Τι είναι ο κοινωνικός εγκέφαλος;
«Ο εγκέφαλός μας είναι
σχεδιασμένος κοινωνικά και παρασύρεται αμείλικτα σε μια μύχια ένωση με έναν
άλλο εγκέφαλο κάθε φορά που υπάρχει εμπλοκή με ένα άλλο άτομο. Αυτή η νευρωνική
γέφυρα μας επιτρέπει να εντυπωσιάζουμε τον εγκέφαλο –άρα και το σώμα- του
ανθρώπου με τον οποίο αλληλεπιδρούμε, όπως ακριβώς και εκείνος μπορεί να
επηρεάσει τον δικό μας» (σελ. 15). Όλες οι επαφές μας λειτουργούν ως ρυθμιστές
του εγκεφάλου, προκαλώντας συναισθήματα. Όσο πιο μεγάλο είναι το συναισθηματικό
δέσιμο τόσο πιο μεγάλη είναι η αμοιβαία δύναμη.
Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις
λειτουργούν ως ρυθμιστές, σαν «διαπροσωπικοί θερμοστάτες», που θέτουν διαρκώς
σε επανεκκίνηση βασικές πλευρές της λειτουργίες του εγκεφάλου μας καθώς
ενορχηστρώνουν τα συναισθήματά μας. Οι σχέσεις διαπλάθουν σε μεγάλο βαθμό όχι
μόνο την εμπειρία αλλά τη βιολογία μας. Οι «θρεπτικές σχέσεις» είναι ωφέλιμες
για την ψυχική μας υγεία και γενικότερα για την υγεία μας. Οι τοξικές σχέσεις
μπορούν να επενεργήσουν στο σώμα μας σαν αργό δηλητήριο. (σελ. 16).
«Όταν εναρμονιζόμαστε με κάποιον,
δεν μπορούμε παρά να μοιραζόμαστε τα συναισθήματά του, έστω και ανεπαίσθητα.
Συγχρονιζόμαστε τόσο ώστε τα δικά του συναισθήματα εισβάλλουν μέσα μας, ακόμη
κι όταν δεν το θέλουμε» (σελ. 43).
Ένας βασικός δείκτης για την
ύπαρξη καλής επικοινωνίας είναι η αμοιβαία ενσυναίσθηση. Γενικότερα, για να
υπάρξει η δυνατότητα επικοινωνίας θα πρέπει να υπάρχουν κοινές εμπειρίες,
αμοιβαία προσοχή και κοινά συναισθήματα. Η επικοινωνία μας κάνει να
αισθανόμαστε όμορφα, μας οδηγεί στη δημιουργία μιας λάμψης του συμπαθητικού,
καθώς και στο να δημιουργήσουμε μια αίσθηση φιλικότητας, ζεστασιάς, κατανόησης
και ειλικρίνειας. Η επικοινωνία προϋποθέτει την ανάπτυξη της κοινωνικής νοημοσύνης,
δηλαδή, την ανάπτυξη της συναίσθησης τόσο της εσωτερικής κατάστασης του άλλου
όσο και της κατανόησης των περίπλοκων κοινωνικών καταστάσεων. Επιπλέον,
απαιτείται η πρωτογενής ενσυναίσθηση (το συμπάσχειν η ανάγνωση των μη λεκτικών
σημάτων των άλλων), η εναρμόνιση (συντονισμός με τον άλλο), η ενσυναισθητική
ακρίβεια (κατανόηση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των προθέσεων του άλλου)
και η κοινωνική γνώση (γνώση σχετικά με τη λειτουργία του κοινωνικού κόσμου).
Η επικοινωνία εμπλέκει ένα σύνολο
από παράγοντες, όπως προσοχή, καλή διάθεση, που φαίνεται μέσα από τη γλώσσα του
σώματος και τον τόνο της φωνής, καθώς και συντονισμός ή συγχρωτισμός, που αφορά
κυρίως τα μη λεκτικά κανάλια. Στην επικοινωνία απαιτείται ρυθμός, καλή εναλλαγή
στη συζήτηση, κινήσεις του σώματος, αυθόρμητες κινήσεις, που συμβάλλουν στην
ελκυστικότητα του ατόμου, καθώς και ήπια συζήτηση, που δημιουργεί μια πιο
αρμονική κατάσταση. Η επικοινωνία είναι απαραίτητη σε όλες τις διαπροσωπικές
σχέσεις, σε όλες τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και σε κάθε διατομική συναλλαγή,
με κύρια προϋπόθεση την ανάπτυξη της κοινωνικής νοημοσύνης.
Goleman, D. (2012). Κοινωνική
νοημοσύνη. Αθήνα: Πεδίο.