Το παιδί μπορεί να αποτελεί το
μέσο έκφρασης του συμπτώματος, μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο. Το σύμπτωμα αποτελεί αναπαραστάτη της αλήθειας και μπορεί να αναπαραστήσει την αλήθεια του
γονεϊκού ζεύγους. Στο παιδί μπορεί να γίνει η μεταβίβαση του συμπτώματος των
γονέων: «το παιδί ως αξεσουάρ για τη διαμόρφωση του ιδανικού οικογενειακού εγώ,
το οποίο συμπληρώνει τη ναρκισσιστική ατέλεια των γονέων του, στη λογική μιας
κατ’ επίφασιν γενεαλογικής ακολουθίας» (σελ. 117).
Το παιδί προστίθεται μέσα στην
οικογένεια και στο χάσμα της ίδιας της γονεϊκής συνύπαρξης, στην αναζήτηση του
γονεϊκού ρόλου. Δεν είναι όμως αυτό που θα συμπληρώσει το χάσμα αυτό.
Το παιδί βρίσκεται πέρα από τον
πατέρα και τη μητέρα. Επίσης, διαφοροποίηση παρατηρείται και στην επιθυμία για
γονεϊκό ρόλο και στην επιθυμία του ίδιου του παιδιού.
Το παιδί εκ γενετής έρχεται
αντιμέτωπο με την ίδια την επιθυμία του, τη διοχέτευση της επιθυμίας μέσω
σεξουαλικών και επιθετικών ενορμήσεων στην πραγματικότητα, μέσα από ένα σύνολο
ματαιώσεων, μεταμορφώσεων και προβολών. Το παιδί χαρακτηρίζεται από μια
ακόρεστη επιθυμία που θα πρέπει να περιοριστεί. Για να γίνει αυτό είναι
απαραίτητη η συμβολή του κοινωνικού, που θέτει τη διαμόρφωση των ρόλων ώστε να
επέλθει μια ψυχική ισορροπία και να μην μπλεχτεί το παιδί σε ένα αδιέξοδο
παιχνίδι αναζήτησης μιας πλήρους ικανοποίησης της επιθυμίας, που είναι
ανέφικτη.
Σημαντικό και ρυθμιστικό ρόλο σ’
αυτό παίζουν οι γονείς, που καθορίζουν τα όρια και τους περιορισμούς. Το παιδί
αποτελεί προέκταση της πατρικής και μητρικής επιθυμίας, ενώ σταδιακά έχει
ανάγκη να απομακρυνθεί από την εξουσία των γονέων, να αποσπαστεί από τη γονεϊκή
αυθεντία, καθώς και να ενταχθεί σταδιακά στο πεδίο διαμόρφωσης της δικής του
υποκειμενικότητας. Το γονεϊκό είδωλο αρχίζει να μετατρέπεται σε ένα πεδίο
αμφισβήτησης, εισάγεται σε ένα παιχνίδι σύγκρισης με παράλληλες γονεϊκές
εικόνες. Το παιδί έχει ανάγκη από μια συγκρότηση του γονεϊκού ιδεώδους,
φαντασιώνεται ότι απαλλάσσεται από τους γονείς τους αποκαθιστά με άλλους πιο
σπουδαίους, σημαντικούς και ξεχωριστούς. (σελ. 105).
«Το ουσιαστικό όμως νόημα αυτής
της συνθήκης φαντασίωσης είναι η διάσωση του ίδιου του μυθιστορήματος του
παιδιού, του δικού του μυθιστορήματος της παιδικής ηλικίας, το οποίο διέρχεται
από την εξιδανικευμένη διαχείριση των οιδιπόδειων συσχετισμών της ηλικίας,
στους οποίους ο πατέρας αποτελεί την πανίσχυρη και αξεπέραστη γονεϊκή φιγούρα,
το αντικείμενο ευρύτερου θαυμασμού και αναγνώρισης, ενώ στο μητρικό πρότυπο
αντιστοιχεί η εικόνα της μοναδικής και λατρεμένης γυναίκας, η οποία ικανοποιεί
όλες του τις ανάγκες» (σελ. 105).
Ο Φρόυντ διατυπώνει μια θεωρία
της οικογένειας εστιάζοντας στην ασυμμετρία της θέσης των δύο φύλων ως προς το
οιδιπόδειο.
«Στους οιδιπόδειους συσχετισμούς,
το υποκείμενο βρίσκεται εγκλωβισμένο στην επιθυμία της επιθυμίας της μητέρας,
στην ανάγκη για απεριόριστη οικειοποίηση της, επιθυμώντας φαντασιακά αυτό που
θεωρεί ότι η ίδια επιθυμεί, έως ότου επέλθει η πατρική επιβολή, η συμβολική
πατρική αναγκαιότητα, το Όνομα του Πατέρα, το οποίο θα θέσει τέλος στην
ατέρμονη αυτή διαδικασία φαντασιακής προσκόλλησης στο μητρικό είδωλο» (σελ.
106-107).
Serge Cottet. Το οικογενειακό
μυθιστόρημα των γονέων, σελ. 87-96, 97-126. Στο βιβλίο «Οικογένεια και νέες
μορφές γονεϊκότητας», Ν. Παπαχριστοπούλου, Opportuna.