Η Φιλόσοφος, Κοινωνιολόγος και Ψυχαναλύτρια Alice Miller στο βιβλίο της ‘’Το Σώμα δεν ψεύδεται ποτέ’’, που πραγματικά αξίζει να διαβαστεί, υποστηρίζει ότι το σώμα
μας διατηρεί ακέραιη την ανάμνηση όλων όσων έχουμε βιώσει συμπεριλαμβανομένης όμως
και της ψυχολογικής και σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης που ενδεχομένως
έχουμε υποστεί από τους γονείς μας κατά την παιδική μας ηλικία.
Αναφέρει ότι: «Η σφοδρή επιθυμία πολλών γονιών να τους
αγαπούν και να τους τιμούν τα παιδιά τους νομιμοποιείται πλήρως με την Εντολή:
Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου…» (σ. 35). «H Εντολή
αυτή περιέχει μιαν αντίφαση εν όροις. Η Ηθική μπορεί να μας πει τι πρέπει και
τι δεν πρέπει να κάνουμε, αλλά δεν μπορεί να μας πει τι πρέπει να νιώθουμε…» (σ.
36).
Το ερώτημα που κεντρίζει το
ενδιαφέρον της σχετικά με την παραπάνω Εντολή, είναι το εξής: «μήπως αυτή η
Ηθική παίρνει πάντα το μέρος των ενηλίκων και κατευθύνει τα βέλη της εναντίον
των παιδιών;» (σ.84). «Κατά κανόνα, παιδιά που ξυλοκοπούνταν, βασανίζονταν,
εξευτελίζονταν και δεν είχαν την υποστήριξη ενός ‘’προσώπου – αρωγού’’ δείχνουν
μεγάλη ανεκτικότητα στις κτηνωδίες κάποιας γονικής φιγούρας και προκλητική
αδιαφορία για τα δεινά παιδιών που κακοποιούνται» (σ. 82). Δηλαδή, «οι ανάγκες
που έμειναν ανεκπλήρωτες όταν ήμασταν παιδιά… καθώς και η βία που βιώσαμε
κατευθύνεται σε άλλους ανθρώπους… αργότερα
σε θεραπευτές, συντρόφους και στα δικά μας παιδιά, αλλά επίσης μπορεί να μας οδηγήσει
στην κατάθλιψη, στη χρήση ναρκωτικών, σε βαριές ασθένειες, στην αυτοκτονία ή
στον πρόωρο θάνατο… ή ακόμη και να υπονομεύσει και να μπλοκάρει τις βιολογικές
λειτουργίες του σώματος» (σ.σ. 88, 197).
Δυστυχώς, πολλοί θεραπευτές όντας
οι ίδιοι εγκλωβισμένοι στην Ηθική που επιτάσσει να τιμούμε τους γονείς μας,
ασχέτως αν οι ίδιοι δεν μας τίμησαν ποτέ, προτείνουν τη ‘’συγχώρεση’’ ως το
μέσο που οδηγεί στη θεραπεία. Διότι, όπως λένε «δεν υπάρχουν ιδανικοί γονείς,
ότι όλοι κάποιες φορές κάνουν λάθη που πρέπει να τα ανεχόμαστε και ότι ως
ενήλικοι οφείλουμε να τα ξέρουμε αυτά» (σ. 110). Όμως, «δεν είναι αλήθεια ότι η
συγχώρεση απελευθερώνει από το μίσος… Το παιδί ανέχεται τον παραλογισμό των
γονιών του γιατί τον θεωρεί φυσιολογικό και δεν μπορεί να προφυλαχτεί από
αυτόν. Ως ενήλικος όμως υποφέρει από την
έλλειψη ελευθερίας και τον καταναγκασμό, μόνο που πλέον μεταφέρει το πρόβλημά
του στη σχέση του με άλλους ανθρώπους, με τα παιδιά του και τους συντρόφους
του. Ο παιδικός φόβος απέναντι στους γονείς
δεν του επιτρέπει να αναγνωρίσει την αλήθεια» (σ. 110). «Η λύση αυτή προτείνεται από τους θεραπευτές για
να καθησυχάσουν τον εαυτό τους, όπως έκαναν και οι γονείς» (σ. 199).
Είναι σημαντικό να «καταφέρουμε να αναγνωρίσουμε ότι ούτε ευγνωμοσύνη
χρωστάμε, ούτε καμία θυσία πρέπει να κάνουμε για χάρη γονιών που μας έχουν
προκαλέσει σοβαρά τραύματα. Τέτοιου
είδους θυσίες δεν γίνονται παρά για χάρη φαντασμάτων, ιδανικών γονέων που δεν υπήρξαν
ποτέ. Γιατί συνεχίζουμε να θυσιαζόμαστε
για κάποια φαντάσματα; Γιατί παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε σχέσεις που μας θυμίζουν
παλιά βάσανα; Γιατί ελπίζουμε ότι μια
μέρα όλα θα αλλάξουν – όταν θα βρούμε τη σωστή λέξη, τη σωστή συμπεριφορά, τον
σωστό τρόπο να κατανοούμε τα πράγματα. Όμως,
αυτό θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να σκύψουμε το κεφάλι, όπως κάναμε στην παιδική μας
ηλικία, για να μας προσφέρουν αγάπη.
Σήμερα, ως ενήλικοι, γνωρίζουμε ότι οι άλλοι εκμεταλλεύονταν τις προσπάθειές
μας και ότι αυτό δεν ήταν αγάπη. Γιατί
λοιπόν, να περιμένουμε τώρα αγάπη από ανθρώπους που, για οποιονδήποτε λόγο, δεν
μπόρεσαν να μας αγαπήσουν όταν ήμασταν παιδιά;» (σ.σ. 142, 143).
Βιβλιογραφία:
Miller, Alice, Το σώμα δεν ψεύδεται
ποτέ, Αθήνα, Ροές, 2009.