Ξεκινώντας από μια βιολογική
προσέγγιση της συγκίνησης, ο Δαρβίνος υποστήριζε ότι τα συναισθήματα έχουν πρωτόγονη
διάσταση. Αφορούν δεσμούς με το παρελθόν και δεν μπορούν πάντα να βρίσκονται
υπό τον έλεγχο του ατόμου.
Μέσα από μια σωματική προσέγγιση,
ο William James, υποστήριζε ότι οι συγκινήσεις
μας παρακινούν σε σωματικές αντιδράσεις. «Αν νιώσουμε μια έντονη συγκίνηση και έπειτα
προσπαθήσουμε να αφαιρέσουμε από τη συνείδησή μας όλα τα σωματικά συμπτώματα
που τη συνόδευαν, τότε θα διαπιστώσουμε ότι δεν μας έχει απομείνει τίποτα» (James, 1980, σελ. 67, όπως αναφ. στους Oatley
& Jenkins, 2004). Μέσα από τα σωματικά συμπτώματα μπορούμε να
αντιληφθούμε την ένταση της συγκίνησης. Το κοινό για τον Δαρβίνο και τον James είναι ότι η συγκίνηση
θεωρείται κάτι που απλά συμβαίνει.
Σύμφωνα με τον Freud, η ψυχαναλυτική προσέγγιση αποτελεί μια θεωρία των
συγκινησιακών τραυμάτων (ορισμένα γεγονότα, κυρίως σεξουαλικά, είναι επιβλαβή
και αφήνουν ψυχολογικά σημάδια με αποτέλεσμα να επηρεάζουν τη ζωή του ατόμου. Ο
νους αυτοπροστατεύεται από δυσάρεστα συναισθήματα), μια θεωρία των εσωτερικών
συγκρούσεων και μια θεωρία καταναγκασμού της επανάληψης.
Με βάση την εννοιολογική
προσέγγιση του Αριστοτέλη, οι συγκινήσεις συνδέονται με ενέργειες και πηγάζουν
μέσα από όσα πιστεύουμε. Ο Αριστοτέλης εστιάζει στα πειστικά επιχειρήματα που
εξαρτώνται από τρεις αρχές: μεγαλύτερη πίστη σε ένα καλό άτομο, μεγαλύτερη πίστη
σε λόγια που αναδεύουν συγκινήσεις και σε επιχειρήματα που προσεγγίζουν την αλήθεια.
Επιπλέον, για τον θυμό αναφέρει πως είναι μια παρόρμηση που συνοδεύεται από
πόνο.
Ο Καρτέσιος και ο Σπινόζα δίνοντας
μια φιλοσοφική προσέγγιση της συγκίνησης υποστήριζαν ότι οι συγκινήσεις δεν ελέγχονται
απόλυτα από τη σκέψη, αλλά οι σκέψεις μπορούν να παίξουν ρυθμιστικό ρόλο. Οι συγκινήσεις
ισχυροποιούν και παρατείνουν στην ψυχή σκέψεις, που είναι χρήσιμες και δεν θα
υπήρχαν χωρίς τα πάθη, αλλά αν παραταθούν πολύ τότε γίνονται βλαπτικές οι
συγκινήσεις. Οπότε η ίδια η βιολογική κατασκευή μας προσφέρει συγκινήσεις,
αναγκαίες και λειτουργικές, ενώ ορισμένες μπορεί να μετατραπούν σε δυσλειτουργικές.
Ο Σπινόζα παρακινεί να ελέγξουμε τις παρορμήσεις μας γιατί αν γίνουμε έρμαια
των συγκινήσεων μπορεί να χάσουμε τον έλεγχο του εαυτού μας. Τα συναισθήματα
είναι άμεσα συνδεδεμένα με τους τρόπους σκέψης. Τα πάθη είναι συγκεχυμένες
ιδέες, που βασίζονται σε εσφαλμένες πεποιθήσεις. Ακόμη, για τον Elliot, που προσεγγίζει λογοτεχνικά τις συγκινήσεις, θεωρούνται ένα
είδος πυξίδας για να μπορούμε να επηρεάσουμε τους άλλους.
