«Όταν η αγάπη μας προκαλεί πόνο
σημαίνει ότι αγαπάμε υπερβολικά. Όταν οι περισσότερες συζητήσεις με τις στενές
μας φίλες αφορούν εκείνον –τα προβλήματα, τις σκέψεις, τα συναισθήματά του- και
όταν σχεδόν όλες μας οι φράσεις ξεκινούν με τη λέξη «εκείνος…», τότε αγαπάμε
υπερβολικά.
Όταν δικαιολογούμε απόλυτα την
κακή του διάθεση, τις ιδιοτροπίες, τον θυμό, την έλλειψη ρομαντισμού ή την
αδιαφορία του, θεωρώντας ότι οφείλονται στα δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια,
και προσπαθούμε να παίξουμε τον ρόλο του ψυχοθεραπευτή για χάρη του, τότε
αγαπάμε υπερβολικά.
Όταν διαβάζουμε κάποιο βιβλίο
ψυχολογίας και υπογραμμίζουμε τα αποσπάσματα που νομίζουμε ότι θα μπορούσαν να
τον βοηθήσουν, τότε αγαπάμε υπερβολικά.
Όταν, ενώ δεν εγκρίνουμε πολλά
από τα βασικά στοιχεία του χαρακτήρα του, τις αξίες ή τη συμπεριφορά του,
συμβιβαζόμαστε πιστεύοντας ότι, αν είμαστε αρκετά ελκυστικές και τρυφερές, θα
καταφέρουμε να τον κάνουμε ν’ αλλάξει, τότε αγαπάμε υπερβολικά.
Όταν η σχέση μας μαζί του θέτει
σε κίνδυνο την ψυχική μας ισορροπία ή, ακόμα χειρότερα, τη σωματική μας
ακεραιότητα και ασφάλεια, τότε σίγουρα αγαπάμε υπερβολικά.
Παρ’ όλο τον πόνο και τη
δυσαρέσκεια που προκαλεί η υπερβολική αγάπη, είναι φαινόμενο τόσο συνηθισμένο
σ’ εμάς τις γυναίκες, που φτάνουμε στο σημείο να πιστεύουμε ότι έτσι πρέπει να
είναι μια σωστή σχέση. Οι περισσότερες από μας έχουμε αγαπήσει υπερβολικά
τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας. Πολλές από εμάς έχουμε ζήσει ξανά και ξανά
την ίδια ιστορία, ενώ μερικές φορές έχουμε τόσο απορροφηθεί από τον σύντροφό
μας και τη σχέση μας μαζί του, ώστε μόλις και μετά βίας μπορούμε να
λειτουργούμε φυσιολογικά.
Για ποιους λόγους μιας γυναίκα,
ενώ το μόνο που θέλει είναι να αγαπήσει και να αγαπηθεί, καταλήγει να βρίσκεται με τον πιο ακατάλληλο και αδιάφορο
σύντροφο;
Γιατί, παρόλο που καταλαβαίνουμε
ότι η σχέση μας δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προσδοκίες μας, δεν έχουμε
τη δύναμη να τη διακόψουμε. Θα αντιληφτούμε πως η φυσιολογική αγάπη
μετατρέπεται σε παθολογική όταν ο σύντροφός μας είναι ακατάλληλος, αδιάφορος ή
ήδη δεσμευμένος, και παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να τον εγκαταλείψουμε- στην
πραγματικότητα μάλιστα τον θέλουμε περισσότερο, τον χρειαζόμαστε ακόμα
περισσότερο.
Τέλος, με ποιον τρόπο η επιθυμία μας ν’ αγαπήσουμε και η ανάγκη
μας ν’ αγαπηθούμε γίνονται σιγά- σιγά εθισμός;
Η λέξη εθισμός συνήθως προκαλεί
φόβο. Μας φέρνει στον νου φοβερές εικόνες ανθρώπων που τρυπούν τις φλέβες τους
και οδηγούνται αργά αλλά σταθερά στην καταστροφή. Ο όρος δε μας αρέσει και
σίγουρα δεν θέλουμε να τον χρησιμοποιήσουμε για να χαρακτηρίσουμε τις σχέσεις
μας με τους άνδρες. Όμως, πολλές, πάρα πολλές, από εμάς υπήρξαμε ‘ανδρομανείς’
και, όπως όλοι όσοι είναι εθισμένοι σε κάποια ουσία, πρέπει να παραδεχτούμε τη
σοβαρότητα του προβλήματός μας πριν ξεκινήσουμε τη θεραπεία του.
Αν, λοιπόν, ήσασταν κάποτε
προσκολλημένη σε έναν άντρα, ίσως διαπιστώσατε κάποια στιγμή ότι η αιτία της
προσκόλλησής σας δεν ήταν η αγάπη, αλλά ο φόβος. Όσες αγαπάμε παθιασμένα
τρέμουμε από φόβο –τον φόβο της εγκατάλειψης, τον φόβο της απόρριψης, τον φόβο
της περιφρόνησης, τον φόβο της μοναξιάς. Δίνουμε απλόχερα την αγάπη μας,
ελπίζοντας απεγνωσμένα ότι ο άντρας τον οποίο αγαπάμε τόσο πολύ θα είναι πάντα
εκεί για να διώχνει τους φόβους μας. Αντίθετα, όμως, οι φόβοι μας μεγαλώνουν
–το ίδιο και η προσκόλλησή μας- καθώς η τάση μας να του δίνουμε αγάπη με σκοπό
να κερδίσουμε τη δική του γίνεται η κινητήρια δύναμη στη ζωή μας. Και, επειδή η
προσπάθειά μας αποβαίνει άκαρπη, προσπαθούμε ακόμα περισσότερο, αγαπάμε ακόμα
περισσότερο, αγαπάμε υπερβολικά.
Αποσπάσματα από το βιβλίο:
Robin Norwood. (2005) Γυναίκες
που αγαπούν πολύ. Εκδόσεις Φυτράκη, σελ. 23-25.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου