποίοι βιώνουν αρκετά σκληρά
πράγματα και ταυτόχρονα έχουν να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν ένα σύνολο
καταστάσεων. Η διαχείριση της κατάστασης από τους γονείς θα βοηθήσει και τον
τρόπο που θα το διαχειριστούν τα παιδιά τους. Είναι σημαντικό ο γονιός να
αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τον άλλο γονιό και να προσπαθήσει να
προχωρήσει στη ζωή του (Gonzales, 2000).
Βιβλιογραφία
Γεωργιάδου, Ν. (2008). Παιδιά-
Γονείς και Διαζύγιο. Πώς να αντιμετωπίσετε τα προβλήματα του διαζυγίου.
Αθήνα: Εκδόσεις Οξυγόνο.
Μπερζέ, Μ., & Γκραβιγιόν, Ι. (2004). Οι γονείς μου χωρίζουν: Αισθάνομαι χαμένο. Αθήνα: Εκδόσεις
Μπουκουμάνη.
Χατζηχρήστου, Χ.Γ.
(2009). Ο χωρισμός των γονέων, το διαζύγιο και τα παιδιά: Η προσαρμογή των
παιδιών στη διπυρηνική οικογένεια και στο σχολείο. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα.
Herbert,
M. (2009). Χωρισμός και Διαζύγιο. Αντιμετώπιση
προβλημάτων παιδιού και εφήβου. (Επιμ. Β. Παπαδιώτη- Αθανασίου). Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Gonzales,
S. (2000). Ένας πατέρας χωρίζει και ανακαλύπτει τον εαυτό
του. Τα συναισθήματά του, τα δικαιώματα, τη σχέση του με τα παιδιά του.
(Μετάφρ. Λ. Κοντογεωργοπούλου). Αθήνα: Εκδόσεις Θυμάρι.
Shumaker,
D.M., Miller, C.,
Ortiz, C., (2011). The forgotten bonds: The assessment and
contemplation of sibling attachment in divorce and parental separation. Family Court Review, 49 (1), 46- 58.
Shear, K.M.
(2009). Grief and depression: Treatment decisions for bereaved children and
adults. American Journal of Psychiatry,
166 (7), 746- 748.