Ο καθένας από τη δική του οπτική
προσέγγιση περιγράφει τις συγκινήσεις… Επομένως, το ερώτημα παραμένει: τι είναι
η συγκίνηση;
Μια συγκίνηση μπορεί να προκληθεί
από «ένα άτομο που συνειδητά ή ασυνείδητα, αξιολογεί ένα γεγονός ως σχετικό με
ένα ενδιαφέρον (ένα στόχο) που θεωρεί σημαντικό» (σελ. 190). Μπορεί να έχει
θετική ή αρνητική χροιά, ανάλογα με την προώθηση ή παρεμπόδιση του στόχου,
αντίστοιχα.
Στο κέντρο της συγκίνησης
βρίσκεται η «ετοιμότητα για δράση και η προώθηση των σχεδίων». Προτεραιότητα
δίνεται σε διάφορες μορφές δράσης ανάλογα με τη συγκίνηση. Μια συγκίνηση συνήθως
βιώνεται ως διακριτός τύπος ψυχικής κατάστασης που μπορεί να ακολουθείται από
σωματικές αλλαγές, πράξεις ή εκφράσεις (σελ. 190).
Όταν ο William James το 1884 αναρωτιόταν και
προβληματιζόταν σχετικά με το «τι είναι συγκίνηση;» η απάντηση φαινόταν πως δεν
είναι φανερή. Το πρόβλημα δεν είναι να δώσουμε παραδείγματα περί της συγκινήσεως,
καθώς οι άνθρωποι δεν αμφιβάλλουν ιδιαίτερα γύρω από τι είναι οι συγκινήσεις. Το
πρόβλημα εμφανίζεται κατά την προσπάθεια να δοθεί ένας ορισμός.
«Οι συγκινήσεις συνήθως δε
συμβαίνουν όλες μαζί. Συνήθως, προκαλούνται μετά υφίστανται κάποια επεξεργασία
κι έπειτα έχουν συνέπεια» (σελ. 193). Η συγκίνηση περνά από διάφορα στάδια:
Εκτίμηση -
Αξιολόγηση πλαισίου - Ετοιμότητα δράσης - Οργανική μεταβολή, έκφραση,
δράση.
Η θεωρία του κοινού νου για τα
συναισθήματα ως είδους σεναρίου με αρκετά στάδια συγκλίνει με αυτή την
επιστημονική θεωρία του Frijda. Επίσης, οι Stein et al. (1994, όπως αναφ. στους Oatley
& Jenkins, 2004) προτείνουν τρία στάδια στα οποία ρωτούν: «Τι έγινε;
Τι
μπορώ να κάνω σχετικά και τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια;» (σελ. 193). Τα
στάδια αυτά είναι τα εξής:
Απροσδόκητο γεγονός
Αμφισβήτηση πεποιθήσεων
Διαμόρφωση σχεδίων αναφορικά με
το τι πρέπει να γίνει μετά το γεγονός.
Ένα περιστατικό συγκίνησης
διαρκεί από λίγα λεπτά ως λίγες ώρες. Συνδέεται περισσότερο με το γνωστικό-
λεκτικό σύστημα, παρά με το σωματικό- οργανικό ή συμπεριφορικό- εκφραστικό
σύστημα. Η προσοχή μας κατά τη διάρκεια της συγκίνησης επικεντρώνεται στα
συναισθήματα.
Τα συναισθήματα είναι αυτά στα
οποία μπορούμε να ανατρέξουμε όταν σκεφτόμαστε τις ώρες που πέρασαν πρόσφατα ή
τα συναισθήματα που ζούμε με άλλους ανθρώπους.
Π.χ. Χάρηκα που βρήκα εκείνο το
βιβλίο. Θύμωσα που κανόνισες συνάντηση χωρίς να με ενημερώσεις. Όταν είδα το
παιδί να γυρίζει σπίτι φοβήθηκα ότι είχε κάποιο ατύχημα.
Κάθε συγκίνηση αποτελεί μια
κατάσταση ετοιμότητας που προσφέρει προτεραιότητα και δέσμευση σε μια σειρά
στόχων και σχεδίων.
Keith Oatley & Jennifer Jenkins.
(2004). Συγκίνηση: Ερμηνείες και κατανόηση. Αθήνα: Παπαζήση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου