Τι είναι και ποια είναι τα συμπτώματα;
Ο όρος burnout, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Freudenberger, το 1974 και στα ελληνικά αποδίδεται ως επαγγελματική εξουθένωση. Ο Freudenberger με αυτό τον όρο περιέγραψε ένα σύνολο συμπτωμάτων που είχε παρατηρήσει σε εθελοντές και επαγγελματίες που παρείχαν υπηρεσίες στο χώρο της ψυχικής υγείας. Πιο συγκεκριμένα αναφερόταν σε μια κατάσταση κούρασης ή απογοήτευσης που προκαλείται από την αφοσίωση σε ένα αιτιολογικό τρόπο ζωής, ή μια σχέση που απέτυχε να δημιουργήσει την αναμενόμενη ανταμοιβή. Εστιαζόταν στα αισθήματα αποτυχίας και φθοράς του ατόμου, στην εξάντληση της σωματικής και ψυχικής ενέργειας, στο εκτεταμένο και συνεχές άγχος, καθώς και στην άκαμπτη επιδίωξη της επιτυχίας. Ο εν λόγω όρος αρχικά χρησιμοποιήθηκε αναφερόμενος στην ιδιάζουσα επαγγελματική κόπωση και το άγχος το οποίο παρατηρήθηκε ότι εμφανίζεται στα επαγγέλματα υγείας και πρόνοιας, στα εκπαιδευτικά επαγγέλματα και γενικότερα σε επαγγέλματα που χαρακτηρίζονται από επαφές με άλλους ανθρώπους.
Η επαγγελματική εξουθένωση είναι μια ψυχολογική διαδικασία συναφής με το επαγγελματικό άγχος, αλλά όχι ταυτόσημη με αυτό. Αν και οι ορισμοί εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία, πολλοί συμφωνούν με τον ορισμό που ορίζει την επαγγελματική εξουθένωση ως ένα τρισδιάστατο σύνδρομο που εμφανίζεται σε άτομα που δουλεύουν σε κάποια συγκεκριμένα είδη επαγγελμάτων. Το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης αποτελείται από τρεις διαστάσεις: συναισθηματική εξάντληση, αποπροσωποποίηση και μειωμένο αίσθημα προσωπικής επίτευξης.
Η συναισθηματική εξάντληση αναφέρεται στη μείωση των συναισθημάτων του ατόμου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί πλέον να προσφέρει συναισθηματικά στους αποδέκτες των υπηρεσιών του. Το άτομο βλέπει με δέος την επόμενη μέρα που θα πρέπει να ξαναπάει στη δουλειά του. Η αποπροσωποποίηση αναφέρεται στην αρνητική και πολλές φορές κυνική αντιμετώπιση των αποδεκτών των υπηρεσιών του, που πολλές φορές αντιμετωπίζονται σαν αντικείμενα. Η μειωμένη προσωπική επίτευξη αναφέρεται στην τάση του ατόμου, που πάσχει από το σύνδρομο, να κάνει αρνητική αξιολόγηση του εαυτού, ιδίως όσον αφορά τη δουλειά του με τους αποδέκτες των υπηρεσιών του και σε ένα γενικότερο αίσθημα δυστυχίας και δυσαρέσκειας όσον αφορά τα αποτελέσματα της εργασίας του. Προηγείται η συναισθηματική εξάντληση λόγω της φύσης της εργασίας και ως μορφή αντιμετώπισης αυτής της εξάντλησης ακολουθεί η αποπροσωποποίηση, η κυνική αντιμετώπιση των ατόμων που δέχονται τις υπηρεσίες. Η συνειδητοποίηση του κυνισμού που αναπτύσσεται οδηγεί στο αίσθημα της αποτυχίας, εφόσον το άτομο συγκρίνει τις αρχικές του βλέψεις και φιλοδοξίες, όσον αφορά την άσκηση του επαγγέλματός του, με την τωρινή κατάσταση που αντιμετωπίζει σε σχέση με την εργασία.
Μετά την αρχική εμφάνιση της έννοιας του burnout άρχισαν να γίνονται όλο και περισσότερες έρευνες έχοντας αυτό ως κεντρικό θέμα και το αντιλαμβάνονται πια ως ένα πρόβλημα. Η Maslach ήταν αυτή που έφερε το θέμα σε συστηματική παρατήρηση. Η προαναφερόμενη κοινωνιολόγος περιέγραψε ένα σύνδρομο σωματικής και ψυχικής εξάντλησης, σύμφωνα με το οποίο ο εργαζόμενος χάνει το ενδιαφέρον του για την εργασία του αλλά και τα θετικά συναισθήματα που είχε για τους πελάτες του ή τους αρρώστους και αναπτύσσει μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό του.
Γενικά, ο όρος burnout μπορεί να οριστεί ως μια λειτουργία του στρες που προκαλείται από τα άτομα, από παράγοντες που σχετίζονται με την εργασία και από κοινωνικούς παράγοντες. Από τις πιο συνηθισμένες οργανωτικές μεταβλητές που έχουν μελετηθεί σχετικά με την επαγγελματική εξουθένωση σε ανθρωπιστικά επαγγέλματα είναι η επαγγελματική ικανοποίηση, η σύγκρουση των ρόλων και η αμφισημία των ρόλων. Η σύγκρουση των ρόλων αφορά την εμπειρία ενός ατόμου που βιώνει την σύγκρουση των απαιτήσεων της εργασίας του ή που είναι αναγκασμένο να κάνει πράγματα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν θέλει να κάνει ή πιστεύει ότι δεν αποτελούν μέρος της δουλειάς του. Η αμφισημία των ρόλων εμφανίζεται όταν το άτομο δεν έχει μια σαφή και καθαρή εικόνα σχετικά με τους αντικειμενικούς στόχους, τις προσδοκίες των προϊσταμένων του ή των συνεργατών του και τους σκοπούς και τις ευθύνες της δουλειάς του. Η σύγκρουση και η αμφισημία των ρόλων συνεισφέρουν σημαντικά στην εμφάνιση του συνδρόμου της επαγγελματικής εξουθένωσης, κυρίως στα επαγγέλματα που έχουν σαν στόχο τη βοήθεια άλλων ανθρώπων.
Η εξουθένωση αφορά μια προοδευτική διεργασία κατά την οποία το άτομο αποϊδανικοποιεί την πραγματικότητα, καθώς αυτήν δεν ανταποκρίνεται στους υψηλούς στόχους ή στα ιδανικά του επαγγελματία. Η επαγγελματική εξουθένωση αναπτύσσεται σε τέσσερα στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι αυτό του ενθουσιασμού κατά το οποίο ο πρωτοδιοριζόμενος επαγγελματίας μπαίνει στο χώρο της υγείας με υψηλούς στόχους και υπερ-πραγματικές προσδοκίες από τον εαυτό του, από τους αρρώστους που πρόκειται να φροντίσει, από τους συναδέλφους τους και από τις συνθήκες που θα υπάρχουν στο χώρο εργασίας. Αφιερώνει πολλές ώρες και ενέργεια στη δουλειά του και υπερεπενδύει στις σχέσεις του με τους ασθενείς. Η δουλειά του γίνεται ολόκληρος ο δικός του κόσμος και η ζωή του, έτσι προσπαθεί να αντλήσει από αυτόν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ικανοποίηση και ηθική ανταμοιβή.
Στο στάδιο της αμφιβολίας και αδράνειας, ο επαγγελματίας αρχίζει να καταλαβαίνει ότι ενώ προσφέρει τα πάντα στην εργασία του, αυτή δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του, ούτε στις προσδοκίες που είχε. Αναρωτιέται μήπως η αιτία για αυτή την απογοήτευση πηγάζει από τον ίδιο του τον εαυτό και προσπαθεί να καλύψει την απογοήτευσή του με ακόμη σκληρότερη δουλειά, μεγαλύτερη επένδυση στις σχέσεις του με τους αρρώστους και αύξηση των γνώσεων και των δεξιοτήτων του συμμετέχοντας σε σεμινάρια και προγράμματα κατάρτισης. Με το πέρασμα του χρόνου αρχίζει να θεωρεί ότι οι αιτίες για την απογοήτευση του και την έλλειψη ικανοποίησης από την εργασία του πηγάζει από το εργασιακό του περιβάλλον, το οποίο και από-ιδανικοποιεί. Εμφανίζεται ενοχλημένος για θέματα που στο παρελθόν ήταν ήσσονος σημασίας για αυτόν, για την μη αναγνώριση της δουλειά του. Εκφράζει παράπονα για το χαμηλό μισθό, το εξουθενωτικό ωράριο, την έλλειψη υποστήριξης από τους συναδέλφους του. Ωστόσο, αποφεύγει τη διαδικασία της αναθεώρησης των υψηλών ή παράλογων προσδοκιών του.
Το τρίτο στάδιο είναι αυτό της απογοήτευσης και ματαίωσης, κατά το οποίο ο επαγγελματίας αναρωτιέται αν αξίζει να βρίσκεται σε μια εργασία που του προκαλεί υπερβολικό άγχος και δεν του δίνει καμιά ικανοποίηση. Είναι έντονα αποθαρρυμένος από την εργασία του και συχνά βιώνει κατάθλιψη, καθώς πιστεύει ότι οι προσπάθειες του είναι μάταιες. Δεν βλέπει καμιά διέξοδο στην πραγματικότητα που βιώνει και νιώθει παγιδευμένος μέσα σε αυτή. Πρόκειται για ένα μεταβατικό στάδιο και καθοριστικό για την εξέλιξη της εξουθένωσης που νιώθει. Ο επαγγελματίας είτε θα αναθεωρήσει τους μη ρεαλιστικούς στόχους και τις προσδοκίες που αρχικά είχε και να προχωρήσει σε τροποποίηση της συμπεριφοράς του είτε να απομακρυνθεί από όλα αυτά που του προκαλούν έντονο άγχος στο χώρο εργασίας. Το τελευταίο στάδιο είναι το στάδιο της απάθειας κατά το οποίο ο επαγγελματίας της υγείας επενδύει ελάχιστη ενέργεια στην εργασία του, δεν ενδιαφέρεται για τις ανάγκες των ασθενών του, καθώς νιώθει ότι δεν είναι επαρκής να ανταποκριθεί σε αυτές, αποφεύγει κάθε υπευθυνότητα, αλλά και τις αλλαγές ή καινοτομίες στο χώρο της εργασίας. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να κρατά τη θέση εργασίας που έχει μόνο για λόγους επιβίωσης. Τα συμπτώματα γίνονται συνήθως αντιληπτά κατά τα δύο τελευταία στάδια και εκδηλώνονται σε οργανικό, ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο.
Παπαδοπούλου Ελένη- Ψυχολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου