Πέμπτη 27 Ιουνίου 2024

Ο κορεσμένος εαυτός

Ο εαυτός σε κατάσταση πολιορκίας

Τα σημάδια της παγκόσμιας απορρόφησης βρίσκονται παντού;

Οι τρόποι που εκδηλώνεται ο εαυτός είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τις κοινωνικές συνέπειες. «Η διαδικασία κοινωνικού κορεσμού προξενεί βαθειά αλλαγή στους τρόπους κατανόησης του εαυτού» (σελ. 38). Ο εικοστός αιώνας χαρακτηρίζεται από την ανάδυση κωδίκων επικοινωνίας του εαυτού. Περάσαμε στην επικοινωνία μέσα από την ανάπτυξη του ρομαντικού εαυτού κατά τον δέκατο ένατο αιώνα. Στόχος του ρομαντικού εαυτού ήταν η δημιουργία βαθιά δεσμευτικών σχέσεων, σχέσεων αφοσιωμένης φιλίας και στόχων ζωής. Στη σύγχρονη εποχή, στόχος του εαυτού είναι να σκέφτεται λογικά όσον αφορά τις δοξασίες, τις γνώμες και τις συνειδητές προθέσεις. 

«Τόσο οι ρομαντικές όσο και οι μοντέρνες πεποιθήσεις πέφτουν σε αχρηστία και οι κοινωνικές ρυθμίσεις που υποστηρίζουν, διαβρώνονται. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στις δυνάμεις του κοινωνικού κορεσμού. Η καλπάζουσα τεχνολογία μας πλημμυρίζει με τις φωνές της ανθρωπότητας –αρμονικές και αλλότριες- οι οποίες, καθώς εμείς αφομοιώνουμε την πολυποίκιλη στιχουργική και λογική τους, γίνονται δικές μας και εμείς μέρος αυτών. Ο κοινωνικός κορεσμός μας εφοδιάζει με ένα πλήθος από ασύνδετες και άσχετες μεταξύ τους γλώσσες του εαυτού. Για οτιδήποτε ξέρουμε πως είναι αλήθεια για τον εαυτό μας, μέσα μας άλλες φωνές αντιδρούν με αμφιβολία, ή, και χλευασμό ακόμα. Αυτός ο θρυμματισμός της αυτοκατανόησης αποτελεί ευθεία ανταπόκριση ενός πλήθους ασυνάρτητων και μη συνδεόμενων σχέσεων, οι οποίες μας έλκουν προς μυριάδες κατευθύνσεις και μας προσκαλούν να υποδυθούμε μια ποικιλία ρόλων τέτοια, που εξαφανίζει από το οπτικό πεδίο ακόμα και αυτή την ίδια την ιδέα ενός ‘αυθεντικού εαυτού’ με αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά. Ο εντελώς κορεσμένος εαυτός παύει πια να είναι εαυτός» (σελ. 38-39).

Κατά τη μεταμοντέρνα περιοχή βρίσκονται πλέον σε κίνδυνο όλες οι προηγούμενες πεποιθήσεις για τον εαυτό. «Οι εαυτοί γκρεμίζονται από τη θέση που είχαν ως κάτοχοι πραγματικών και ευπροσδιόριστων χαρακτηριστικών, όπως η λογική, το συναίσθημα, η έμπνευση και η θέληση» (σελ. 39). Στον μεταμοντέρνο κόσμο συνειδητοποιούμε ότι τα αντικείμενα για τα οποία μιλάμε δεν βρίσκονται μέσα στον κόσμο, αλλά στη σφαίρα της αντίληψής μας. Τα άτομα βιώνουν μια διαρκή δόμηση και αναδόμηση του εαυτού.

«Ο κοινωνικός κορεσμός επιφέρει μια γενική ζημιά στην υπόθεσή μας για αληθινούς και ευκολονόητους εαυτούς. Καθώς αφομοιώνουμε πολλαπλές φωνές, ανακαλύπτουμε ότι κάθε ‘αλήθεια’ σχετικοποιείται από την ταυτόχρονη συνειδητοποίηση επιτακτικών εναλλακτικών ‘αληθειών’. Φτάνουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε τι που θεωρούμε αληθινό για τον εαυτό μας είναι μια κατασκευή της στιγμής, αληθινό μόνο για μια δεδομένη χρονική φάση και μέσα σε συγκεκριμένες σχέσεις» (σελ. 54).

 

Πηγή:

Gergen, K.J. (1997). Κορεσμένος εαυτός. Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Το σύγχρονο ζευγάρι και ο θυμός μεταξύ τους

«Οι άντρες δεν έχουν την υποστήριξη των γυναικών, γιατί οι γυναίκες είναι θυμωμένες μαζί τους».

 

«Είμαστε σε μια μεγάλη κρίση, πολύ έντονη, και οι γυναίκες εκφράζουν περισσότερο τον θυμό τους προς τους άνδρες. Οι άνδρες μπορεί να αποχωρούν, μπορεί να κλείνονται, μπορεί να γνωρίσουν μιαν άλλη γυναίκα, όλα αυτά είναι ο δικός τους τρόπος να αποσυμπιεστούν. Οι γυναίκες, επειδή αισθάνονται από παλιά ότι εξαρτώνται από τον άντρα, ότι εκείνος δρομολογεί τις διαδικασίες, ότι θα φύγει, θα κάνει, θα δείξει, θα τις προδώσει, παίρνουν μια πολύ αμυντική στάση. Κάτι που έχω συνειδητοποιήσει τον τελευταίο καιρό που με απασχολεί περισσότερο ο άνδρας και οι αλλαγές που τον αφορούν, είναι ότι οι γυναίκες έχουν πολύ περισσότερα αρνητικά στερεότυπα για τον άνδρα από ότι έχουν οι άνδρες για τις γυναίκες. Οι άνδρες, δηλαδή, παραδέχονται ότι οι γυναίκες τα καταφέρνουν σε πολλά πράγματα. Δεν είναι νομίζω σωστή η αίσθηση που έχουμε εμείς οι γυναίκες ότι οι άνδρες δεν μας παραδέχονται, ότι όλο μας κριτικάρουν. Σε άμυνα είναι και αυτοί.

Οι άνδρες με τους οποίους εγώ μιλάω, έχουν παραδεχτεί ότι οι γυναίκες τα καταφέρνουν κοινωνικά, ότι είναι δυναμικές, ότι απελευθερώθηκαν και ερωτικά, ότι είναι πολύ καλές μητέρες. Δηλαδή ακούω περισσότερα θετικά για τις γυναίκες από τους άνδρες από ότι από τις γυναίκες για τους άνδρες. Όταν μιλάνε μεταξύ τους, απλώς τσακώνονται, αλληλοκατηγορούνται. Αλλά οι άνδρες παραδέχονται τα θετικά της γυναίκας, ενώ οι γυναίκες έχουν πολύ αρνητικά στερεότυπα, συχνά δεν βλέπουν τίποτα καλό σε αυτούς. […]

Οι άντρες ξέρουν να αγαπάνε από μακριά, εμείς δεν το ξέρουμε αυτό. Μόλις γυρίσει ο άλλος την πλάτη του, αρχίζουμε ‘Γιατί έφυγες;’ Ενώ ο άνδρας δεν φεύγει από μας, φεύγει γιατί χρειάζεται να το κάνει, για να φέρει τα υλικά αγαθά στην οικογένειά του ή για να πετύχει τους στόχους του. Αυτό του λέει το βιολογικό του υπόβαθρο. Αλλά πάντοτε κουβαλάει τους αγαπημένους του ανθρώπους νοερά μαζί του. Επιβιώνει συναισθηματικά με την εικόνα τους μέσα του. Εμείς οι γυναίκες, όμως, δεν μπορούμε εύκολα να αποσυνδεθούμε από αυτόν, την απόσταση την βιώνουμε σαν εγκατάλειψη, σαν φυγή, εμείς τον θέλουμε κοντά μας. Εμείς έχουμε μήτρα και στήθος, το δικό μας βιολογικό υπόβαθρο μας διαμόρφωσε για να φροντίσουμε μέσα από την άμεση και μάλιστα σωματική επαφή. Τα παιδιά από την δική μας μήτρα βγαίνουν. […]

Εμείς οι γυναίκες δεν βλέπαμε ποτέ την κρυμμένη αδυναμία του άνδρα και για αυτό εξακολουθούμε να ξιφουλκούμε εναντίον του άνδρα, που φοβόμαστε ότι θα μας καταπιέσει, θα μας προδώσει, θα μας εγκαταλείψει» (σελ. 48-50).

 

Πηγή:

Ο Κίσσας συνομιλεί με τους Ανδρουτσοπούλου, κ.α. (2011). Εγώ κι εσύ… και οι άλλοι. Εκδόσεις Αρμός.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

 

Διαβάζοντας το βιβλίο: Ο έφηβος Φρόιντ

του Florian Houssier

 

"Ποια ήταν η εφηβεία του Σίγκμουντ Φρόιντ;

 

Πώς αυτή επηρέασε τη γέννηση της ψυχανάλυσης; Παρά τις ποικίλες αναμνήσεις που φανερώθηκαν στο έργο του, η εφηβεία του αποτελεί τη λιγότερο γνωστή περίοδο της ζωής του. Χρόνια συναισθηματικής μοναξιάς και φαντασιωσικής ζωής που συνοδεύονται από χαρά και αναστάτωση, συγκρούσεις και αντιφάσεις. Γιος πολλά υποσχόμενος, με προσδοκίες κυρίως εκ μητρός να εξελιχθεί σε έναν σπουδαίο άνδρα, επιτρέπει στις φαντασιώσεις του, οι οποίες έχουν αιμομικτικό και πατροκτονικό χαρακτήρα, να διεισδύσουν στις διαπροσωπικές του σχέσεις και στα όνειρά του. Παραδομένος στις εσωτερικές του συγκρούσεις, ο νεαρός Φρόιντ ζηλεύει τους φίλους του που ζουν απολαμβάνοντας τη νεότητά τους, ενώ εκείνος περνά τον χρόνο του διαβάζοντας και κάνοντας όνειρα" (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

"Μια σχετική αμφιθυμία πιθανώς χαρακτηρίζει τη σχέση του Φρόιντ με την εφηβεία του και με τα βαθιά τραύματα που προκαλούνται από εκείνη. Αυτή η αμφιθυμία απουσιάζει από τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας που ξανασυναντά, οι οποίες έχουν ως επίκεντρο σεξουαλικές σκηνές που αναφέρονται ως επιθετικές χωρίς να υφίστανται ιδιαίτερη λογοκρισία, πράγμα που δεν ισχύει με την επεξεργασία κάποιων ονείρων, των οποίων την ανάλυση διακόπτει από σεμνοτυφία εφόσον πρόκειται για την εφηβεία του. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτή η προσωπική αμφιθυμία, χαρακτηριστικά της οποίας είναι τόσο η σεμνοτυφία όσο και το αίσθημα της ντροπής, δεν ξεπεράστηκε ποτέ και ότι η εφηβεία του υπήρξε πολύ λιγότερο αντικείμενο επεξεργασίας από κάποιες πλευρές της ζωής του κατά την πρώτη παιδική του ηλικία, η οποία συστηματικά ήταν ένα αντικείμενο εργασίας ως ένα είδος πυξίδας που του έδειχνε τον δρόμο. Ως συνέπεια αυτού, αν εξαιρέσουμε το τρίτο κεφάλαιο του έργου του για τη θεωρία της σεξουαλικότητας, η περίοδος της εφηβείας παρέμεινε κυρίως αποστασιοποιημένη και εμφανίζεται λιγότερο ως αντικείμενο μελέτης στο έργο του: για παράδειγμα, μόνο σε κάποια σημεία εμφανίζεται αλλά ποτέ δεν ξεπερνά κάποιες αναμνήσεις ή κάποιες παιδαγωγικές τοποθετήσεις που αφορούν το δικαίωμα της σεξουαλικότητας των νέων πριν από τον γάμο, για παράδειγμα" (σελ. 35-36).

"Ο Φρόιντ έρχεται στον κόσμο σε ένα ιδιαίτερο οικογενειακό πλαίσιο: είναι το μικρότερο παιδί του πατέρα του πριν γίνει ο πρωτότοκος ανάμεσα στα αδέλφια της οικογένειάς του. Είχε δύο μεγαλύτερα ετεροθαλή αδέλφια από προηγούμενο γάμο του πατέρα του και ως εκ τούτου με τον ανιψιό του John και την ανιψιά του Pauline έχουν σχεδόν την ίδια ηλικία. Η νεαρή μητέρα του ανήκει στην ίδια γενιά με τα ετεροθαλή του αδέλφια, ενώ ο πατέρας του θα μπορούσε ηλικιακά να είναι ο παππούς του, εξάλλου ο Jacob  ήταν ο παππούς του ανιψιού του John.

Ο πατέρας του Φρόιντ, Jacob, ήταν είκοσι πέντε ετών όταν εγκαταστάθηκε στο Φράιμπεργκ. Ο Φρόιντ ήταν ένα ζωηρό παιδί με φυσιολογική ανάπτυξη. Ο Jacob παντρεύτηκε όταν ήταν δεκαέξι ετών και απέκτησε δύο παιδιά από αυτόν τον γάμο, τον Emmanuel και τον Philippe, ενώ μετά τον θάνατο της πρώτης του γυναίκας, ο Jacob Freud ξαναπαντρεύτηκε με μια γυναίκα που πέθανε λίγο μετά τον γάμο τους. Το 1855 παντρεύτηκε για τρίτη φορά με την Amalia, η οποία ήταν είκοσι ετών όταν εκείνος ήταν σχεδόν σαράντα" (σελ. 56-57).

Στην ηλικία των τριών ετών ο Φρόιντ έπρεπε να αναχωρήσει για τη Βιέννη, με αποτέλεσμα να αποκτήσει φοβία για τα τρένα σε ένα πλαίσιο που συνδέθηκε με το βίωμα της απώλειας.

 

Πηγή:

Florian Houssier. 2019. Ο έφηβος Φρόιντ. Εκδόσεις Ποταμός.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Η διάπλαση του νοήματος

«Όλη η ζωή πρέπει να γίνει μια ενοποιημένη εμπειρία ροής. Όταν ξεκινάμε επιθυμώντας να κατακτήσουμε ένα δύσκολο στόχο, από τον οποίο εξαρτώνται και άλλοι στόχοι, και επενδύουμε όλη μας την ενέργεια για να αποκτήσουμε δεξιότητες που θα μας φέρουν πιο κοντά στον στόχο αυτό, τότε οι πράξεις και τα συναισθήματά μας είναι αρμονικά και οι ξεχωριστές πλευρές της ζωής συνταιριάζονται μεταξύ τους –και κάθε δραστηριότητα στο παρόν είναι ‘λογική’, όπως επίσης και σε σχέση με το παρελθόν ή το μέλλον. Με έναν τέτοιο τρόπο είναι δυνατόν να υπάρξει νόημα σε όλη τη ζωή του ατόμου. 

 

Μήπως όμως είναι αφελές να περιμένουμε ότι η ζωή θα έχει ένα συνολικό, λογικό νόημα;

Από τη σκοπιά ενός ανθρώπου, δεν παίζει ρόλο ποιος είναι ο απώτατος στόχος –αρκεί να είναι αρκετά συναρπαστικός ώστε να ορίζει την ψυχική ενέργεια όλης του της ζωής.

Πώς να μιλήσουμε για το νόημα του ίδιου του νοήματος;

Υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους η ερμηνεία της λέξης αυτής βοηθά να φωτίσουμε το τελευταίο βήμα προς την κατάκτηση της βέλτιστης εμπειρίας.

Η πρώτη της χρήση αφορά στον σκοπό, στη σημασία κάποιου πράγματος, όπως για παράδειγμα στην ερώτηση ‘Ποιο είναι το νόημα της ζωής;’. Τα γεγονότα συνδέονται μεταξύ τους σύμφωνα με έναν απώτατο σκοπό, ότι υπάρχει μια προσωρινή τάξη, μια αιτιακή σύνδεση μεταξύ τους. Υποθέτει ότι τα φαινόμενα δεν είναι τυχαία, αλλά ανήκουν σε αναγνωρίσιμα πρότυπα, τα οποία κατευθύνονται προς έναν τελικό σκοπό.

Η δεύτερη χρήση της λέξης αφορά στις προθέσεις του ατόμου: Την κοίταξε με νόημα. Το νόημα εδώ υπονοεί ότι το άτομο εκφράζει τις προθέσεις ή τους στόχους του με προβλέψιμους, συνεπείς και μεθοδικούς τρόπους.

Η τρίτη χρήση αφορά στην ταξινόμηση πληροφοριών: Το νόημα μιας πρότασης πρέπει να έχει λογικό περιεχόμενο ή Τα λόγια του δεν έχουν νόημα. Αυτή η έννοια του νοήματος στοχεύει στην ερμηνεία διαφόρων λέξεων, στη σχέση ανάμεσα σε γεγονότα, οπότε έτσι μας διευκολύνει να κατανοήσουμε και να βάλουμε σε τάξη ασύνδετες ή αντικρουόμενες πληροφορίες.

Η διάπλαση του νοήματος προϋποθέτει ευρυθμία στο περιεχόμενο του νου, εντάσσοντας τις πράξεις σε μια ενοποιημένη εμπειρία ροής.

Τα άτομα που θεωρούν ότι η ζωή τους έχει νόημα έχουν συνήθως έναν αρκετά προκλητικό στόχο ο οποίος απορροφά όλη τους την ενέργεια, ένα στόχο που προσδίδει νόημα στη ζωή τους. Θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε τη διαδικασία αυτή επιδίωξη. Για να έχει κάποιος εμπειρία ροής πρέπει να θέσει στόχους: να κερδίσει έναν αγώνα, να βοηθήσει κάποιον φίλο, να επιτύχει κάτι με συγκεκριμένο τρόπο.

Στη ζωή πολλών ανθρώπων συναντούμε μια ενοποιημένη πρόθεση που δικαιολογεί όσα κάνουν κάθε μέρα –ένα στόχο ο οποίος, σαν μαγνητικό πεδίο, ελκύει την ψυχική ενέργειά τους, ένα στόχο από τον οποίο εξαρτώνται όλα οι μικρότεροι, δευτερεύοντες στόχοι τους. Ο στόχος αυτός καθορίζει τις προκλήσεις που το άτομο χρειάζεται να αντιμετωπίσει για να μεταμορφώσει τη ζωή του σε δραστηριότητα ροής. Χωρίς έναν τέτοιο σκοπό, ακόμα και ο άψογα τακτοποιημένος συνειδητός νους στερείτε νοήματος (σελ. 287-292).

 

Πηγή:

Μιχάι Τσικζεντμιχάι. 2009. Ροή. Η ψυχολογία της ευτυχίας. Εκδόσεις Καστανιώτη.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Διαβάζοντας το βιβλίο: Η παραφροσύνη κατ’ οίκον

Ψυχική ασθένεια, κοινωνική θέση και οικογένεια

Του Erving Goffman

 

«Η ψυχική ασθένεια εκδηλώνεται ως εισβολή του χάους στην κοινωνική τάξη της καθημερινότητας από τη στιγμή που ένα άτομο, ο ψυχικά ασθενής, αρνείται ‘να μείνει στη θέση του’, προβαίνει δηλαδή σε παραβάσεις και παρεκκλίσεις από τα κοινωνικά κανονιστικά πρότυπα, οι οποίες, εφόσον, σύμφωνα με τη νεότερη τάση, δεν απομονώνονται στο άσυλο- διαταράσσουν τη ζωή της κοινότητας: τον δημόσιο χώρο, τον τόπο δουλειάς και, κατεξοχήν, την οικογένεια. Μπροστά στον κίνδυνο να γίνει αφόρητη και ακατανόητη αυτή η ζωή και να θιγεί η υπόληψή τους, οι οικείοι ‘άλλοι’ με τους οποίους ο ασθενής βρίσκεται σε αλληλεπίδραση θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο και μορφή συνέργειας για να τον ελέγξουν και να συγκρατήσουν το χάος μέσα στο εκάστοτε κοινωνικό πλαίσιο.

Ο Γκόφμαν υπήρξε αυτός που έκανε την κοινωνιολογία να ανακαλύψει το απειροελάχιστο: εκείνο που οι θεωρητικοί χωρίς αντικείμενα και οι παρατηρητές χωρίς έννοιες δεν ήξεραν να προσλαμβάνουν και που παρέμενε αγνοημένο επειδή ακριβής ήταν υπερβολικά προφανές. Piere Bourdieu». (από το οπισθόφυλλο).

«Η οικογένεια καλείται να αντιδράσει όχι μόνο σ’ αυτό που κάνει ο ασθενής στην εσωτερική της ζωή, αλλά και στο γεγονός ότι ο ίδιος φαίνεται να γίνεται θέαμα στην κοινότητα. Αρχικά η μεγάλη έγνοια της οικογένειας είναι ότι ένας από τους εκπροσώπους της την εκθέτει. Προσπαθεί λοιπόν να την καλύψει και να παρέμβει έτσι ώστε να διατηρήσει την όψη που αυτός προβάλει προς τα έξω και μαζί τη δική της. Τούτο ενισχύει τον δεσμό συνέργειας μέσα στην οικογένεια ενάντια στον ασθενή.

Καθώς μέσα στην οικογένεια συνεχίζεται και διογκώνεται η διαμάχη γύρω από τους εαυτούς με βάση τους οποίους πρέπει να οργανωθούν οι δραστηριότητες, η οικογένεια αρχίζει να στρέφεται προς τα έξω, πρώτα σε συγγενείς  του ασθενή, έπειτα σε φίλους, σε επαγγελματίες, σε εργοδότες. Ο στόχος της δεν είναι μόνο να εξασφαλίσει βοήθεια γα την κρυφή διαχείριση του ασθενή, αλλά και να πετύχει την τόσο αναγκαία επιβεβαίωση της άποψής της για τα γεγονότα. Υπάρχει μια αντιστροφή στον κανόνα της οικογενειακής πληροφόρησης. Παλιές γνωριμίες ή άλλες πιθανές πηγές βοήθειας που κάποτε ήταν απομακρυσμένες από την οικογένεια προσελκύονται τώρα στο κέντρο των εξελίξεων ως μέρος μιας νέας αλληλεγγύης εκείνων που βοηθούν στη διαχείριση του ασθενή, ενώ την ίδια στιγμή ορισμένοι από κείνους που ήταν κάποτε κοντά μπορεί τώρα να παραμεριστούν επειδή, όπως φαίνεται, δεν επιβεβαιώνουν τον ορισμό της κατάστασης που δίνει η οικογένεια» (σελ. 94-95).

 

Πηγή:

Erving Goffman. 2012. Η παραφροσύνη κατ’ οίκον. Ψυχική ασθένεια, κοινωνική θέση και οικογένεια. Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

 

Κουραβάνας Νικόλαος & Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.